Δύο μήνες πριν από τις εκλογές της 7ης Μαρτίου 2004, όταν ο Κώστας Καραμανλής κέρδισε για πρώτη φορά την εξουσία, πέρασα δύο τριήμερα ακολουθώντας τις περιοδείες των πολιτικών αρχηγών, του Καραμανλή στην Κρήτη και του Παπανδρέου στη Θράκη. Το αποτέλεσμα ήταν δύο τεράστια κείμενα, τα οποία τελικά έγιναν ένα μετρίου μεγέθους, αυτό. Έχω ανεβάσει και τα τρία σ’ αυτό το site -διάβασε το unedited κείμενο για τον Καραμανλή στην Κρήτη εδώ, και για τον Παπανδρέου στη Θράκη εδώ.
Τον περίμενε στην Ορεστιάδα. Ήταν γύρω στα εξήντα, φορούσε ένα λουλουδάτο πανωφόρι, μια μαύρη φούστα, και κρατούσε τα χέρια της σφιγμένα στο στήθος, σαν να προσεύχεται. Είχε ένα παράξενο χαμόγελο προσμονής και συγκίνησης. Την πρόσεξα επειδή τα μαλλιά της ήταν ένα αχνογάλαζο, νεοδημοκράτικο σύννεφο.
Η γυναίκα με τα μπλε μαλλιά στεκόταν μπροστά από ολόκληρο τον συρφετό με τις σημαιούλες, το λαό της Ορεστιάδας που θα υποδεχόταν τον επόμενο Πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ σε ένα από τα προπύργια της Δεξιάς στη Θράκη. Τα δύο πούλμαν με τους δημοσιογράφους είχαν μόλις φτάσει, και οι συνάδελφοί μου είχαν σπεύσει να κατοχυρώσουν επίκαιρες θέσεις ανάλογα με την ιδιότητά τους. Οι φωτογράφοι έπαιρναν εικόνες απ’ το πλήθος, οι καμεραμεν διάλεγαν τα καλύτερα μπαλκόνια και μετά χτύπαγαν τα κουδούνια των πολυκατοικιών, οι τηλεοπτικοί συντάκτες έψαχναν το καλύτερο μέρος για να κάνουν το stand-up, και οι εφημεριδάδες έβγαζαν τα σημειωματάρια και πλησίαζαν όπου έχει ηχεία, για να ακούνε τι θα πει.
Εγώ χάζευα τον κύριο με το σκουφί που έλεγε ΠΑΣΟΚ, τον άλλο κύριο με το περιμετρικό μουστάκι, το μωρό με την πράσινη σημαία στους ώμους του μπαμπά του. Και τη γυναίκα με τα μπλε μαλλιά.
Και μετά μια βουή εξαπλώθηκε, και το γκρίζο πούλμαν που μετέφερε τον Γιώργο Παπανδρέου, ήρθε.
Το πράσινο μίλι
Ήταν ήδη μια μεγάλη και κουραστική μέρα –και είχαμε μόλις φτάσει στα μέσα της διαδρομής. Όλα ξεκίνησαν στην ηλιόλουστη Αλεξανδρούπολη στις 11 το πρωί, όταν ο Γιώργος Παπανδρέου, ο 52χρονος Υπουργός Εξωτερικών που στις 7 Φεβρουαρίου θα εκλεγεί Πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ και ένα μήνα αργότερα θα διεκδικήσει την πρωθυπουργία, είχε βγει στην κορυφή της σκάλας του αεροσκάφους και είχε χαιρετήσει το αλαλάζον πλήθος των σημαιοφόρων που είχε μπει στην πίστα του αεροδρομίου. Ο ουρανός ήταν πεντακάθαρος και εκτυφλωτικά γαλάζιος, και τα πιτσιρίκια τραγουδούσαν και χοροπηδούσαν κρατώντας καπνογόνα, καθώς ο υποψήφιος πρωθυπουργός μιλούσε για πρώτη φορά στη Θράκη. Τραγουδούσαν το δημοφιλέστατο σύνθημα «Πάρτι, Πάρτι, στις 7 του Μάρτη, νίκη, νέα, από τη νεολαία», που αποτελεί διασκευή του γνωστού «Πάρτι, πάρτι στις 9 του Μάρτη, γκολ και ξύλο στον &$#@αρά το Θρύλο» που πρώτοι τραγούδησαν πέρσι οι ΑΕΚτζήδες. Θα ακολουθούσε μια ακόμα ομιλία στο Θέατρο της πόλης, και στη συνέχεια ο Γιώργος Παπανδρέου θα έμπαινε στο πούλμαν και θα ξεκινούσε για το βορρά.
