1.
Το 2003 η Ολλανδική κυβέρνηση αποφάσισε να ξεκινήσει μια προσπάθεια μείωσης του κόστους της γραφειοκρατίας για τις επιχειρήσεις. Το κόστος αυτό περιλαμβάνει όλες τις διαδικασίες που χρειάζεται να ακολουθήσει μια επιχείρηση στις συναλλαγές της με το κράτος. Για παράδειγμα, αν η επιχείρηση πρέπει να κάνει δήλωση ΦΠΑ κάθε τρίμηνο, ο χρόνος του λογιστή της έχει ένα κόστος. Οι Ολλανδοί ήθελαν να μειώσουν όλα τα κόστη των εταιριών στις συναλλαγές τους με το κράτος κατά 25% μέχρι το 2007, αλλά υπήρχε ένα πρόβλημα: Δεν ήξεραν πόσα ήταν αυτά τα κόστη. Κανένας δεν είχε μετρήσει πόσο ήταν αυτό το βάρος για τις επιχειρήσεις, κι αυτό ήταν λογικό, γιατί πρόκειται για ένα κόστος που μετριέται περισσότερο σε χρόνο και σε νεύρα, και δύσκολα περνάει στους ισολογισμούς. Οπότε οι Ολλανδοί αποφάσισαν να κάνουν το εξής: Να το μετρήσουν.
Έφτιαξαν ομάδες που μελέτησαν τους νόμους, απομόνωσαν από αυτούς τις υποχρεώσεις που υπάρχουν για τις επιχειρήσεις, και χαρτογράφησαν όλα τα βήματα που πρέπει να κάνει μια επιχείρηση, με κάθε λεπτομέρεια. Μετά πήγαν στις επιχειρήσεις και τις ρώτησαν, δούλεψαν μαζί τους, και μελέτησαν τον τρόπο με τον οποίο ανταποκρίνονται σε όλα αυτά τα βήματα, και ανέπτυξαν αλγόριθμους για να επεξεργαστούν όλα αυτά τα στοιχεία και να φτάσουν σε ένα νούμερο. Το αποτέλεσμα αυτό χρησιμοποιήθηκε για να απλοποιηθούν διαδικασίες και να καταργηθούν περιττά βάρη για τις επιχειρήσεις, και ο στόχος του 25% επετεύχθη τόσο εύκολα, που οι Ολλανδοί αποφάσισαν να προχωρήσουν με την μείωση ακόμα 25% μέχρι το 2011. Και το κατάφεραν κι αυτό. Τώρα προχωρούν εφαρμόζοντας την ίδια μεθοδολογία για να απλοποιήσουν τις διαδικασίες που αφορούν στους πολίτες, με προτεραιότητα τις ευπαθείς ομάδες, ενώ παράλληλα διάφορες χώρες από την υπόλοιπη Ευρώπη έχουν αρχίσει να την εφαρμόζουν και στη δική τους κρατική μηχανή.
Αυτό, βεβαίως, είναι κάτι που έκαναν οι Ολλανδοί, οι οποίοι είναι ψυχροί και βόρειοι, και επιπλέον είναι και ιδιαίτερα τσιπίκουλες, αν πιστέψει κανείς τα στερεότυπα που κυκλοφορούν (η μικρή προσωπική μου εμπειρία τα επιβεβαιώνει). Εδώ είναι νότος. Εδώ δεν έχουμε τέτοιες μεθοδολογίες και κουραφέξαλα. Σύμφωνα με τη “Λευκή Βίβλο”για τη διακυβέρνηση” στην Ελληνική Δημόσια Διοίκηση καταγράφονται 27.995 “αρμοδιότητες”. Στη διαδικασία σύστασης μιας ΕΠΕ εμπλέκονται πάνω από 10 δημόσιοι φορείς, ενώ ο υποψήφιος επιχειρηματίας θα πρέπει “να συμμορφωθεί με νομικές υποχρεώσεις 115 διαφορετικών ρυθμιστικών κειμένων”.
Εδώ είναι Ελλάδα.
Τι θα έλεγες λοιπόν αν σε ενημέρωνα πως στην Ελλάδα υπάρχουν κάποιοι δημόσιοι υπάλληλοι που το 2008 βάλθηκαν να εφαρμόσουν τη μεθοδολογία των Ολλανδών στην Ελληνική κεντρική διοίκηση; Και πώς θα σου φαινόταν αν μάθαινες πως αυτοί, και πολλοί άλλοι σαν αυτούς, εκατοντάδες τέτοιοι, πέρασαν και περνούν βράδια ξενυχτώντας στα γραφεία τους, ή συγκεντρωμένοι σε σπίτια με δική τους πρωτοβουλία, σκυμμένοι πάνω από λάπτοπ, κάνοντας δουλειές απαραίτητες για να γίνουμε κάποτε κι εμείς κανονική χώρα;
Ε, είναι αλήθεια. Ζουν ανάμεσά μας.
2.
“Ένα κομμάτι του Δημοσίου, αυτό που έχουν στο μυαλό τους οι περισσότεροι, μου θύμισε πολύ έντονα το σχολείο. Αυτό, που μαζευόμαστε, κάνουμε συνέλευση για να κάνουμε κατάληψη, που υπάρχει το δεκαπενταμελές, που μας νοιάζει μόνο η εκδρομή. Το έζησα κι αυτό, το είδα από κοντά”.
Ο Λεωνίδας Χριστόπουλος είναι 34 χρονών, απόφοιτος του Παντείου, με μεταπτυχιακό από το Warwick στη Διεθνή Πολιτική Οικονομία. Σπούδασε στη Σχολή Δημόσιας Διοίκησης, και έχει περάσει από διάφορες θέσεις σε διάφορες εσχατιές του ελληνικού Δημόσιου τομέα. Συναντηθήκαμε σε καφέ της πλατείας Συντάγματος, δίπλα στο Υπουργείο Ανάπτυξης όπου δουλεύει σήμερα, και μιλήσαμε για διάφορα πράγματα, συμπεριλαμβανομένου του έργου καταγραφής της γραφειοκρατίας σύμφωνα με το Ολλανδικό μοντέλο, στο οποίο συμμετείχε. Η αποπάνω παρομοίωση, την οποία βρήκα ευφυή, αναφέρεται στη θητεία του στη Γενική Γραμματεία Ενέργειας του Υπουργείου Ανάπτυξης, όπου πήγε στις Αρχές του 2007.
“Ήταν μια κλασική δημοσιοϋπαλληλική θέση, έβγαζα εντολές πληρωμής για αυτούς που χρηματοδοτούνταν από το ΕΣΠΑ”, λέει. “Πήγαινα επτάμιση ώρες την ημέρα, και τις μισές δεν είχα αντικείμενο. Υπήρχε καλό προσωπικό εκεί, ήταν μια υπηρεσία που βασίζεται πολύ σε μηχανικούς. Αλλά υπήρχαν και άλλοι, οι άνθρωποι που δεν μπορούν να χειριστούν έναν υπολογιστή, και γι’ αυτό σε βλέπουν σαν απειλή”.
Αυτό που δεν μπορούσα να καταλάβω είναι το εξής: Ο Λεωνίδας Χριστόπουλος είναι ένας μορφωμένος άνθρωπος, είχε τα πτυχία του, τις προοπτικές του, και ήθελε να γίνει δημόσιος υπάλληλος. Αυτό δεν το χωράει ο νους μου -και μετά τις συζητήσεις μας, εξακολουθώ να μην το καταλαβαίνω πάρα πολύ καλά. Βέβαια, πολλά πράγματα δεν καταλαβαίνω. Ας πούμε, κάποιοι πάνε με τη θέλησή τους και γίνονται διαιτητές. Οι άνθρωποι είναι περίπλοκα όντα.
