Για πάρα πολύ καιρό μελετούσα την ελληνική κρίση και την πτώχευση και τις συνέπειές της, και διάβαζα τα ενδιαφέροντα πράγματα που γράφονταν γι’ αυτήν, και έγραφα και κάποιες από τις δικές μου ιδέες για τα γιατί και τα πώς. Είναι ένα θέμα συναρπαστικό, το σημαντικότερο της γενιάς μας χωρίς αμφιβολία, και όλη αυτή η μελέτη ήταν χρήσιμη, είχε αποτέλεσμα. Μου έδωσε τη δυνατότητα να καταλάβω καλύτερα πώς λειτουργεί το μέρος στο οποίο ζω και γιατί συμβαίνουν όλα αυτά τα τρομερά εδώ, και μου έδωσε και την ευκαιρία να γνωρίσω καλύτερα τους ανθρώπους που ζουν γύρω μου. Ήταν μια περιπέτεια. Το αποτέλεσμά της δεν ήταν χαρούμενο ή αισιόδοξο, αλλά έτσι γίνεται συνήθως με τις αληθινές ιστορίες: Μερικές φορές δεν έχουν happy ending.
Και μετά, σταμάτησα.
Εδώ και λίγο καιρό έχω σταματήσει να γράφω για τις εξελίξεις στην ελληνική τραγωδία, κι αυτό μπορεί να το έχεις παρατηρήσει. Έχω επίσης -κι αυτό δεν μπορείς να το ξέρεις- σταματήσει να διαβάζω πολλά πράγματα για το θέμα. Δεν το έκανα επίτηδες, τουλάχιστο στην αρχή. Διάφοροι παράγοντες χρονικοί μου επέβαλλαν μιαν απομάκρυνση από το θέμα, και όταν μπόρεσα να έχω λίγο χρόνο για να ασχοληθώ ξανά με την κρίση και τις συνέπειές της, εμ, δεν το έκανα. Σταμάτησα. Έκανα ένα διάλειμμα.
Εδώ θα σου γράψω για λίγο τι μου έμαθε αυτό το διάλειμμα.
Η ζωή μας και ο τρόπος που λειτουργούμε μέσα σε αυτή υπαγορεύεται από μια σειρά από ψευδαισθήσεις (“όλα θα πάνε καλά”, “έχω δίκιο”, “μ’ αγαπάει”) κυρίαρχη ανάμεσα στις οποίες είναι η ψευδαίσθηση ότι όλοι οι άνθρωποι στη Γη είναι, κατά βάση, το ίδιο. Και συγκεκριμένα, ότι είναι το ίδιο με εμένα. Ή εσένα -όποιον το σκέφτεται τέλος πάντων, καταλαβαίνεις τι εννοώ. Ακόμα και οι ουραγκοτάγκοι της Χρυσής Αυγής έχουν αυτή την ψευδαίσθηση, κι ας την καταπιέζουν, όπως τόσα άλλα. Νομίζουμε όλοι πως οι άλλοι άνθρωποι που κατοικούν στον τρίτο απ’ τον ήλιο πλανήτη είναι κλώνοι μας που, λόγω κουλτούρας, μόρφωσης, καταγωγής ή άλλων επιφανειακών λόγων έχουν πάρει το στραβό το δρόμο και δεν σκέφτονται ακριβώς όπως εμείς, άρα έχουν άδικο.
Είναι μια ψευδαίσθηση ευρύτατα διαδεδομένη.
Στην πραγματικότητα οι άλλοι άνθρωποι, καίτοι γενετικά σχεδόν πανομοιότυποι, είναι πολύ διαφορετικοί από εσένα μέσα στα μυαλά τους. Εντελώς ετερόκλητοι στον τρόπο που βλέπουν τον κόσμο και τα πράγματα. Ο καθένας μας κοιτάζει την πραγματικότητα μόνο με έναν τρόπο -μέσα από τα μάτια του- και κανένας άλλος στη Γη δεν μπορεί να δει την πραγματικότητα με τον ίδιο τρόπο, γιατί όλοι έχουν άλλα μάτια, άλλα οπτικά νεύρα, κι άλλα μυαλά. Γι’ αυτό κάθε άνθρωπος είναι εντελώς διαφορετική, μεμονωμένη περίπτωση. Γι’ αυτό στην πραγματικότητα είναι πολύ δύσκολο να πείσεις οποιονδήποτε για οτιδήποτε.