Έτσι είναι οι πολιτικές περιοδείες: Ένα αδιάκοπο τρεχαλητό με αστυνομική συνοδεία από το ένα μέρος στο άλλο, μια επίσκεψη από πλήθος σε πλήθος, προσπαθώντας να κάνεις το κάθε πλήθος να αισθανθεί μοναδικό, και να μην μπερδέψεις τα ονόματα των πόλεων και τις φάτσες των ανθρώπων που επισκέπτεσαι. Αφού σταμάτησε στο στρατόπεδο όπου είχε υπηρετήσει το 1978, έξω από το Σουφλί, ο Παπανδρέου μπήκε μέσα στην πόλη και περπάτησε στον κεντρικό δρόμο, ανάμεσα στα καταστήματα με τα μεταξωτά, κάτω από τις χελιδονοφωλιές και τα κίτρινα δορυφορικά πιάτα Televés. Στη συνέχεια μπήκε ξανά στο γκρίζο του πούλμαν και συνέχισε προς το Διδυμότειχο, όπου η υποδοχή ήταν πιο θερμή, και ο κόσμος πιο ενθουσιώδης. Εκεί μίλησε μπροστά στο τζαμί της πόλης, και περπάτησε στον πεζόδρομο μαζί με τον κόσμο, χαιρετώντας και αγκαλιάζοντας το ευτυχισμένο πλήθος.
Όταν το πούλμαν του Παπανδρέου έφτασε στην Ορεστιάδα, τα ηχεία άρχισαν να παίζουν δυνατά, και το τραγούδι κάλυπτε τις φωνές του πλήθους, τις κόρνες και τα καπνογόνα των πιτσιρικάδων, και το πανταχού παρόν «Πάρτι, Πάρτι στις 7 του Μάρτη». Τα ηχεία έπαιζαν το «Θα τον μεθύσουμε τον ήλιο».
Στον κεντρικό δρόμο της πόλης, σε ένα μικρό βήμα ελάχιστα ψηλότερα από το επίπεδο του κόσμου, ο Γιώργος Παπανδρέου έδωσε την πιο «κομματική» του ομιλία (ανέφερε ακόμα και το 1-1-4). Ακούγοντάς τον για 4η φορά στην ίδια μέρα, άρχισα σιγά σιγά να βγάζω κάποια συμπεράσματα. Πρώτον, ο Γιώργος Παπανδρέου δεν μοιάζει με κανέναν από τους πρόσφατους κομματικούς ηγέτες. Περπατά μέσα στον κόσμο, τον χαιρετά, αφήνει τους ανθρώπους να έρθουν κοντά του, να τον αγκαλιάσουν και να τον φιλήσουν. Δεν ανεβαίνει εύκολα σε μπαλκόνια και εξέδρες, προτιμά να βρίσκεται μέσα στο πλήθος. Αυτό τον κάνει άμεσα αγαπητό, καθώς είναι και, ομολογουμένως, αυθεντικά γοητευτικός: είναι ψηλός, εντυπωσιακά αθλητικός, χαμογελαστός, με ροδαλό πρόσωπο-Πολ Νιούμαν και φωτεινό, νεανικό βλέμμα. Όταν το πλήθος τον περικυκλώνει, τσαλαπατά την προσωπική του ασφάλεια και τον αγκαλιάζει ασφυκτικά, γελά σαν παιδάκι. Έτσι δικαιολογούνται και οι σκηνές προσωπολατρείας που είδα στη Θράκη –είναι πιο εύκολο για τον κόσμο να λατρέψει κάποιον που βρίσκεται κοντά του, και μπορεί να τον αγγίξει. Ταυτόχρονα, ο Γιώργος Παπανδρέου υστερεί στις πολιτικές ομιλίες. Μιλώντας στο κοινό κομπιάζει, κάνει παύσεις, επαναλήψεις. Του λείπει η εμπειρία του μπαλκονιού, και σ’ αυτή τη φάση υπολείπεται πολύ του αντιπάλου του. Ωστόσο, στις περισσότερες ομιλίες που παρακολούθησα ο κόσμος πρόσεχε λιγότερο τα λεγόμενά του και περισσότερο τη φωνή του: Όταν μιλά δυνατά, παίρνει μια λαρυγγώδη χροιά, και το τελευταίο φωνήεν κάθε λέξης ακούγεται σαν εκπνοή, σαν να είναι λαχανιασμένος, σαν να είναι ο Ανδρέας Παπανδρέου.
Τελειώνοντας την ομιλία του, περπάτησε μέσα στο παλλόμενο πλήθος, περνώντας μπροστά από ταμπέλες με αρχικά (ΑΕΚ Ορεστιάδας, Τ.Ο. ΠΑΣΟΚ, ΚΕΠ), και μπήκε στο ασφυκτικά γεμάτο καφέ Forum, όπου συζήτησε για λίγο με νεαρούς μπροστά στις κάμερες. Βγαίνοντας λίγα λεπτά αργότερα, και κατευθυνόμενος προς το πούλμαν του, συνάντησε την πιο ένθερμη οπαδό του. Ουρλιάζοντας σαν να είχε δει τον Χούλιο Ιγκλέσιας, η γυναίκα με τα μπλε μαλλιά παραμέρισε τους σαστισμένους άντρες της προσωπικής του ασφαλείας και ρίχτηκε στην αγκαλιά του, και τον φίλησε.