Ο Χριστόπουλος ξεκίνησε την καριέρα του ως άμισθος εθελοντής -ναι, σωστά διαβάζεις- στη Γενική Γραμματεία Έρευνας και Τεχνολογίας, η οποία στεγάζεται σε ένα παλιό κτίριο δίπλα στον Πύργο Αθηνών. Ήταν ένα περιβάλλον τυπικό για το δημόσιο -φάκελοι στοιβαγμένοι σε ράφια, φοριαμοί στους διαδρόμους, παλιά γραφεία-, αλλά ήταν στελεχωμένη αποκλειστικά με νέο, μορφωμένο προσωπικό. “Μου άρεσε”, λέει ο Χριστόπουλος. “Δεν ξέρω πώς θα σου φανεί, αλλά κατάλαβα ότι θέλω να κάνω καριέρα στο δημόσιο. Θεωρούσα ότι ενδεχομένως υπάρχουν εκεί ευκαιρίες να προχωρήσεις και να κάνεις πράγματα. Δεν είχα πολύ καθαρή εικόνα, το ομολογώ. Αλλά από όσο είχα δει, το αντικείμενο μου άρεσε”.
Στη συνέχεια ο Χριστόπουλος μπήκε στη Σχολή Δημόσιας Διοίκησης, μια σχολή ιδιαίτερη, που δεν ανήκει σε Πανεπιστήμιο, αλλά είναι αυτόνομη. Ιδρύθηκε το 1983 στα πρότυπα της Γαλλικής École nationale d’administration με σκοπό να βγάζει στελέχη ικανά να δουλέψουν στη διοίκηση του κράτους. “Είναι πολύ δύσκολη σχολή”, λέει. “Έχει μαθήματα πολύ απαιτητικά, κάποια από τα οποία -θέματα δικαίου, ευρωπαϊκά- δυσκολεύουν φοιτητές που προέρχονται από σπουδές θετικής κατεύθυνσης”. Η φοίτηση στη σχολή είναι διετής, με υποχρεωτική παρακολούθηση. Όλοι οι φοιτητές είναι κάτοχοι πανεπιστημιακών πτυχίων ή και μάστερ. Και η φοίτηση εκεί ήταν που έκανε το Λεωνίδα Χριστόπουλο να ερωτευτεί τη Δημόσια Διοίκηση. “Η σχολή προωθεί τον πειραματισμό και την καινοτομία”, λέει. “Μάθαμε εκεί ότι με τη χρήση τεχνολογιών και εργαλείων μπορούμε να προωθήσουμε αλλαγές. Θεωρώ αυτό τον κόσμο μαγικό, το να σχεδιάζω δράσεις και πολιτικές, να συγκεντρώνω τα δεδομένα, να βλέπω πως τα κάνουν οι ξένοι, να μελετώ τα best practices και να υλοποιώ καινοτομίες”.
Αμέσως μετά το μαγικό κόσμο της σχολής (απ’ όπου αποφοίτησε πέμπτος), διορίστηκε στη ΓΓ Ενέργειας, όπου τα πράγματα δεν ήταν καθόλου μαγικά, και από εκεί προσπάθησε να βρει τρόπο να μετατεθεί αλλού. “Δεν είναι καθόλου εύκολο”, μου είπε. “Υπάρχει η νοοτροπία πως αν διοριστείς κάπου, εκεί πρέπει να μείνεις μέχρι τη σύνταξη. Στο δημόσιο δεν υπάρχει καθόλου η κουλτούρα της κινητικότητας”. Τα κατάφερε χάρη σε έναν καθηγητή του από τη σχολή, που στελέχωνε μια ειδική υπηρεσία του ΕΣΠΑ, την οποία θα δούμε και παρακάτω. “Η υπηρεσία αυτή κάνει πολύ ενδιαφέρουσα δουλειά”, μου είπε. “Διαχειρίζεται δράσεις του επιχειρησιακού προγράμματος διοικητικής μεταρρύθμισης του ΕΣΠΑ, δηλαδή ό,τι έχει να κάνει με τον επανασχεδιασμό της λειτουργίας του κράτους”. Οπότε μία από τις δράσεις που ανέλαβαν να φέρουν εις πέρας τα στελέχη της συγκεκριμένης υπηρεσίας (ξεκίνησαν από πέντε, αργότερα αυξήθηκαν σε αριθμό, σχεδόν όλοι απόφοιτοι της Σχολής Δημόσιας Διοίκησης), ήταν να εφαρμόσουν το Ολλανδικό μοντέλο για τη μέτρηση του κόστους της γραφειοκρατίας και στην Ελλάδα.
“Το εργαλείο αυτό λέγεται “Τυποποιημένο Μοντέλο Κόστους””, μου εξήγησε ο Χριστόπουλος, “και χρησιμεύει για τη μέτρηση των διοικητικών βαρών, δηλαδή του κόστους της γραφειοκρατίας για τις επιχειρήσεις. Η δουλειά μας ήταν να εμβαθύνουμε στις μεθοδολογικές συνιστώσες του μοντέλου ώστε να σχεδιαστούν οι σχετικές πολιτικές του Δημοσίου αλλά και να συγκεντρωθεί η κατάλληλη τεχνογνωσία που θα επέτρεπε την προσαρμογή του μοντέλου στα Ελληνικά δεδομένα”.
Σύμφωνα με όσα μου είπε, λοιπόν, η ομάδα που φτιάχτηκε πρώτα επισκέφτηκε επιχειρήσεις και συνομίλησε με επιχειρηματίες για να καταγράψει πόσο τους κοστίζουν οι συναλλαγές με το κράτος. “Η μέτρηση επικεντρώθηκε στη διαδικασία σύστασης ΕΠΕ, λόγω του ότι αυτή η εταιρική μορφή συμπεριλαμβάνεται στους δείκτες μέτρησης της ανταγωνιστικότητας των εθνικών οικονομιών της Παγκόσμιας Τράπεζας”, μου εξήγησε. Η ομάδα επισκέφτηκε 70 ΕΠΕ σε έξι νομαρχιακές αυτοδιοικήσεις της χώρας μέσα σε τέσσερις εβδομάδες, το 2008. Την επόμενη χρονιά η ομάδα, συμπληρωμένη από άλλους δημόσιους υπαλλήλους, στελέχη οργανώσεων κοινωνικών εταίρων και στελέχη της Κοινωνίας της Πληροφορίας Α.Ε. ξεκίνησε την ανάλυση του νομοθετικού πλαισίου που αφορά τις επιχειρήσεις, μια δουλειά που τους πήρε τέσσερις μήνες, τους ξεθέωσε και τους ενθουσίασε. “Εργαστήκαμε στη βάση ενός project με χρονοδιάγραμμα, στόχους και συγκεκριμένες φάσεις υλοποίησης”, θυμάται ο Λεωνίδας, με εμφανή χαρά. “Το δημόσιο συνήθως δε λειτουργεί έτσι. Ήταν μεγάλη αλλαγή για εμάς και όλοι οι άνθρωποι που συμμετείχαν το πήραν πολύ ζεστά και δούλεψαν σκληρά. Μέναμε στο γραφείο όσες ώρες χρειαζόταν, ή μαζευόμασταν σε σπίτια με τα λάπτοπ για να βγάλουμε τη δουλειά, επειδή μας άρεσε”.
