Μια οικολογική περιπέτεια φαντασίας
Πριν από ένα μήνα, στις 12 του Σεπτέμβρη 2062, ένα εκατομμύριο Αθηναίοι συγκεντρώθηκαν στην παραλία Λεωφόρου Αλεξάνδρας και, με μια σεμνή τελετή, απότισαν φόρο τιμής στους ήρωες που έπεσαν πενήντα χρόνια νωρίτερα, προσπαθώντας να συγκρατήσουν τα νερά.
Τι είχε συμβεί; Πώς αφήσαμε τον πλανήτη να φτάσει στο σημείο να μας πνίξει; Γιατί μας εκδικήθηκε τόσο ακαριαία και βάναυσα η φύση; Τα εκατομμύρια των Ελλήνων, τα δισεκατομμύρια των ανθρώπων απ’ όλο τον κόσμο, συγκεντρώθηκαν αυτή τη μέρα και θυμήθηκαν τη μεγάλη καταστροφή, όλα όσα συνέβησαν πριν από πενήντα χρόνια και όσα είχαν συμβεί τον προηγούμενο εγκληματικό αιώνα της ανθρώπινης ευμάρειας.
Μισό Αιώνα Νωρίτερα: Τα Νερά Έρχονται
Ο Μπρους Γουίλις έστρωσε το τσουλούφι του για να μη γυαλίζει η φαλάκρα. Θα υπήρχαν κάμερες. Έπρεπε να είναι τέλειος για τις κάμερες.
Η Ντέμι Μουρ είχε έρθει με τα παιδιά και με τον σύζυγό της στη σουίτα του για να τον χαιρετήσει.
«Είσαι ηλίθιος», του έλεγε τώρα.
«Είναι το πεπρωμένου μου», την καθησύχαζε.
«Είσαι ένας μεσήλικας ηθοποιός. Και όχι πολύ ταλαντούχος», του έλεγε.
«Έχω σώσει τον κόσμο τόσες φορές. Θα το κάνω άλλη μία».
Οι κόρνες από την άνοδο της Συγγρού ακούγονταν μέχρι τη σουίτα του Intercontinental. Στην κάθοδο δεν ήταν κανείς.
«Αυτή τη φορά δεν παίζεις σε ταινία. Καταλαβαίνεις τη διαφορά;»
Ο Μπρους Γουίλις πήγε στο παράθυρο και κοίταξε έξω. Τα αυτοκίνητα δημιουργούσαν μια ουρά χιλιομέτρων. Ήταν ακίνητα.
«Σε ποιο ξενοδοχείο θα πάτε τα παιδιά;» Ρώτησε.
«Στο Hilton»
«Όχι, δεν θα είστε ασφαλείς εκεί. Πρέπει να πάτε πιο βόρεια. Δοκιμάστε το Semiramis στο Κεφαλάρι. Θέλω να είστε ασφαλείς».
Η Ντέμι Μουρ έπεσε στην αγκαλιά του Μπρους Γουίλις. Ήξερε ότι ο πρώην άντρας της είχε πάρει την απόφασή του. Και αυτή τη φορά δεν θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει κασκαντέρ.
«Αντίο», είπαν, και ήξεραν ότι δεν θα ξαναϊδωθούν ποτέ πια.
Την ίδια ώρα ένα τείχος νερού που ερχόταν από τον Ατλαντικό υψωνόταν στα στενά του Γιβραλτάρ, εκατό μέτρα ψηλό, σκέπαζε με μανία το βράχο και ξεχυνόταν στη Μεσόγειο. Σε λιγότερο από δύο ώρες θα έφτανε στην Ελλάδα.
Λίγες Ώρες Νωρίτερα: Οι Τελευταίες Στιγμές Πριν απ’ το Τσουνάμι
Όλοι πίστευαν ότι η αύξηση του επιπέδου της θαλάσσιας επιφάνειας θα ήταν μια διαδικασία που θα συνέβαινε αργά και σταδιακά, ότι η θάλασσα θα ανέβαινε λίγα εκατοστά κάθε δεκαετία, μέχρι που μια μέρα θα ξύπναγες, θα περπάταγες στον κήπο και τα πόδια σου θα έκαναν σκουίκ-σκουίκ και θα διαπίστωνες ότι «χμ, για δες πού έφτασε το νερό, ίσως θα είναι καλό να μετακομίσω σε 1-2 χρόνια».