Το πρόγραμμα είχε ακόμα περισσότερη προσωπολατρία το ίδιο βράδυ, στην Κομοτηνή, μια πανέμορφη πόλη, με μια καταπληκτική κεντρική πλατεία που περιβάλλεται από πεζοδρόμους, στην οποία κάθε ώρα της ημέρας μπορείς να δεις κόσμο να κάνει τη βόλτα του, παιδάκια να παίζουν μπάλα και έναν εντυπωσιακά μεγάλο αριθμό κοριτσιών στα πρώτα χρόνια της εφηβείας με καυτά μίνι. Στην προέκταση ενός από τους πεζοδρόμους είχε στηθεί το πανηγύρι της βραδιάς. Καθώς η συγκεκριμένη συγκέντρωση είχε σαν θέμα τη νεολαία, οι εξηντάρηδες ήταν λιγότεροι, και τα καυτά μίνι περισσότερα.
Ο Παπανδρέου έφτασε μέσα σε τρομερό ενθουσιασμό, απίστευτη κάπνα από τα καπνογόνα, και ασφυκτικό στριμωξίδι στο στενό πεζόδρομο. Μίλησε για λίγο στο συγκεντρωμένο πλήθος, και μετά μπήκε στο Κέντρο Πληροφόρησης Νέων, όπου είχαν ήδη καθίσει νεολαίοι, προσεκτικά διαλεγμένοι από τις ΠΑΣΠ των διαφόρων τμημάτων του Πανεπιστημίου Κομοτηνής. Τρυφερά κοριτσόπουλα, βαμμένα και ντυμένα με τα καλά τους, είχαν κολλήσει τη τζαμαρία και κοίταζαν μέσα (ήταν γκρούπις!). Δημοσιογράφοι απαγορεύτηκε να μπουν στην αίθουσα, έτσι έσπευσα στη ζεστασιά του καφέ Αστόρια στην πλατεία, για να συζητήσω σοβαρά θέματα με κάποια κομματικά στελέχη, πολύτιμα γρανάζια στη Μηχανή του ΠΑΣΟΚ.
Η Μηχανή, ένας πανίσχυρος οργανισμός με αξιοθαύμαστη οργάνωση, κινητοποιεί τα μέλη του κινήματος, και ενορχηστρώνει κάθε σκέλος της περιοδείας. Σύμφωνα με τα μέλη της, ο Γιώργος είναι ιδανικός Πρόεδρος. «Αρχηγέ, ο μικρός είναι Παπανδρέου», ήταν μια ατάκα που κατόρθωσα να υποκλέψω από ενδο-ΠΑΣΟΚική τηλεφωνική επικοινωνία. «Το χέρι είναι σπουδαίο πράγμα», μου είπε ένα μέλος της Μηχανής. «Ο Παπανδρέου δίνει το χέρι και το σφίγγει. Τον φιλάς και σε φιλάει. Ο Σημίτης δεν ήθελε ούτε να τον αγγίξεις». Πράγματι, είναι πολύ δύσκολο να αντιπαθήσεις τον Γιώργο Παπανδρέου, όποια κι αν είναι η κομματική σου ταυτότητα. Και είναι πολύ εύκολο να τον λατρέψεις, αν ψηφίζεις ΠΑΣΟΚ εδώ και 30 χρόνια, όπως πολλά από τα μέλη της Μηχανής.
Πίσω στον πεζόδρομο, ο κόσμος είχε μειωθεί αισθητά. Ο Παπανδρέου μιλούσε ακόμα με τους φοιτητές, και όσοι είχαν μείνει απ’ έξω έκαναν βόλτες για να νικήσουν το κρύο, και συζητούσαν. Μικρά συννεφάκια έβγαιναν απ’ το στόμα τους, μαζί με τα λόγια τους.
Έπιασα κουβέντα με τον Νίκο Αθανασάκη, Γραμματέα του τομέα Επικοινωνίας του κόμματος, ο οποίος έχει ένα παχύ, trademark ΠΑΣΟΚικό μουστάκι, και με τον Νομάρχη Ροδόπης Άρη Γιαννακίδη, ο οποίος δεν έχει. «Στην Ορεστιάδα είχαμε διπλάσιο κόσμο από ότι περιμέναμε», είπε ο Αθανασάκης. «Είμαστε ακόμα πολύ στην αρχή», τόνισε, «και η περιοδεία αυτή οργανώθηκε σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα. Αλλά τα πράγματα φαίνεται να πηγαίνουν μια χαρά». Ο Άρης Γιαννακίδης συμφώνησε, τόνισε πόσο καλή δουλειά έχει γίνει στο νομό του, και πρόβλεψε ότι το ΠΑΣΟΚ θα ανέβει στο 50% στη Ροδόπη αυτή τη φορά, από 49% που είχε το 2000.
Όταν ο Παπανδρέου βγήκε, ένα λεφούσι κόσμου τον περίμενε για να τον πάρει από πίσω και να τον ακολουθήσει μέχρι το γκρίζο πούλμαν. Καθώς ανέβαινε τα σκαλιά και το πούλμαν ξεκινούσε, μια γριά φώναξε «Γιώργο!», και κουνούσε το χέρι της, αποχαιρετώντας τον. Ένα δωδεκάχρονο κορίτσι, που είχε έρθει με τη φίλη της για το χαβαλέ, έκανε ένα καίριο πολιτικό σχόλιο, και έδωσε στη σκηνή τη διάσταση που της έπρεπε, φωνάζοντας αμέσως μετά, κοροϊδευτικά: «Σάκη!»