Και η δουλειά βγήκε και συντάχθηκαν συμπεράσματα και προτάσεις. Το κόστος των διοικητικών βαρών για κάθε ΕΠΕ, άμα θες να ξέρεις, εκτιμήθηκε κοντά στα 4,5 εκ. ευρώ. Το κόστος των διοικητικών βαρών γενικότερα στην οικονομία εκτιμάται στα 10 δις ετησίως. Η πρόταση που συντάχθηκε για τις ΕΠΕ πρότεινε βήματα για τη μείωση των 15 βημάτων που χρειάζονται σε δύο, και μείωση του συνολικού κόστους κατά 70%. Μέρος αυτών των συμπερασμάτων αποτέλεσαν τον πυρήνα των νόμων 3853/2010 και 3845/2010 οι οποίοι θέτουν στόχους για τη μείωση του κόστους μέχρι το 2013.
Που είναι μια αρχή.
Το σημαντικότερο πράγμα πάντως που κατάλαβα από την κουβέντα με το Λεωνίδα Χριστόπουλο είναι ότι μάλλον υπάρχει εξήγηση στο γιατί να θέλει ένας μορφωμένος και έξυπνος νέος να γίνει δημόσιος υπάλληλος. Το μυστικό, νομίζω, είναι στη Σχολή Δημόσιας Διοίκησης.
Εκεί υπάρχει ένας καθηγητής που μάλλον φέρει μεγάλο μερίδιο της ευθύνης.
3.
Αυτό που αναρωτιόμουν πάντα ήταν το “γιατί είμαστε έτσι που είμαστε”. Γιατί είμαστε εμείς, οι Έλληνες, έτσι. Γιατί τα έχουμε κάνει τόσο μπάχαλο. Είμαστε βλάκες; Δεν είμαστε, ή τουλάχιστον δεν είμαστε πιο βλάκες από τους άλλους. Τι μας λείπει; Ποιο είναι αυτό το εγγενές χαρακτηριστικό που μας εμποδίζει να φτιάξουμε ένα έστω υποτυπώδες σοβαρό κράτος που να λειτουργεί;
Μοιάζει απλή, αλλά είναι ερώτηση δύσκολη. Για να την απαντήσει κάποιος θα πρέπει να ξέρει πώς λειτουργεί το Ελληνικό κράτος, όλα τα προβλήματά του με λεπτομέρειες, και αντίστοιχα πώς λειτουργούν και τα ξένα κράτη. Και παράλληλα να έχει ένα κάποιο αισθητήριο για να κρίνει τους λαούς με τα άλλα, τα περιφερειακά χαρακτηριστικά τους, και να καταλαβαίνει πως αυτά επηρεάζουν τον τρόπο με τον οποίο οργανώνονται και ζουν μαζί.
Μου υπεδείχθη πως στο κέντρο της Αθήνας υπάρχει ένας τέτοιος άνθρωπος.
Παραπλεύρως της πλατείας Κοραή υπάρχει η ομώνυμη Στοά, η οποία φιλοξενεί διάφορες καφετέριες και καταστήματα και είναι ένα μέρος από αυτά που φαντάζεσαι ότι θα ήταν πολύ ωραία αν η Αθήνα ήταν μια πόλη άλλη, πρωτεύουσα χώρας πλουσιότερης. Αυτό που πιθανότατα δεν ξέρεις είναι ότι πάνω από τη Στοά υπάρχει ένα κτίριο γραφείων λίγο παλιό, αλλά άνετο, καθαρό και ευρύχωρο, το οποίο στεγάζει διάφορες υπηρεσίες, μία εκ των οποίων ονομάζεται “Ειδική Υπηρεσία Στρατηγικού Σχεδιασμού, Συντονισμού & Εφαρμογής Προγραμμάτων”.
Είναι αυτή η υπηρεσία που αναφέραμε αποπάνω, αυτή που ασχολήθηκε με τη μέτρηση των διοικητικών βαρών.
Υπάρχουν συνολικά 47 “Ειδικές Υπηρεσίες” που ασχολούνται με το ΕΣΠΑ, οι οποίες καταγράφονται λεπτομερώς στο site ενός πράγματος που λέγεται “Μονάδα Οργάνωσης της Διαχείρισης Αναπτυξιακών Προγραμμάτων”, η οποία είναι μια “ανώνυμη μη κερδοσκοπική εταιρία του ευρύτερου Δημόσιου Τομέα”, η οποία εποπτεύεται από τον Υπουργό Περιφερειακής Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας. Η “Μονάδα Οργάνωσης” κλπ. ιδρύθηκε το 1996 με το νόμο 2372/1996 ο οποίος τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε με τους νόμους 2860/2000, 2937/2001, 3193/2003 , 3336/2005, 3614/2007 και 3752/2009.
Το “ΕΣΠΑ”, παρεμπιπτόντως, σημαίνει “Εθνικό Στρατηγικό Πλαίσιο Αναφοράς” και είναι, στην ουσία, ο μηχανισμός με τον οποίο η Ελλάδα παίρνει λεφτά από την Ευρωπαϊκή Ένωση για να χρηματοδοτήσει την ανάπτυξη και τον εκσυγχρονισμό του κράτους. Έχουν προηγηθεί τρία τέτοια “πλαίσια”, και τώρα είμαστε στο τέταρτο, που ξεκίνησε το 2007 και ολοκληρώνεται το 2013. Ο συντονισμός και οι διαδικασίες για την εξασφάλιση και τη υλοποίηση των προγραμμάτων που χρηματοδοτούνται από το ΕΣΠΑ γίνεται από αυτές τις 47 ειδικές υπηρεσίες. Εδώ θα μπορούσε κάποιος να αναρωτηθεί γιατί παρ’ όλες τις σχεδόν τρεις ντουζίνες υπηρεσίες η χώρα δε μπορεί να απορροφήσει αποτελεσματικά τα κονδύλια του ΕΣΠΑ, αλλά τέλος πάντων, ας μην ανοίξουμε αυτή τη συζήτηση σ’ αυτό το σημείο, το καταλαβαίνεις από τα συμφραζόμενα νομίζω.
Μέρος του συντονισμού γίνεται από την “Ειδική Υπηρεσία Στρατηγικού Σχεδιασμού, Συντονισμού & Εφαρμογής Προγραμμάτων” η οποία έχει κεντρικό ρόλο σε κάτι που λέγεται “Διοικητική Μεταρρύθμιση 2007-2013” το οποίο είναι ένα επιχειρησιακό πρόγραμμα που περιλαμβάνει δράσεις για τον εκσυγχρονισμό του Ελληνικού κράτους.
Αν σε έχει πιάσει πονοκέφαλος διαβάζοντας αυτή τη δαιδαλώδη διάρθρωση μιας δομής που μέχρι πριν από λίγες παραγράφους δεν γνώριζες ότι υπάρχει (αριθμός υπαλλήλων Μονάδας Οργάνωσης της Διαχείρισης Αναπτυξιακών Προγραμμάτων: 1186), φαντάσου πώς νιώθω εγώ, που έπρεπε να την καταλάβω για να στη γράψω.
Ένα ηλιόλουστο πρωινό πήρα το μετρό και κατέβηκα εκεί, στη Στοά Κοραή, για να γνωρίσω το διευθυντή της συγκεκριμένης υπηρεσίας, ο οποίος πρόσφατα βραβεύτηκε στο Λας Βέγκας ως “ο καλύτερος δημόσιος υπάλληλος του κόσμου” από έναν οργανισμό που λέγεται ASPA κι έχει κύρος, δεν είναι αστείο βραβείο (κάθε χρόνο το παίρνει μόνο ένας επιστήμονας που έχει κάνει ουσιαστική δουλειά στη δημόσια διοίκηση). Λέγεται Παναγιώτης Καρκατσούλης, είναι 54 χρονών, καθηγητής στη Σχολή Δημόσιας Διοίκησης εδώ και πολλά χρόνια, και καθόμαστε στο γραφείο του, το οποίο έχει μιαν αφίσα των Gilbert & George στον τοίχο και θέα στην ηλιόλουστη, πολύβουη πλατεία από κάτω και μιλάμε. Πότε πότε σηκώνεται κι ανοίγει το παράθυρο για να καπνίσει. Έχει μια διάθεση φιλοσοφική.