Καθ’ όλη τη διάρκεια της οικονομικής και κοινωνικής κατάρρευσης της χώρας μας γίνονταν προφανή, ξανά και ξανά, τα αίτια, οι συνέπειες, τα λάθη και οι ευθύνες. Ήταν εκεί, πια, μπροστά, πεντακάθαρα, τρισδιάστατα, ανάγλυφα. Οι λύσεις δεν ήταν. Λύσεις καθαρές δεν υπήρχαν και δεν υπάρχουν. Αλλά δεν χρειάστηκε να μπλέξουμε μ’ αυτά τα δύσκολα: Καθώς η χώρα κατέρρεε, οι άνθρωποι, οι συμπεριφορές και οι νοοτροπίες που την οδήγησαν στην κατάρρευση ανέλαβαν το χρέος της διαχείρισής της, θυμίζοντας στην πορεία της αιτίες της, σε κάθε βήμα.
Στην πτωχευμένη Ελλάδα οι φωνές που ακούγονται δεν είναι της αυτογνωσίας, της μεταμέλειας, της φρόνησης και της λογικής -είναι οι φωνές του λαϊκισμού, της γκρίνιας, της κλάψας, του μίσους και της απάτης. Αυτό είναι πλέον τετελεσμένο. Μπορεί στην αρχή πολλοί από εμάς τους αφελείς να πιστεύαμε ότι, δε μπορεί, μέσα από το βούρκο κάτι ενδιαφέρον και φιλόδοξο θα βγει, αλλεπάλληλες εκλογές (υπέροχες!) και η πραγματικότητα ωστόσο έσπευσαν γρήγορα να μας διαψεύσουν. Τίποτα ενδιαφέρον και φιλόδοξο δε βγήκε. Ο κυρίαρχος πολιτικός λόγος κυμαίνεται από τη συνωμοσιολογία και την αναμάσηση του μύθου του λαουτζίκου-θύματος κακών αγορών/πολιτικών/παγκοσμίων δυνάμεων και τις φαντασιώσεις πεθαμένων σοσιαλιστικών προτύπων, μέχρι την αγωνία του λαμόγιου που του κόβουν την παροχή μαύρου χρήματος και την ανάδυση του φασισμού από τα βορβορώδη βάθη στη βορβορώδη επιφάνεια (όπου τώρα επιπλέει, γύρω μας, σα σκατά).
Το μόνο αληθινά νέο πράγμα που έχει αναδείξει μέχρι τώρα η κρίση σ’ αυτή τη χώρα είναι οι ναζί.
Οπότε το ερώτημα που τίθεται είναι: Τι νόημα έχει;
Τι νόημα έχει η μελέτη και η καταγραφή και η αναπαραγωγή και ο στοχασμός; Ναι υπάρχουν προφανή οφέλη -υπήρξαν στην αρχή, τουλάχιστον. Αλλά τώρα, τρία χρόνια μετά την αρχή του τέλους, ό,τι ήταν να μάθουμε το μάθαμε. Κάποιοι καταλάβαμε τι έγινε. Είδαμε πώς αντέδρασαν οι συμπολίτες μας σ’ αυτά που συμβαίνουν. Καταλάβαμε τι σόι κόσμος ζει γύρω μας, ποια είναι τα μυαλά που κουβαλάν. Τώρα; Μπορούμε να διαβάζουμε τι γράφει ο Καλύβας στην Καθημερινή και ο Γεωργελές στην Athens Voice και τόσοι άλλοι εκεί στα ίντερνετς, ξανά και ξανά, μια εύγλωττη καταγραφή της πραγματικότητας που επιβεβαιώνει τις πλάνες και υπογραμμίζει τα λάθη και στηλιτεύει το μίσος, αλλά για ποιο σκοπό, πια; Κάποια στιγμή άρχισα να έχω την αίσθηση πως όλα αυτά τα είπαμε. Το λήξαμε.