Την τελευταία μέρα της περιοδείας του στη Θράκη ο Γιώργος Παπανδρέου την πέρασε με επισκέψεις σε χωριά όπου έμεναν χριστιανοί, μουσουλμάνοι, ή και τα δύο. Χαιρέτησε τους τουρκικής καταγωγής κατοίκους της Φιλλύρας, τους χριστιανούς της Αιγείρου, χριστιανούς και μουσουλμάνους στον Ίασμο, και τους ξανθούς γαλανομάτηδες Πομάκους στη Σμίνθη και τον Εχίνο, όπου αυτό που θέλουν περισσότερο απ’ όλα είναι ένα καινούριο γήπεδο ποδοσφαίρου. Ακόμα, αποθεώθηκε από τα μέλη του ΠΑΣΟΚ στην κοπή πίτας των Νομαρχιακών Επιτροπών στο κέντρο Νεράιδα («Δεν κάνουμε πολιτική πλαστικών σημαιών», τους είπε, «αλλά πολιτική ιδεών») και σε διάφορα μπλόκα που του έστηναν σε διασταυρώσεις κάτοικοι χωριών που κατέβαιναν να τον προϋπαντήσουν. Οι σκηνές της προσωπολατρίας επαναλήφθηκαν πολλές φορές, και η γοητεία του ανδρός έγινε φανερή ακόμα και στους πιο σκεπτικιστές, δηλαδή σε εμένα.
Ο Γιώργος Παπανδρέου δεν μοιάζει με τους άλλους πολιτικούς. Φαίνεται να είναι από άλλο ανέκδοτο, να έχει βρεθεί στη Βουλή και στην κυβέρνηση από λάθος. Είναι ένας άνθρωπος που, πρώτα απ’ όλα αδιαφορεί παντελώς για τις κάμερες και τη δημοσιότητα, και έχει αποβάλλει κάθε είδους κόμπλεξ ή μεγαλοιδεατισμό σε ότι αφορά την εικόνα του και το δημόσιο προφίλ του. Κάνοντας μια μικρή έρευνα, βρήκα ένα σωρό ανθρώπους που έχουν να διηγηθούν μια ιστορία για τον Γιώργο Παπανδρέου. Ένας τον είδε ένα πρόσφατο καλοκαίρι στην Ύδρα, να φτάνει τρέχοντας σε μια παραλία 10 χιλιόμετρα από την πόλη, να βουτά στη θάλασσα, και να επιστρέφει, ολομόναχος. Κάποτεείχε εμφανιστεί στο λόμπι ξενοδοχείου όπου παρέθετε δείπνο η Μαντλίν Ολμπράιτ για τους ομολόγους της (και τον ίδιο) με φόρμα και πετσέτα. “George, πώς είσαι έτσι;” τον είχε ρωτήσει εκείνη, και της είχε απαντήσει: «Πάω μισή ωρίτσα στο γυμναστήριο και θα ‘ρθω μετά». Το 1978, όταν υπηρετούσε το στρατιωτικό του στο Γουδί, είχε βγει μόνος του στην αναφορά και είχε ζητήσει να μετατεθεί στο Σουφλί. Μόλις την επόμενη της επιστροφής του από τη Θράκη, εθεάθη να απολαμβάνει ένα δείπνο στο Yo! Sushi της Κηφισίας με τη γυναίκα του, χωρίς καμία συνοδεία, και χωρίς κάμερες.
Είπαμε, δεν είναι σαν τους άλλους πολιτικούς, που μαγεύονται από την αίγλη της ίδιας τους της καρέκλας.
Αρκεί όμως αυτό; Μπορεί ο γοητευτικός Γιώργος να καταπολεμήσει τις πιο σκοτεινές πλευρές της Μηχανής του ΠΑΣΟΚ (βλέπε Πάχτα); Αυτό μένει να το δούμε (αν βιάζεστε για απαντήσεις, γυρίστε στη συνέντευξή του, μερικές σελίδες πιο πριν). Εγώ, για να σχηματίσω ολοκληρωμένη γνώμη και να μελετήσω και το απέναντι στρατόπεδο, έπρεπε τώρα να φύγω, και να ταξιδέψω στην άλλη άκρη της χώρας, από την ηλιόλουστη Θράκη στην παγωμένη Κρήτη.
Και στη γαλάζια γωνία, ο διεκδικητής του τίτλου…
Η πρώτη ομιλία του Κώστα Καραμανλή στη μίνι-περιοδεία του στο νησί θα γινόταν σε ένα χωριό τόσο περήφανο, που το όνομά του είναι στον πληθυντικό. Στις ονομαστές Μοίρες, 50 χιλιόμετρα από το Ηράκλειο, η θερμοκρασία προσέγγιζε το μηδέν, αλλά οι καρδιές των Νεοδημοκρατών που γέμιζαν τον κεντρικό δρόμο ήταν ζεστές, και τα πρόσωπα χαμογελαστά. Ήταν μια ωραία μέρα για τη Νέα Δημοκρατία: Την προηγούμενη ο Επίτιμος Πρόεδρος Μητσοτάκης είχε ανακοινώσει ότι δεν θα είναι υποψήφιος για την επόμενη Βουλή, προκαλώντας ρίγη συγκίνησης στους πιστούς και ανοίγοντας το δρόμο και στους πιο διστακτικούς βαρόνους, ενώ ταυτόχρονα είχε ξεσπάσει και το σκάνδαλο Πάχτα, με τις αλυσιδωτές αντιδράσεις στο πράσινο στρατόπεδο. Έτσι ο ενθουσιασμός ήταν διάχυτος και εμφανής.