“Έχουμε κάτι το διαφορετικό, αυτό είναι αλήθεια”, μου λέει. “Διαφέρουμε πολύ από τους βόρειους, τους προτεστάντες μα και τους καθολικούς. Κι από τους Πορτογάλους, τους Ισπανούς και τους Ιταλούς έχουμε μιαν απόσταση. Εμείς και οι γείτονες, οι Τούρκοι, οι Βούλγαροι, οι Σκοπιανοί, οι Σέρβοι, είμαστε αλλιώς. Έχουμε μια ειδωλολατρική, παιγνιώδη διάθεση για τα πράγματα. Όσο φεύγεις προς βορρά ή προς ανατολή αυτό χάνεται. Με το Γερμανό ή τον Άγγλο πρέπει τον κώδικα της επικοινωνίας μας να τον ορίσω, δεν είναι αυτονόητος. Είναι πολύ εύκολο, αλλά πρέπει να το κάνω, δεν υπάρχει αυτή η αδιαμεσολάβητη χαρά που αισθάνεσαι εδώ στη γειτονιά”.
Ο Παναγιώτης Καρκατσούλης είναι ο ιδανικός άνθρωπος για να κουβεντιάσεις τα του Ελληνικού Δημοσίου γιατί είναι ένας άνθρωπος που για πολλά χρόνια έχει δουλέψει στην Ευρωπαϊκή Ένωση και έχει ταξιδέψει σε άλλες χώρες κάνοντας λίγο-πολύ τη δουλειά που κάνουν οι άνθρωποι της τρόικας σήμερα εδώ. Έχει σπουδάσει νομικά στην Αθήνα, έχει κάνει διδακτορικό στην Κοινωνιολογία του Δικαίου στη Γερμανία και έχει δουλέψει ως σύμβουλος σε 22 κυβερνήσεις και διοικήσεις εδώ και σε 5 διεθνείς οργανισμούς, πάντα σε θέματα διοικητικής μεταρρύθμισης. Οπότε βρίσκεται στη σπάνια θέση να έχει ταυτόχρονα μια πολύ καλή εικόνα της δημόσιας διοίκησης από μέσα, και ταυτόχρονα να έχει δουλέψει στις δημόσιες διοικήσεις ξένων κρατών, καλύτερων και χειρότερων από το δικό μας.
“Αυτό είναι το ερώτημα”, μου λέει. “Αυτό το περίπλοκο που έχουμε εμείς πώς το να το διαχειριστείς; Πώς το διοικείς; Η Δύση έχει κουτάκια, έχει μια τιμή για το κάθε τι. Εδώ στην δικιά μας περιοχή τα πράγματα είναι αλλιώς, και οι ξένες φόρμες δεν δουλεύουν εύκολα. Κοιτάμε τι κάνουν οι ξένοι, και δεν κοιτάμε τι δούλευε εδώ πριν από αιώνες. Αντιγράφουμε τι κάνουν οι Αμερικάνοι για τους χρήστες ναρκωτικών, και δεν θυμόμαστε ότι στην Ηλεία το 1840 οι άνθρωποι τους έβαζαν να σκουπίζουν το δρόμο. Και έχουμε τη δυνατότητα να κάνουμε πράγματα. Βλέπεις εδώ διακόσιους κατεστραμμένους να φέρνουν εις πέρας κάτι που η McKinsey δεν θα μπορούσε να κάνει αν της έδιναν 5 εκατομμύρια δολάρια. Οι δικοί μας, που είναι και χάλια από το εκπαιδευτικό μας σύστημα, και λίγο ψωνάκια, και δεν τα πάνε καλά με τις ομάδες και δεν μαθαίνουν εύκολα από τους άλλους, παρ’ όλα αυτά τα καταφέρνουν θαυμάσια”.
Τα πράγματα που έχουν γίνει στην ελληνική Δημόσια Διοίκηση, οι πραγματικές μεταρρυθμίσεις, δεν είναι πάρα πολλές -και κάποιες έχουν μείνει ημιτελείς. Η “διαύγεια”, ας πούμε, το πρόγραμμα δημοσίευσης όλων των αποφάσεων του κράτους στο Ίντερνετ, θεωρείται επιτυχημένο πείραμα, αλλά η πρόσφατη έκθεση του ΟΟΣΑ υπογραμμίζει ότι τα στοιχεία που ανεβαίνουν εκεί είναι ημιτελή και ενίοτε λανθασμένα. Αν κάποιος μπορεί να σκεφτεί μια πραγματικά ολοκληρωμένη σημαντική μεταρρύθμιση στη δημόσια διοίκηση τα τελευταία χρόνια, αυτή είναι τα Κέντρα Εξυπηρέτησης Πολιτών, τα διάσημα ΚΕΠ. Μάντεψε ποιου ιδέα ήταν.
“Μια φίλη μου Γερμανίδα μου είχε μιλήσει για κάτι που έκαναν στην Αυστρία”, λέει ο Καρκατσούλης, “μια ιδέα για one-stop-shops στα οποία ο πολίτης μπορούσε να κάνει όλες τις δουλειές που είχε με το κράτος. Ο υφυπουργός που ήταν τότε στο αρμόδιο υπουργείο, το Εσωτερικών, ο Τάσος ο Μαντέλης, δεν ενδιαφερόταν. Όταν έγινε ανασχηματισμός, ήρθε στη θέση του ο Σταύρος Μπένος. Μια από τις πρώτες μέρες του στη θέση είχαμε μια μεγάλη κουβέντα, και εκεί του εξήγησα την ιδέα μου και στο τέλος η απάντησή του ήταν “θα το κάνουμε!”
“Έτσι ξεκινήσαμε και κάναμε το πρώτο ΚΕΠ στη Σέριφο. Η εμπειρία εκεί ήταν πολύ ενδεικτική του χαρακτήρα του λαού, του πώς βλέπει το κράτος μέσα από τα δικά του κριτήρια. Ήταν συγκλονιστική”.
“Την πρώτη μέρα ανοίξαμε το μαγαζί στις έξι το απόγευμα, και είχαμε ενημερώσει τους πολίτες να έρθουν για να κάνουν όποιες δουλειές ήθελαν. Δεν ήρθε κανένας. Προσέξαμε ότι υπήρχαν μόνο τρεις τύποι απ’ έξω, και περίμεναν λίγο απόμερα, διστακτικά”.
“Με τα πολλά πλησίασαν οι τρεις τους. Ο ένας από αυτούς χρειαζόταν πιστοποιητικό αγαμίας. Ήταν Τετάρτη, και παντρευόταν Κυριακή. Κανονικά θα έπρεπε να πάρει το καράβι, να πάει στην Αθήνα, από εκεί στη Σύρο, να πάρει το πιστοποιητικό από τη νομαρχία, μετά να επιστρέψει στην Αθήνα και πίσω στη Σέριφο, κι όλα αυτά χωρίς να υπάρξει κανένα απαγορευτικό ή άλλο πρόβλημα με τα καράβια. “Έχετε τέτοιο χαρτί;” μας ρώτησαν. Έχουμε. Το παίρνει, δεν το κοιτάει καν, και φεύγει. Ούτε ευχαριστώ ούτε τίποτα”.