Τα πράγματα όμως δεν έγιναν καθόλου έτσι. Δεν θέλω να σας πρήξω με επιστημονικά στοιχεία και έρευνες τώρα, αλλά τελικά αποδείχτηκε ότι η πυκνότητα της θάλασσας ήταν ένας πολύ σημαντικός παράγοντας και ότι το νερό από τα λιωμένα παγόβουνα των πόλων και τα ούρα του υπερπληθυσμού συσσωρεύονταν για πολλούς αιώνες σε μια θάλασσα ίδιου ύψους αλλά ολοένα και πιο πυκνή, μέχρι που κάποιο όριο θα ξεπερνιόταν και η θάλασσα θα φούσκωνε απότομα, θα ξεχείλιζε και θα έπνιγε τις ακτές του πλανήτη. Καείς δεν μπορούσε να προβλέψει ακριβώς πότε θα συνέβαινε αυτό. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των επιστημόνων πολύ αργότερα, όλα ξεκίνησαν στις 11 Σεπτεμβρίου του 2012, γύρω στις 21:30 ώρα Σουηδίας, όταν ο Τόρστεν Γιόλφστεντ, ένας τραπεζικός υπάλληλος απ’ την Ουψάλα, έκλεισε το περιοδικό του, σηκώθηκε, σκουπίστηκε, και τράβηξε το καζανάκι. Αυτή ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε τη θάλασσα.
Πέντε Χρόνια Νωρίτερα: Γιατί Κανείς Δεν Είχε Προετοιμαστεί Για Τον Όλεθρο;
Όσο περίεργο και αν ακούγεται, από όλες τις κυβερνήσεις του κόσμου η μόνη που είχε πάρει στα σοβαρά την επερχόμενη περιβαλλοντική καταστροφή ήταν η Ελληνική. Από τότε που οι επιστήμονες αποκάλυψαν το τρομερό μυστικό στους ηγέτες του πλανήτη, ότι δηλαδή η ανθρωπότητα με τις τρομακτικές ενεργειακές της σπάταλες είχε καταστρέψει ανεπανόρθωτα την ισορροπία του πλανήτη και το φυσικό περιβάλλον ήταν στα πρόθυρα της κατάρρευσης, η Ελληνική κυβέρνηση ήταν η μόνη που αποφάσισε να αφιερώσει όλες τις δυνάμεις της για την αποτροπή του μοιραίου. Την ώρα εκείνη φάνηκε σαν να εγκατέλειπε ξαφνικά οποιαδήποτε ενασχόληση, σαν να βυθιζόταν σε ραθυμία, σαν να μην έκανε τίποτα. Οι επικοινωνιολόγοι άρχισαν να σκαρώνουν διάφορα σκάνδαλα για να νομίζει ο κόσμος ότι όλα βαίνουν όπως συνήθως, μια με τις υποκλοπές, μια με κάποιους κουμπάρους, μια με ρουκέτες σε πρεσβείες. Καθώς ο κόσμος μουρμούριζε για την ανυπαρξία της κυβέρνησης, όμως, οι ηγέτες μας προχωρούσαν σε κρυφά, συγκεκριμένα και αποφασιστικά βήματα. Το υπουργικό συμβούλιο μαζευόταν σε έκτακτες συνεδρίες στην (καταδικασμένη σε βύθιση) Ραφήνα, για να παρακολουθήσουν με το δεινό DVDάκια πρωθυπουργό το Αρμαγεδδών, το Deep Impact, τον Τιτανικό, ντοκιμαντέρ του BBC και τη Μαρία την Άσχημη. Ειδικά τη Μαρία την Άσχημη. Γιατί τους έκανε να καταλαβαίνουν ότι, εντάξει, η ανθρωπότητα δεν αξίζει τη σωτηρία και τόσο πολύ τελικά, οπότε τους έφευγε λίγο το άγχος.