Μια παρατήρηση για τις ομιλίες του Καραμανλή: Είναι αλλιώτικες, πιο παραδοσιακές. Ο Παπανδρέου στη Θράκη στεκόταν σε ένα βήμα λίγα εκατοστά ψηλότερα από το έδαφος, μέσα στον κόσμο, ο Καραμανλής όμως επιλέγει να στέκεται σε μια κολοσσιαία γαλάζια εξέδρα και να απευθύνεται στο λαό από ψηλά. Ο Παπανδρέου περπατούσε μέσα στον κόσμο, χαιρετώντας και αγκαλιάζοντας –ο Καραμανλής έχει ανθρώπους που του ανοίγουν δρόμο.
«Περάστε μπροστά από την εξέδρα για να αρχίσει η ομιλία», έλεγε ένας νεαρός με μια ντουντούκα στον συγκεντρωμένο κόσμο, που πάλευε με τις ομπρέλες και το κρύο. «Περάστε μπροστά για να μην σας πλησιάσει ο Πρόεδρος», εννοούσε.
Μετά εμφανίστηκαν τα πιτσιρίκια της ΔΑΠ ΝΔΦΚ και παρατάχτηκαν μπροστά στην εξέδρα και άρχισαν να κουνάνε τα καπνογόνα και να φωνάζουν «Και Α, και ΟΥ, και ΔΑΠ νουδουφουκού» και μετά τρόμαξα λίγο επειδή φώναξαν «Ζήτω η Ελλάδα, ζήτω η θρησκεία, ζήτω η Νέα Δημοκρατία» και μετά, αν και μου πήρε λίγη ώρα να το πιστέψω, ναι, είναι αλήθεια, φώναξαν «Πάρτι, πάρτι, στις 7 του Μάρτη», και άρχισαν να χοροπηδούν εκστατικά.
Τα ηχεία έπαιζαν δυνατά Βαγγέλη Παπαθανασίου, και μετά τα άπαντα του Ξυλούρη (μια καταπληκτική εικόνα, οι γέροι που σιγοτραγουδούσαν το «Πότε θα κάνει ξαστεριά»). Πότε πότε, ο ανιματέρ της εκδήλωσης διέκοπτε τη μουσική και έλεγε «Απόψε δίνουμε μια απάντηση στην κυβέρνηση της διαφθοράς» και «Σε λίγο κοντά μας ο αυριανός πρωθυπουργός» και «Περάστε μπροστά από την εξέδρα», και το κρύο δυνάμωνε, και οι ψιχάλες πάχαιναν, μέχρι που είπε: «Και τώρα, μαζί μας ο Κώστας Καραμανλής» και το έδαφος σείστηκε από τα μπάσα, και τα ηχεία έπαιζαν εξωφρενικά δυνατά ένα κομμάτι του Σπανουδάκη που έμοιαζε με τη μουσική όταν ο Σάρουμαν έφτιαχνε το στρατό με τα Ορκ, και ο καπνός κάλυψε τα πάντα και στην εξέδρα βγήκε ο Μητσοτάκης.
Τότε άρχισε να βρέχει.
Ήταν μια τυπική πολιτική συγκέντρωση, με κόσμο από τα γύρω χωριά να έχει καταφτάσει με πούλμαν, με σημαίες, με συνθήματα, με ανθρώπους στα γύρω μπαλκόνια, με κόρνες και καπνογόνα. Ταυτόχρονα όμως ήταν και μια στιγμή ιστορική για τη Νέα Δημοκρατία: Για πρώτη φορά ο Επίτιμος ανέβαινε μαζί με τον Καραμανλή στην ίδια εξέδρα, και μιλούσαν μαζί στο συγκεντρωμένο λαό. Ο ενθουσιασμός ήταν διάχυτος, στα πιτσιρίκια μπροστά στην εξέδρα, αλλά και στους γηραιότερους κατοίκους που προστατεύονταν από τη βροχή κάτω από ένα μπαλκόνι, δίπλα μου. Δεν κόπασε ούτε όταν ο Μητσοτάκης υπέπεσε σε ένα μικρό fauxpas, μαλώνοντάς τους επειδή, ακόμα κι όταν είχαν Κρητικό πρωθυπουργό (δηλαδή τον ίδιο), ψήφιζαν ΠΑΣΟΚ. Το μόνο παράπονο του κόσμου ήταν οι ομπρέλες: Ήταν πάρα πολλές και τους εμπόδιζαν να δουν καθαρά την εξέδρα.