“Μετά από λίγα λεπτά επιστρέφει μαζί με τον παπά. Ο παπάς ομιλητικότατος, γειά σας παιδιά, τι φτιάχνετε εσείς εδώ, του εξηγούμε. Ο γαμπρός βγάζει το χαρτί και του λέει “μου έδωσαν αυτό εδώ. Με παντρεύεις;”. Ο παπάς το κοιτάζει. “Σε παντρεύω”, του λέει. “καλό είναι”. Την επόμενη μέρα όλο το νησί ήταν έξω απ’ το ΚΕΠ”.
Στη συνέχεια σταδιακά όλα τα νησιά απέκτησαν ΚΕΠ, και μετά εξαπλώθηκαν σε όλη την Ελλάδα και βοήθησαν κάποιες δουλειές να γίνουν καλύτερα, και μετά το μοντέλο το Ελληνικό εξήχθη και σε άλλες χώρες. ΚΕΠ σαν τα δικά μας απέκτησαν η Ρουμανία, η Βουλγαρία, τα Σκόπια, ακόμα και η Ρωσία. Ήταν κάτι. Μια επιτυχία που απέδειξε ότι δεν έχουμε κάτι εγγενές στραβό ως λαός. Μπορούμε να κάνουμε πράγματα σωστά, δεν μας είναι αδύνατο. Χρειάζεται να γίνει μια υπέρβαση στα θεσμικά εσκαμμένα, ναι, χρειάζεται προσωπική πρωτοβουλία και υπερβολικά πολλή προσπάθεια, αλλά γίνεται. Ο καθηγητής Καρκατσούλης είναι πεπεισμένος γι’ αυτό.
“Οποιοσδήποτε θεωρητικός θα σου πει πως, ό,τι μοντέλο κι αν έχεις για να φτιάξεις κράτος, θα πρέπει να αντανακλά μια κουλτούρα”, μου λέει. “Δε γίνεται αλλιώς. Δεν είναι τεχνούργημα το κράτος. Έχει κομμάτια τεχνικά, αλλά για είναι αποτελεσματικά αυτά πρέπει να τα ορίσεις με στοιχεία πολιτισμικά”.
“Οι μεταρρυθμίσεις δεν είναι υπόθεση τεχνογνωσίας. Δεν μας έλειπε ποτέ αυτό. Δεν ήμασταν μια χώρα όπως το Ουζμπεκιστάν, ή όπως χώρες της Αφρικής, που δεν είχαν τίποτα. Εμείς πάντα κάτι είχαμε. Το μόνο που μας λείπει είναι κάποιος να μαζέψει όλα αυτά τα κομμάτια, να τα συγκεντρώσει σε μια πλατφόρμα αξιακή. Αν την είχαμε, οι τεχνικές διαχείρισης θα έρχονταν μετά και θα κούμπωναν πάνω της. Δε χρειάζεται τίποτα άλλο”.
4.
Η εντύπωση που έχουμε για το Ελληνικό Δημόσιο είναι πολύ κακή, αφ’ ενός γιατί γνωρίζουμε πώς στελεχώνεται -σε μεγάλο του ποσοστό μη αξιοκρατικά, από βύσματα-, και αφ’ ετέρου γιατί αποκτούμε πολύ κακή εντύπωση από τις υπηρεσίες που προσφέρει στους πολίτες. Ακούμε “Δημόσιο” και στο μυαλό μας έρχονται η γραφειοκρατία, περιττές και χρονοβόρες διαδικασίες, και αυτοί οι δύστροποι υπάλληλοι στις εφορίες και στα ασφαλιστικά ταμεία, οι αγενείς και ράθυμοι, που κάθονται πίσω από τα τζάμια τους με ένα βλέμμα μίζερο και εξυπηρετούν δυστυχισμένους πολίτες όσο πιο αργά και όσο πιο λίγο γίνεται.
Τα στατιστικά στοιχεία της πρόσφατης απογραφής μοιάζουν να επιβεβαιώνουν την επικρατούσα αντίληψη: Μόνο ένας στους τρείς ξέρει “χρήση διαδικτύου”, μόνο ένας στους πέντε ξέρει Αγγλικά.
Αυτό το “δημόσιο” πρόσωπο του Δημοσίου είναι, βεβαίως, μόνο ένα μικρό κομμάτι αυτού που αποκαλούμε “κρατικός μηχανισμός”. Στην Ελλάδα δεν υπάρχουν πραγματικά μεγάλες εταιρίες με εκατοντάδες χιλιάδες εργαζομένους, οπότε η μεγαλύτερη δομή παραγωγής έργου που έχουμε εδώ είναι το κράτος, και το πρόσωπο των ράθυμων υπαλλήλων κρύβει από πίσω μια λειτουργία πολύπλοκη και τεράστια και, απ’ ό,τι φαίνεται, εξίσου αναποτελεσματική και στρεβλή.
Σύμφωνα με την πρόσφατη έκθεση του ΟΟΣΑ για τη διοικητική μεταρρύθμιση, κάθε Ελληνικό Υπουργείο αποτελείται κατά μέσο όρο από 439 τμήματα. Τα περισσότερα από αυτά κάποτε είχαν λόγο ύπαρξης, αλλά πολλά δεν έχουν πια. Ένα στα πέντε δεν έχει κανένα εργαζόμενο πέρα από τον προϊστάμενό του (ο οποίος προΐσταται του τίποτα). Το 13% έχει μόνο έναν υπάλληλο.
Υπάρχουν συνολικά 1448 τομείς κεντρικών και περιφερειακών υπηρεσιών, η ύπαρξη των οποίων προβλέπεται από το νόμο. Σε 358 από αυτούς, όμως, όλες οι θέσεις που προβλέπονται από το οργανόγραμμά τους είναι κενές.
Η κεντρική διοίκηση του κράτους (σύμφωνα με τη “Λευκή Βίβλο” για τη διακυβέρνηση) αποτελείται από “15 υπουργεία, 75 Γενικές Γραμματείες και Ενιαίους Διοικητικούς Τομείς, 157 Γενικές Διευθύνσεις, 1978 Διευθύνσεις και 5027 τμήματα ή αυτοτελή γραφεία”.
Σύμφωνα με την έκθεση του ΟΟΣΑ, όλες οι υπηρεσίες του δημοσίου στεγάζονται σε 1552 κτίρια, εκ των οποίων το 90% δεν προσφέρει υπηρεσίες εστίασης στους εργαζομένους, ενώ το 83% δεν διαθέτει αίθουσες συνεδριάσεων. Τα περισσότερα από αυτά ενοικιάζονται από το κράτος, με κόστος πάνω από 50 εκ. ευρώ το χρόνο.