Οι Ήρωες της Μεγάλης Πλημμύρας
Τα μέτρα που εφαρμόστηκαν ήταν πολλά και άμεσα. Ο ευεργέτης Μπάμπης Βωβός ύψωσε στο παραλιακό μέτωπο γιγάντια οχυρωματικά έργα (τους έδωσε τη μορφή ενός γιγάντιου γυάλινου Village Cinemas για να μην πανικοβληθεί ο κόσμος) που θα μπορούσαν ίσως να κρατήσουν για λίγο τα νερά. Μια ολόκληρη σειρά από τηλεοπτικά σόου –δήθεν ριάλιτι- ξεκίνησαν για να εντοπιστούν οι Έλληνες με ταμπεραμέντο και ηρωική διάθεση. Στα υπόγεια της Ευελπίδων μια ομάδα ηρώων συγκεντρώθηκε και εκπαιδεύτηκε σε τεχνικές αντιπλημμυρικού πολέμου από ειδικούς της CIA και των X-Files. Κάθε μέλος της ομάδας είχε και μία υπερδύναμη. Ο Μπρους Γουίλις ήταν εκεί, ηγέτης, οπλισμένος με φωτογένεια και δυο γιγάντια πιστολάκια για τα μαλλιά. Η Τάμτα ήταν εκεί –θα απορροφούσε τόνους υδάτων με το σπογγώδες φουντωτό μαλλί της. Ο Γιάννης Φλωρινιώτης ήταν εκεί –θα συγκέντρωνε το φως του ήλιου ντυμένος με στραφταλιστά αξεσουάρ και θα το εξαπέλυε συμπυκνωμένο στο τείχος των υδάτων, μετατρέποντάς του σε ατμό. Ο Απόστολος Τότσικας ήταν εκεί –θα τρομοκρατούσε το επερχόμενο τσουνάμι με το υπερφυσικό υποκριτικό του ταλέντο και χειμαρρώδεις μπούκλες μαλλιών. Όλα έμοιαζαν έτοιμα. Όταν θα ερχόταν η ώρα, η Ελληνική Κυβέρνηση θα ήταν όσο μπορούσε προετοιμασμένη. Αλλά αυτό δεν θα ήταν αρκετό.
Αρχές του 20ου Αιώνα: Για Όλα Έφταιγε ο Φραπές
«Μήτσο», είπε ο Χένρι Φορντ, «δες το θαυματουργό ενεργειακό ζουμί που ανακάλυψα».
Στο τραπέζι μπροστά τους βρίσκονταν δυο ποτήρια. Το ένα ήταν γεμάτο με ένα υποκίτρινο υγρό που έζεχνε. Το άλλο με ένα σκούρο καφέ υγρό, με μπόλικο αφρό από πάνω.
«Αυτό;» είπε ο Μήτσος. «Αυτό είναι βενζίνα».
«Όχι αυτό, το άλλο. Είναι ένα εκχύλισμα κόκκων καφέ, που το κουνάς λίγο με κρύο νερό».
Οι δυο άντρες βρίσκονταν στο Ντιτρόιτ, στο εργαστήριο που έμελλε να μετατραπεί στο πρώτο εργοστάσιο της Ford. Ο Χένρι Φορντ είχε καλέσει τον αρχιμηχανικό του Μήτσο Καράμπελα, γιο μετανάστη από τα Τρίκαλα, για να κουβεντιάσουν μια ιδέα του σχετικά με το τι καύσιμα έπρεπε να χρησιμοποιήσουν στο νέο μοντέλο.
«Έχεις προσέξει πόσο καπνό βγάζουν τα αυτοκίνητα απ’ τη βενζίνα που χρησιμοποιούμε;» ρώτησε ο Φορντ.
«Έχω», είπε ο Μήτσος.
«Ίσως σε πολλά χρόνια από σήμερα, όταν όλοι οι δρόμοι είναι γεμάτοι αυτοκίνητα, αυτός ο καπνός να δημιουργήσει μια αόρατη στοιβάδα στην ατμόσφαιρα που δεν θα επιτρέπει στο φως του ήλιου να διαφύγει από την ατμόσφαιρα. Έτσι ο πλανήτης μας θα κινδυνεύσει να θερμαίνεται επικίνδυνα».
Ο Μήτσος έπαιξε το κομπολόι του και απάντησε: «Ίσως».
«Ανέπτυξα ένα νέο ενεργειακό ζουμί λοιπόν, που αντί για καπνό εκπέμπει ένα άσπρο συννεφάκι υδρατμών που μυρίζουν γιασεμί. Μια καθαρή μορφή ενέργειας που δεν θα επιβαρύνει την ατμόσφαιρα».
Ο Μήτσος πήρε στα χέρια του το ποτήρι με το καφετί υγρό. Πήρε ένα μαλακό λαστιχένιο σωληνάκι, το βύθισε στο καφέ ζουμί και ρούφηξε. Το ζουμί σκαρφάλωσε και ξεχύθηκε στο στόμα του, το πλημμύρισε. Ο Μήτσος είπε την πρώτη γουλιά φραπέ που έβρεξε το λαρύγγι Έλληνα και είπε: «Όπα αφεντικό, κούλαρε. Ετούτο εδώ είναι νέκταρ. Βάλε στο αμάξι τη μπεντζίνα».