Το σημαντικότερο προσόν του Κώστα Καραμανλή είναι η ομιλία του. Τα λέει ωραία. Ίσως φταίει η εμπειρία επτά χρόνων, ίσως να το έχει και λίγο έμφυτο, πάντως η άρθρωσή του είναι σωστή, ο λόγος του ρέει, μιλά άνετα εκτός κειμένου, μαθαίνει τα λόγια του απ’ έξω, δεν κομπιάζει. Και οι ίδιοι οι λόγοι είναι καλογραμμένοι, χωρίς πολλές κορώνες, περιεκτικοί και συμπυκνωμένοι, μεστοί σε νοήματα και περιεκτικοί σε εκφράσεις. Μερικές φορές το παρακάνει με τα φωνητικά τσαλίμια και τις υπερβολικές χειρονομίες, βέβαια, και όταν προσπάθησε να διακόψει τα αλλεπάλληλα συνθήματα λέγοντας κάτι σαν «Εσείς τα είπατε, να πω κι εγώ τώρα;» ακούστηκε λίγο ψεύτικος, υπερβολικά θεατρικός. Και η φωνή του δεν προσφέρεται για πολλή κουβέντα. Πάντως μίλησε όμορφα. «Θέλω να κρατάτε ελληνικές σημαίες», είπε, «όχι κομματικές». Μίλησε για την υπόθεση Πάχτα, αλλά όχι πολύ εκτεταμένα. Έδωσε βάρος στον κεντρώο προσανατολισμό που πρέπει να έχει το κόμμα. Μίλησε για τα μέτρα που θέλει να λάβει η ΝΔ για τη γεωργία και την ανεργία. Και όταν ακούστηκε το έβδομο «ΟΥ» σε μια από τις πολλές αναφορές του στο ΠΑΣΟΚ, δεν δίστασε να μαλώσει το πλήθος. Δίπλα του (ή μάλλον, από πάνω του), η ομολογουμένως μεγαλειώδης φιγούρα του Μητσοτάκη του προσέφερε στήριξη και κύρος. Είκοσι λεπτά μετά την θεαματική του άνοδο στην εξέδρα, και ενώ η βροχή συνέχισε να πέφτει μανιασμένα, ο Καραμανλής έκλεισε την ομιλία του και χαιρέτησε το κοινό (κουνώντας τα χέρια λίγο άχαρα, σαν να καθαρίζει τζάμια), καθώς οι καπνοί έπνιγαν πάλι την εξέδρα και τα ηχεία έπαιζαν ξανά Σπανουδάκη. Οι Πρόεδροι φυγαδεύτηκαν στις MercedesE200 που περίμεναν πίσω από την εξέδρα και έφυγαν. Λέγεται ότι λίγα λεπτά μετά το πέρασμα της Mercedes του Μητσοτάκη, ξεκίνησε η πρωτοφανής χιονοθύελλα που έπνιξε ολόκληρο το νομό («από το 1936 είχε να πέσει τόσο χιόνι», μου είπε ένας ντόπιος). Το πουλμανάκι των δημοσιογράφων χρειάστηκε 4 ώρες για να περάσει τα χιόνια και να φτάσει στο Ηράκλειο, 50 χιλιόμετρα βορειότερα.
Μπορεί πάνω στην εξέδρα και μπροστά στις κάμερες να τα λέει καλά, αλλά κάτω από αυτήν είναι αλλιώτικος: Είναι βλοσυρός. Γιατί είναι βλοσυρός; Στις δύο μέρες που τον ακολούθησα στην Κρήτη άκουσα διάφορες ερμηνείες: «Έχει τσαντιστεί που ο Μητσοτάκης τον κουβάλησε στην Ιεράπετρα για να προωθήσει τον Πευκιανάκη» μου είπε κάποιος. «Έχει κουραστεί από τις περιοδείες 7 χρόνων», μου είπε ένας άλλος. «Τίποτα δεν έχει», μου είπε κάποιος, που μάλλον ήξερε καλύτερα. «Απλά αυτό είναι το στυλ του».
Το πρωί της δεύτερης μέρας ο Κώστας Καραμανλής επισκέφθηκε τον Ανδρέα Ανδρεαδάκη, έναν άνδρα με ολική αναπηρία, που έχει φτιάξει το σπίτι του έτσι ώστε να μπορεί να αυτοεξυπηρετείται. Εκεί συνομίλησε με τον ίδιο (έναν πολύ γοητευτικό και καλλιεργημένο άνθρωπο) και άλλους τρεις ανθρώπους με αναπηρίες, και μετά έφυγε, βλοσυρός και βιαστικός, μπήκε στη Mercedes και προχώρησε προς τα ανατολικά.