Δεν είναι νούμερα φυσιολογικά αυτά. Δεν περιγράφουν μια δομή ορθολογική. Περιγράφουν ένα μπάχαλο. Και υπάρχει και συνέχεια:
Όλες οι αλλαγές στη λειτουργία ενός δημόσιου οργανισμού, ακόμα και οι μικρές και ασήμαντες, πρέπει να ορίζονται αυστηρά από νόμο, προεδρικό διάταγμα ή υπουργική απόφαση. Η έκθεση του ΟΟΣΑ μετρά 2890 θέσεις με αρμοδιότητες υπουργείων που έχουν οριστεί ή αλλαχτεί από νόμους, 11018 από Προεδρικά διατάγματα και 3191 από υπουργικές αποφάσεις από το 1996 μέχρι το 2011. Αυτό σημαίνει ότι 1140 νομοθετικές πράξεις αλλάζουν τη δομή της κρατικής διοίκησης κάθε χρόνο. Στο Ελληνικό κράτος δεν γίνεται τίποτα και δεν αλλάζει τίποτα αν πρώτα δεν υπάρξει μια από αυτές τις νομοθετικές πράξεις. Ακόμα και μικρές καθημερινές αποφάσεις πρέπει να είναι αυστηρά ορισμένες από το νόμο. Αυτό μπορεί να εξασφαλίζει ότι κάθε διευθυντής ή υπάλληλος δημόσιας υπηρεσίας (που ποιος ξέρει με τι βύσμα έχει βρεθεί στη θέση του) δεν μπορεί να πάρει ουσιαστικές αποφάσεις και πρωτοβουλίες και έτσι να τα κάνει μαντάρα, αλλά ταυτόχρονα σημαίνει και ότι δεν μπορεί να κάνει και τίποτα το ουσιαστικό ή καινοτόμο, ή να δώσει προφανείς λύσεις σε προβλήματα που, όσες χιλιάδες προεδρικά διατάγματα κι αν βγουν, δεν μπορούν να προβλεφθούν όλα.
Και υπάρχει και το άλλο.
Ανάμεσα στα υπουργεία δεν υπάρχουν ξεκάθαρα θεσμοθετημένα κανάλια επικοινωνίας, έτσι στην πράξη δεν υπάρχει καμία επικοινωνία. Το ίδιο όμως συμβαίνει και μέσα στα υπουργεία: Τμήματα του ίδιου υπουργείου (που συνήθως στεγάζονται σε άλλα κτίρια) λειτουργούν ως κάθετα σιλό, δεν επικοινωνούν μεταξύ τους καθόλου, και έτσι δραστηριότητες ή έργα που χρειάζονται τη συνεργασία τμημάτων καθυστερούν ή δεν υλοποιούνται καθόλου.
(Παρεμπιπτόντως, κανένας δεν ασχολείται με το αν δραστηριότητες και έργα υλοποιούνται ή όχι. Μέχρι τώρα δεν υπήρχαν καθόλου μηχανισμοί αξιολόγησης στο δημόσιο, και κανένας δεν είχε τρόπο να ζητήσει ευθύνες από κανένα για το αν κάτι έγινε ή δεν έγινε)
Σοβαρό πρόβλημα υπάρχει και στην επικοινωνία ανάμεσα στο πολιτικό προσωπικό των υπουργείων -δηλαδή τον υπουργό, τους υφυπουργούς και τους συμβούλους που φέρνουν μαζί τους-, και το διοικητικό προσωπικό που υπάρχει από κάτω. Όπως οι περισσότεροι Έλληνες που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο βρίσκονται σε θέση ισχύος, οι Έλληνες υπουργοί μπερδεύουν τη διοίκηση με το micromanagement και δεν επιτρέπουν να γίνει τίποτα στο υπουργείο τους χωρίς να το ξέρουν και να το έχουν εγκρίνει. Στις περισσότερες των περιπτώσεων, δε, το πολιτικό προσωπικό αντιμετωπίζει με σκεπτικισμό το διοικητικό προσωπικό. Πολλοί άνθρωποι (ένθεν κι ένθεν) μου τόνισαν ότι οι πολιτικοί βλέπουν τους δημοσίους υπαλλήλους όπως τους βλέπουν και οι πολίτες -ίσως επειδή οι ίδιοι έβαλαν βύσμα για να διοριστούν κάμποσοι από αυτούς, ποιος ξέρει- κι έτσι δεν τους εμπιστεύονται καθόλου. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα το ανθρώπινο δυναμικό της δημόσιας διοίκησης να λειτουργεί μόνο διεκπεραιωτικά και να μην παίζει κανένα ρόλο στη στρατηγική κάθε υπουργείου, κάτι που όπως κατάλαβες από όσα έχουμε γράψει ως τώρα, και όπως θα δεις και παρακάτω, είναι μάλλον κακό. Και δημιουργεί και ευτράπελα. Δημόσιος υπάλληλος που ήταν παρών σε μια από τις πρώτες συναντήσεις Ελλήνων με τη διαβόητη τρόικα, μου είπε μια φοβερή ιστορία: Φτάνει στη συνάντηση ο αρμόδιος υπουργός, χαιρετάει έναν έναν τους ξένους της τρόικας, φτάνει στο δημόσιο υπάλληλο (του υπουργείου του, μέλος της ομάδας, υποτίθεται), και τον χαιρετάει κι αυτόν στα αγγλικά. Πρώτη φορά τον έβλεπε στη ζωή του.
Για την κουλτούρα που επικρατεί σ’ αυτό το τεράστιο μόρφωμα που είναι το Ελληνικό κράτος τα είπαμε: Υπάρχουν πολλοί που θέλουν να προσφέρουν, αλλά υπάρχει και ένα καθεστώς που αποθαρρύνει κάθε πρωτοβουλία, επιβραβεύει τη στασιμότητα και στην παραμικρή πιθανότητα αλλαγής οχυρώνεται ενστικτωδώς κι ακαριαία πίσω από τη νομολογία και το συνδικαλισμό.
Και το θέμα της κουλτούρας είναι πολύ σοβαρό καθώς απλώνεται απ’ τα νύχια ως την κορυφή, απ’ τους 50άρηδες που δεν ξέρουν από που ανοίγει το κομπιούτερ, πάνε δύο ώρες την ημέρα στη δουλειά, και μιλάνε μόνο όταν πρόκειται για συνδικαλιστικά θέματα, μέχρι τους τμηματάρχες και τους υπουργούς. Μιας και είπαμε μια ιστορία, ας πούμε άλλες δύο που μου μεταφέρθηκαν, και οι δύο από συναντήσεις με την ξένους απεσταλμένους.
Για την πρώτη θα σε πάω πίσω στον Απρίλιο του 2010, στον 5ο όροφο του Υπουργείου Οικονομικών, σε μια αίθουσα συνεδριάσεων, η οποία ήταν γεμάτη με σχεδόν 50 στελέχη, πολιτικά και διοικητικά, από όλα τα υπουργεία, και από 6-7 ξένους, Ευρωπαίους. Οι ξένοι είχαν έρθει για να κουβεντιάσουν το θέμα των κλειστών επαγγελμάτων, τα οποία η χώρα μας ήταν υποχρεωμένη βάσει κοινοτικής οδηγίας να ανοίξει με νόμο μέχρι το Δεκέμβριο του 2009. Ναι, τα ίδια για τα οποία γκρινιάζουμε ακόμα. Τέλος πάντων, οι ξένοι ήθελαν πάρα πολύ να μάθουν γιατί έχουν περάσει μήνες από τη διορία και δεν έχουμε κάνει τίποτα. Πάνω στην κουβέντα, το λοιπόν, αρχίζουν να ακούγονται κάτι αοριστολογίες από την ελληνική πλευρά, για ένα νόμο που είναι σχεδόν έτοιμος και από στιγμή σε στιγμή θα πάει να ψηφιστεί. Οι ξένοι, όχι πολύ δεκτικοί σε αοριστολογίες, άρχισαν να ζητάνε λεπτομέρειες για το νόμο. Ρωτούσαν, συγκεκριμένα, πόσες και ποιες διαδικασίες έχουν ενσωματωθεί στο νόμο. Για την ελληνική πλευρά μιλούσε μια κυρία γύρω στα 55, ξανθιά, καλοβαλμένη, με τα αγγλικά της και τα γαλλικά της, η οποία είχε διατελέσει για πολλά χρόνια σε διάφορες υψηλόβαθμες θέσεις της Ελληνικής Δημόσιας Διοίκησης και ήξερε καλά τους κώδικες επικοινωνίας της Ελληνικής Δημόσιας Διοίκησης, οι οποίοι, όπως θα αποδεικνυόταν, δεν είχαν και πολλή πέραση στους Ευρωπαίους. Με το χαμόγελο, χαριεντιζόμενη, χαριτωμένη, έλεγε στους βλοσυρούς ξένους ότι κανένα πρόβλημα, είναι έτοιμη η λίστα με τις αρμοδιότητες, θα την έχουμε σε μισή ώρα, μετά σε μία ώρα, και τελικά αφού πέρασαν δυο ώρες και με το μπλαμπλα δεν κατάφερε να τους κάνει να ξεχάσουν αυτό το θέμα και να πάνε παρακάτω, αναφώνησε: “The famous list does not exist”. Δεν υπήρχε καμία λίστα. Δεν υπήρχε κανένας νόμος. Όλα ήταν κουραφέξαλα για να περνά η ώρα. Κόκαλο οι ξένοι.