Η χώρα αυτή είναι ο ψεκασμένος Καμμένος με τους υδατάνθρακες, ο αιώνιος συνδικαλιστής φοιτητής με την καύση του διοξειδίου του άνθρακα, ο 20χρονος ποδοσφαιριστής που χαιρετά ναζιστικά χωρίς να ξέρει τι σημαίνει “ναζί” (τι είναι χειρότερο, άραγε, να είσαι Ναζί ή να μην ξέρεις τι είναι “Ναζί”;), οι λαϊκιστές πολιτικοί που προσπαθούν να εξαργυρώσουν την πτώχευση μιας άλλης χώρας σε ψήφους, ο Τράγκας στον Σκάι και οι δημοκρατικά εκλεγμένοι βουλευτές που κατουράνε τηλεοπτικά κανάλια. Αυτό είμαστε, γι’ αυτό φτάσαμε σ’ αυτό το επίπεδο κατάρρευσης, κι αυτό δεν αλλάζει μέσα σε τρία χρόνια με λίγα ψύχραιμα άρθρα στο ίντερνετ.
Τις εβδομάδες που δεν προλάβαινα να παρακολουθήσω καλά την επικαιρότητα έχασα πολλές πληροφορίες (για την Κύπρο, ας πούμε), αλλά κέρδισα κάτι άλλο: Ηρεμία και προοπτική. Δεν θα υποστηρίξω εδώ ότι η αυτιστική απομάκρυνση από την πραγματικότητα είναι ιδανική λύση, αλλά διαπιστώνω ότι είναι, έστω και πρόσκαιρα, μια λύση. Η ζωή ενός Homo sapiens στον κόσμο του 2013 μπορεί να είναι κάτι το τρομερά πλούσιο και ενδιαφέρον, γεμάτο δραστηριότητες και ερεθίσματα τα οποία, χάρη στην τεχνολογία, είναι αμέτρητα, απειράριθμα, πολυποίκιλα και, ενίοτε, χαοτικά. Μερικές φορές, διαπιστώνω, έχει νόημα κάποια από τα ερεθίσματα να τα αγνοούμε επίτηδες. Μερικές φορές έχει νόημα να δίνουμε την έμφαση σε άλλα. Η επιλογή είναι δύσκολο πράγμα. Διαπιστώνω με κάποια ανακούφιση ότι αξίζει τον κόπο.
Γι’ αυτό προτείνω, με όλο το θάρρος, τα εξής: Για ένα συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, σταμάτα να παρακολουθείς τι γίνεται με την κρίση. Μην διαβάζεις πολλά στο ίντερνετ, μην παρακολουθείς τα νέα, φυσικά μη βλέπεις τηλεόραση (γενική και διαχρονική συμβουλή, αυτή). Διάβαζε άλλα. Για τέχνη, για τεχνολογία, για επιστήμη, ό,τι σε ενδιαφέρει. Βλέπε βιντεάκια με γατάκια στο YouTube. Διάβασε λογοτεχνία. Αν μπορείς, πήγαινε ταξίδια μακρινά. Όχι για πάντα -για λίγο. Αξίζει τον κόπο και η ψυχική ηρεμία θα αντισταθμίσει το άγχος της αποκόλλησης από το “τι γίνεται” με το παραπάνω.
Και μετά; Τι να σου πω. Μετά συνέχισε να αφαιρείς ερεθίσματα που φθείρουν ή δεν έχουν νόημα, μέχρι να μείνει μια κρίσιμη μάζα πραγμάτων, ένας πυρήνας ζωής που μπορεί να σε απομονώνει σε μια φούσκα αρκετά πιο μικρή, αλλά καλύτερη. Ή ξαναγύρνα. Ό,τι θες.
Εγώ το έκανα το διάλειμμα. Ήταν ένα διάστημα περίεργο, αλλά από πολλές απόψεις γόνιμο. Γι’ αυτό το συστήνω, τώρα που, όπως δείχνουν τα πράγματα, σιγά σιγά τελειώνει.
Κι επιστρέφω.