Έξω από το Βραχάσι, ένα χωριό του Λασιθίου, είχε στηθεί ένα εορταστικό μπλόκο στην Εθνική οδό, και οι κάτοικοι περίμεναν τον Καραμανλή για να τον χαιρετήσουν. Χρόνιο πρόβλημα του χωριού, ο Καποδίστριας. Ο επίμαχος νόμος έχει ενώσει το χωριό τους με τη Νεάπολη, ένα μεγαλύτερο χωριό με το οποίο διατηρούν έχθρα που κρατά πολλές γενιές. «Θέλουμε να πάμε με τον Άγιο Νικόλαο, με τα Μάλλια, με οποιονδήποτε άλλο δήμο, δεν μας νοιάζει», μου είπε ένας χαρούμενος κάτοικος, με ένα περήφανο τσουλούφι να δραπετεύει από την κουκούλα και να του πέφτει στα μάτια, και ένα πελώριο χαμόγελο κάτω απ’ το πυκνό του μουστάκι. «Απλά δεν θέλουμε να είμαστε μ’ αυτούς. Δεν τους πάμε». Ενθουσιώδεις και χαρωποί, οι χωρικοί αψήφησαν το κρύο, το χιόνι που είχε καλύψει το έδαφος, και τις παγωμένες ψιχάλες, και έσπευσαν να τον υποδεχτούν. Ανάμεσά τους, gueststar, ο Κώστας Ζουράρις, που κατάγεται από τα μέρη, και είχε έρθει για να διαδηλώσει κι αυτός.
Οι ντόπιοι είχαν στρώσει και ένα τραπεζάκι με λιχουδιές και τσικουδιά, και κάποιος κρατούσε μια ομπρέλα πάνω του, για να μη βραχεί. Μετά ήρθαν οι Mercedes, και σταμάτησαν μακριά από το τραπεζάκι, και όλο το χωριό έπεσε πάνω τους, και ο Μητσοτάκης βγήκε από το αυτοκίνητο και άρχισε να βρέχει.
Οι δύο Πρόεδροι επιβεβαίωσαν στους κατοίκους τις υποσχέσεις τους για τοπικά δημοψηφίσματα για τις περιπτώσεις που οι κάτοικοι διαφωνούν με το νόμο Καποδίστρια, και αμέσως μπήκαν ξανά στα αυτοκίνητα και έφυγαν, παίρνοντας μαζί τους και τον Ζουράρι. Οι κυρίες του χωριού έμειναν με τα πιάτα στα χέρια –δεν είχαν προλάβει να φτάσουν τις Mercedes.
Τι προσπαθεί να κάνει ο Καραμανλής; Αυτό προσπαθούσα να αποκρυπτογραφήσω. Βλέποντάς τον να μιλάει και να κινείται ανάμεσα στον κόσμο, κατέληξα στο συμπέρασμα ότι προσπαθεί να καλλιεργήσει το προφίλ του παραδοσιακού πολιτικού ηγέτη. Απόμακρος, ακριβοθώρητος, φαίνεται να θέλει να περιβάλλει τον εαυτό του με το μεγαλείο του Προέδρου, του Αρχηγού, που συνεπαίρνει τα πλήθη από την εξέδρα και το μπαλκόνι, με την προσωπική του γοητεία και αυτή τη μαγεία που την έχουν μόνο μερικοί πολιτικοί και οι σταρ. Ο Κώστας Καραμανλής προσπαθεί να γίνει ηγέτης τύπου Παπανδρέου, Καραμανλή, Μητσοτάκη. Υπάρχουν όμως δυο προβλήματα. Πρώτον, η εποχή των ηγετών αυτού του τύπου έχει περάσει, πιθανότατα ανεπιστρεπτί. Δεύτερον, ο Κώστας Καραμανλής ενώ έχει το χάρισμα του λόγου, είναι αμφίβολο αν έχει το Χάρισμα του λαϊκού ηγέτη, με τον οποίο ταυτίζεται.
Αυτό φάνηκε χαρακτηριστικά κατά την είσοδό του στο (σχεδόν γεμάτο) κλειστό γυμναστήριο της Ιεράπετρας, όπου ενθουσιώδεις Νεοδημοκράτες τον περίμεναν, κουνώντας μεγάλες κομματικές σημαίες (αξία: 15€ η μία). Καθώς έμπαινε από την κεντρική είσοδο, και ενώ η μουσική του Σπανουδάκη δονούσε το κτίριο, πολλοί οπαδοί έσπευσαν να τον χαιρετήσουν. Αυτό δεν ήταν και πολύ εύκολο. Αρκετοί παρατρεχάμενοι είχαν σπεύσει να ανοίξουν δρόμο για να περάσει ο Πρόεδρος προς την εξέδρα, και απωθούσαν όποιον τολμούσε να πλησιάσει, με υπερβολικό ζήλο, δημιουργώντας μια ένταση που δεν χρειαζόταν. Κάποιος προσπάθησε να σφίξει το χέρι του Καραμανλή, αλλά τον έσπρωξαν, και τελικά του τράβηξε λίγο το μανίκι. Ο Πρόεδρος, βλοσυρός, έριξε μισό βλέμμα προς την κατεύθυνση του δράστη, και μετά οι παρατρεχάμενοι τον φυγάδευσαν γρήγορα προς την εξέδρα. Ήταν σαν να τον πήγαιναν σηκωτό. Αυτό το άγριο βλέμμα που ρίχνει στους θερμόαιμους fans, μπορεί κανείς να το διακρίνει εύκολα και στην τηλεόραση
Αμέσως από πίσω, ερχόταν ο Μητσοτάκης. Αν και αντιπαθής σε πολύ κόσμο, και οπωσδήποτε καθόλου γοητευτικός, ο Επίτιμος διατηρεί στα 86 του ένα παράστημα που ξαφνιάζει. Κι αυτόν έσπευσαν να τον χαιρετήσουν πολλοί –ίσως ακόμα περισσότεροι κι από ότι τον Καραμανλή-, και σ’ αυτόν άνοιγαν δρόμο οι παρατρεχάμενοι. Αλλά κανείς δεν τον πήγαινε σηκωτό. Ο Μητσοτάκης προχωρά με το ρυθμό που θέλει ο ίδιος, και κανείς δεν τον τραβάει, επειδή έχει το κύρος και το μεγαλείο του ηγέτη, το Χάρισμα που προκαλεί defacto σεβασμό σε φίλους και αντιπάλους. Το είχε και ο Παπανδρέου, το είχε και ο Καραμανλής. Δεν το έχει ο Κώστας. Πιθανότατα δεν το έχει ούτε ο Γιώργος, καθώς στην περίπτωσή του η προσωπολατρία οφείλεται περισσότερο στην πηγαία γοητεία του, παρά στο μεγαλείο του. Αλλά ο Γιώργος μοιάζει και να μην το θέλει, να μην το χρειάζεται. Ο Κώστας Καραμανλής το θέλει αυτό το μεγαλείο, αυτό το Χάρισμα, το επιζητά αλλά, αφού δεν το έχει αποκτήσει στα 7 χρόνια που είναι αρχηγός κόμματος, πιθανότατα δεν θα το αποκτήσει ποτέ.