Δεύτερη ιστορία:
Στην ίδια αίθουσα, πολλούς μήνες μετά, με αρκετά διαφορετικές συνθήκες, πάλι ένα πλήθος Ελλήνων από διάφορα υπουργεία μιλάνε με τους ξένους απεσταλμένους -της τρόικας, πια-, για τα διάφορα σημεία του μνημονίου που αφορούν τα συγκεκριμένα υπουργεία. Στα πλαίσια της γενικότερης οικονομίας δεν υπάρχει διερμηνέας στην αίθουσα και όλες οι συζητήσεις γίνονται στα Αγγλικά. Ένας ένας οι γενικοί γραμματείς λένε τα δικά τους, τσάτρα πάτρα, όπως μπορούν, τέλος πάντων συνεννόηση γίνεται, και μετά έρχεται η σειρά ενός γενικού γραμματέα που πρέπει να μιλήσει για έναν πολύ προβληματικό οργανισμό της αρμοδιότητάς του αλλά μάλλον έχει χάσει κάποιο επεισόδιο, γιατί σηκώνεται και αρχίζει να αγορεύει στα Ελληνικά:
“Έχω να σας δηλώσω, κύριοι, ότι η Ελληνική κυβέρνηση έχει μπέσα”. Τον σκουντάνε οι αποπίσω: “Στα Αγγλικά, στα Αγγλικά”. Με τα πολλά, ο ΓΓ καταλαβαίνει.
“Μετάφραζε ρε Μήτσο”, λέει στο διπλανό του.
“The Greek government is reliable”, λέει ο Μήτσος (τυχαίο όνομα).
“Όχι, liable”, λέει ένας άλλος.
“Όχι, responsible” λέει ένας τρίτος.
Όταν με το καλό βρέθηκε τελικά ένας τρόπος επικοινωνίας, τα πράγματα δεν βελτιώθηκαν καθόλου.
“Τι θα κάνετε με το χρέος του οργανισμού”, ρώταγαν οι της τρόικας.
“Θα το καλύψει το κράτος”, είπε ο Γενικός Γραμματέας. “Δε μπορώ να σας πω λεπτομέρειες, είναι πολιτικό το θέμα, θα το ανακοινώσει ο Υπουργός στη Βουλή”.
Και τα μαλλιά των τροϊκανών έπεφταν κατά τούφες.
“Τι θα κάνετε με την τάδε θυγατρική του οργανισμού”, ρώταγαν.
“Θα πάρουμε δάνειο”, έλεγε ο γραμματέας.
“Από πού θα πάρετε δάνειο κύριε;” έλεγαν οι άλλοι.
“Από την τράπεζα”.
“ΑΠΟ ΠΟΙΑ ΤΡΑΠΕΖΑ;”.
“Ε, από την Πειραιώς”.
Όπως αντιλαμβάνεσαι οι τροϊκανοί έβγαιναν στους διαδρόμους και έπαιρναν τηλέφωνο τις Βρυξέλλες φωνάζοντας «αυτοί εδώ νομίζουν ότι θα πάρουν δάνειο από την τράπεζα» και δεν το έλεγαν γελώντας, καθώς είναι βόρειοι και ψυχροί και τεχνοκράτες. Εγώ θα είχα λυθεί στα γέλια.
(παρεμπιπτόντως, δεν μου αναφέρθηκε το όνομα του ΓΓ, οπότε δεν το αναφέρω, αν και έχω μια καλή ιδέα για το ποιος μπορεί να είναι –και ο «Μήτσος» μπορεί να είχε άλλο όνομα, αλλά για την συγκεκριμένη ιστορία νομίζω ταιριάζει μια χαρά).
Νομίζω ότι μ’ αυτά τα λόγια, βάζοντάς τα μαζί με όσα ξέρεις ήδη για το δημόσιο από την προσωπική σου εμπειρία, η οποία είναι οδυνηρή, είμαι σίγουρος, σχηματίζεται μια ακριβής εικόνα για το τι είναι Δημόσια Διοίκηση στην Ελλάδα σήμερα.
Το χειρότερο απ’ το να είσαι μπλεγμένος σε ένα τέτοιο τέρας ανοργανωσιάς και εγκατάλειψης, είναι το να είσαι μπλεγμένος και να το καταλαβαίνεις. Αυτός είναι ο σταυρός που κουβαλάνε μερικές εκατοντάδες, ίσως χιλιάδες δημόσιοι υπάλληλοι που κυκλοφορούν ανάμεσά μας, άνθρωποι εκπαιδευμένοι να διορθώνουν ακριβώς τέτοιες καταστάσεις, με όρεξη, εφόδια και φιλοδοξίες, οι οποίοι όμως δεν έχουν τις ευκαιρίες και τα μέσα να κάνουν τη διαφορά.
Ούτε εγώ ήξερα ότι υπάρχουν.
Αλλά υπάρχουν.
Το Νοέμβριο, ας πούμε, δυο απόφοιτοι της Σχολής Δημόσιας Διοίκησης, ο Θοδωρής Παπαδόπουλος και ο Γιώργος Θεοχάρης, κέρδισαν το βραβείο καλύτερης τεχνολογικής εφαρμογής στον Πανελλήνιο Διαγωνισμό Καινοτομίας στην Ηλεκτρονική Διακυβέρνηση που διοργάνωσε η Microsoft. Ο κύριος Κώστας Λαγούδης, δημόσιος υπάλληλος από τη Ζάκυνθο, έχει φτιάξει από μόνος του το docman.gr, μια “ηλεκτρονική βιβλιοθήκη νομοθεσίας δημοσίων δαπανών”, με τεράστια βάση δεδομένων που λειτουργεί εδώ και δέκα χρόνια. Μια ομάδα δημοσίων υπαλλήλων έφτιαξαν το administrativereform.gr, ένα site όπου δημόσιοι υπάλληλοι, φοιτητές και όποιοι ενδιαφέρονται για τη δημόσια διοίκηση (έχω την απορία να δω αυτό το διάγραμμα Venn) μπορούν να βρουν πληροφορίες και δεδομένα, καθώς και να επικοινωνήσουν με ανθρώπους που μοιράζονται τα ίδια ενδιαφέροντα. Α, την έκθεση του ΟΟΣΑ, που αναφέραμε παραπάνω; Ο διεθνής οργανισμός την ανέβασε στο site του το Νοέμβριο (καθώς η Ελληνική κυβέρνηση, που την είχε παραγγείλει, δεν εδέησε να τη δημοσιεύσει) στα Αγγλικά. Έλληνες απόφοιτοι της Σχολής Δημόσιας Διοίκησης τη μετέφρασαν στα ελληνικά από μόνοι τους, και την έστειλαν πίσω στον ΟΟΣΑ για να εγκριθεί.