Και είναι κρίμα, γιατί μετά ανεβαίνει στο βήμα και μιλά ξανά πολύ όμορφα. Σαν χαρακτήρας και σαν ηλικία και σαν ιδιοσυγκρασία είναι σαφώς πιο κοντά στον Γιώργο, παρά στους παλιούς πολιτικούς που θαυμάζει. Ο στόμφος του δεν ταιριάζει με τον ουσιαστικό, μοντέρνο λόγο του. Ίσως θα έπρεπε να έχει υιοθετήσει ένα πιο σύγχρονο πολιτικό προφίλ, πιο κοντά σ’ αυτό που είναι πραγματικά. Ίσως θα έπρεπε να είναι πιο χαλαρός, να λέει καλαμπούρια, από αυτά που υποτίθεται ότι λέει σε πιο ιδιωτικές στιγμές.
Τώρα πια είναι πολύ αργά για αλλαγές, πάντως. Για τον Καραμανλή το τέλος του δρόμου είναι κοντά. Προσπάθησα πολλές φορές να μαντέψω τι σκέφτεται, λίγες εβδομάδες πριν από την πραγματοποίηση του ονείρου του, ή την πολιτική του συνταξιοδότηση. Βλοσυρός και απόμακρος, στις δύο μέρες που τον ακολούθησα, δεν άφησε κανέναν να τον πλησιάσει αρκετά, για να καταλάβει. Μόλις τελείωσε την ομιλία του στην Ιεράπετρα, χαιρέτησε το πλήθος, κατέβηκε από την εξέδρα, μπήκε στη Mercedes και έφυγε. Και μόλις το μικρό νοικιασμένο αεροπλάνο που μετέφερε τον Μητσοτάκη απογειώθηκε από το αεροδρόμιο του Ηρακλείου, ο ήλιος βγήκε πάλι στην Κρήτη.
Τώρα, φαντάζομαι, θα θέλετε να διαβάσετε το τελικό συμπέρασμα. Ποιος νικάει στην αναμέτρηση των δρόμων. Πέρασα τέσσερις ημέρες στις περιοδείες των δύο κομμάτων, και τα συμπεράσματα είναι πολλά και διάφορα. Το ΠΑΣΟΚ, ας πούμε, διαθέτει έναν γιγάντιο κομματικό μηχανισμό. Η Νέα Δημοκρατία, ακόμα και τώρα, ακόμα και μ. Π. (μετά Πάχτα), σε κάθε βαθμίδα της, από τα κορυφαία στελέχη μέχρι τους πολιτικούς συντάκτες που την καλύπτουν, δείχνει να φοβάται. Ίσως να τρέμει μια νέα απρόσμενη ήττα, και επιμένει να αυτοπροσδιορίζεται με βάση το ΠΑΣΟΚ και τα λάθη του. Ο Γιώργος είναι πιο γοητευτικός από τον Κώστα. Ο Κώστας το θέλει περισσότερο από τον Γιώργο. Τελικά, ποιος είναι καλύτερος;
Ρώτησα ακριβώς αυτό το πράγμα τον Κρητίκαρο από το Βραχάσι, που περίμενε τον Καραμανλή μέσα στην παγωμένη βροχή, με το τσουλούφι που ξεχείλιζε από την κουκούλα και είχε βραχεί και κολλούσε στο μέτωπο. Αυτός χαμογέλασε ακόμα πιο πλατιά, και μου είπε: «Ο καλύτερος είναι αυτός που θα κάνει αυτό που ζητάμε. Θα ψηφίσουμε αυτόν που θα μας υποσχεθεί τη λύση. Κι αν δεν μας την προσφέρει, την άλλη φορά θα τον μαυρίσουμε. Αυτό δεν ζητάει ο καθένας; Μια λύση στα προβλήματά του. Εσύ τι ζητάς;»