Υπάρχουν όλοι αυτοί.
Και στην “Ειδική Υπηρεσία Στρατηγικού Σχεδιασμού, Συντονισμού & Εφαρμογής Προγραμμάτων” και σε άλλα παρακλάδια του τέρατος που είναι το δημόσιο υπάρχουν και οι “διακόσιοι κατεστραμμένοι” που έλεγε ο Παναγιώτης Καρκατσούλης. Κάποιους εκ των οποίων γνώρισα, εκεί, στο κτίριο πάνω από τη Στοά Κοραή.
5.
Μέρος της “Διοικητικής Μεταρρύθμισης 2007-2013” είναι η λειτουργική αξιολόγηση της Δημόσιας Διοίκησης της χώρας, ένα έργο σημαντικό και αρκετά μεγάλο, όπως αντιλαμβάνεσαι, καθώς δεν είναι εύκολο να αλλάξεις κάτι μεγάλο και περίπλοκο χωρίς να ξέρεις τι είναι αυτό που πας να αλλάξεις. Η λειτουργική αξιολόγηση από κάποιο διεθνή οργανισμό, όμως, είναι κάτι που απαιτεί και το περιβόητο Μνημόνιο. Η τρόικα ήθελε να αναλάβει το έργο η Παγκόσμια Τράπεζα, αλλά η “Ειδική Υπηρεσία Στρατηγικού Σχεδιασμού, Συντονισμού & Εφαρμογής Προγραμμάτων” προτιμούσε να το αναλάβει ο Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης, με τον οποίο υπάρχει σε ενέργεια σύμβαση συνεργασίας, κι έτσι δε θα χρειαζόταν να πληρωθεί άλλος διεθνής οργανισμός. Ο ΟΟΣΑ, που έχει 33 ενεργά μέλη που (υποτίθεται ότι) συνεργάζονται σε θέματα διοίκησης και πολιτικής, για να αναλάβει το έργο ζήτησε από την Ελληνική πλευρά στοιχεία λεπτομερή και αξιόπιστα για το Ελληνικό κράτος και τη λειτουργία του, στοιχεία που φυσικά δεν υπήρχαν. Εδώ μπαίνει το σχόλιο του Καρκατσούλη περί McKinsey και 5 εκατομμυρίων δολαρίων. Τα στοιχεία δεν υπήρχαν διαθέσιμα, γι’ αυτό κάποιος θα έπρεπε να ξετινάξει ολόκληρη τη Δημόσια Διοίκηση της Ελλάδας για να τα βρει.
Οι “διακόσιοι κατεστραμμένοι”.
Συνάντησα έξι από αυτούς, τους εξής: Την Ελευθερία Μπακάλη, την Αλεξάνδρα Θεοδοσιάδη, τον Πέτρο Κατσιμάρδο, την Έφη Στεφοπούλου, το Νίκο Παπαμανώλη και την Ιωάννα Βαλλιάνου και μου μίλησαν γι’ αυτή τη διαδικασία, που κράτησε έξι μήνες.
“Αυτό που κάναμε ήταν να καταγράψουμε τα πάντα στη Δημόσια Διοίκηση”, είπε η Έφη, η πιο παλιά της παρέας. “Φτιάχτηκαν 16 ομάδες, μία για κάθε υπουργείο και μία για τη Γενική Γραμματεία του πρωθυπουργού. Κάθε ομάδα ήταν μεικτή: Τα μισά μέλη της ήταν απ’ το συγκεκριμένο υπουργείο, για να ξέρουν τι θα ψάξουν, τα άλλα μισά από άλλα υπουργεία για να κάνουν το cross check των στοιχείων. Η ομάδα του Υπουργείου Οικονομικών ήταν η μεγαλύτερη, αποτελείτο από 20 άτομα. Η ομάδα της ΓΓ του πρωθυπουργού ήταν η μικρότερη: Αποτελείτο από μόνο 5 άτομα”.
Στη συνέχεια φτιάχτηκε μια βάση δεδομένων με τα οργανογράμματα των Υπουργείων -τα πραγματικά, όχι τα εικόνικά/μη επικαιροποιημένα που μπορείς να βρεις στα websites τους- και οι ομάδες άρχισαν να γεμίζουν τα κουτάκια τους με πληροφορίες. Πόσοι δουλεύουν σε κάθε τμήμα, ας πούμε. “Δεν γράφαμε πόσοι ήταν καταγεγραμμένοι”, διευκρινίζει η Έφη. “Ανοίγαμε πόρτες και μετράγαμε κεφάλια”.
Οι ομάδες επίσης κατέγραφαν στοιχεία για τους εργαζόμενους, από τι εκπαίδευση έχουν μέχρι το είδος της απασχόλησής τους
“Στη συνέχεια καταγράψαμε όλες τις αρμοδιότητες όπως καταγράφονται σε όλους τους νόμους, τα προεδρικά διατάγματα και τις υπουργικές αποφάσεις και τις ρίξαμε στα οργανογράμματα μία-μία. Καταγράψαμε προϋπολογισμούς δαπανών και μισθοδοσίας από το 2007 μέχρι το 2011 για να ξέρουμε πόσο κοστίζει κάθε Γενική Γραμματεία”.
Ακόμα, έφτιαξαν ένα ερωτηματολόγιο για τις στάσεις και τις αντιλήψεις για τη δημόσια διοίκηση το οποίο απάντησαν περισσότεροι από 1000 δημόσιοι υπάλληλοι, ενώ οργάνωσαν και focus groups με παρόμοια θεματολογία.
Και μέσα από όλα αυτά κάτι πολύ ενδιαφέρον βγήκε.
“Θυμάμαι κάτι που μου είπε μια συνάδελφος στην πρώτη συνάντηση που έκανα με την ομάδα μου, του Υπουργείου Παιδείας”, είπε ο Νίκος. “Αφού περιέγραψα το έργο πήρε το λόγο και είπε ‘αυτό είναι που ονειρευόμουν πάντα, μια δυνατότητα να συμβάλλω κι εγώ κάτι για το χώρο της δουλειάς μου’”.
Και τέτοιου τύπου αντιδράσεις θα ακολουθούσαν πολλές, και έμπρακτες. Ένας υπάλληλος ερχόταν με δικά του έξοδα από τη Θεσσαλονίκη για να συμμετάσχει σε συναντήσεις της ομάδας του. Ένας άλλος πήρε πρωτοβουλία και επανασχεδίασε το Excel στο οποίο περνούσαν τα στοιχεία για να είναι πιο εύχρηστο. Η Ελευθερία και η Έφη, φεύγοντας μια φορά στις τρεις το πρωί απ’ το γραφείο, διαπίστωσαν πως η Στοά της Κοραή είναι κλειδωμένη, και καμιά τους δεν έχει κλειδί -και περίμεναν ώρες να έρθει κάποιος να τις βγάλει. Λίγες ώρες μετά επέστρεψαν στο γραφείο -είχαν συνάντηση με τους απεσταλμένους του ΟΟΣΑ.
“Οι 200 άνθρωποι που συμμετείχαν στην ομάδα καταγραφής, ένιωσαν ότι κάτι κάνουν”, είπε ο Πέτρος, “κι αυτό έγινε ακριβώς τον καιρό που ακούγονταν χαρακτηρισμοί όπως “κοπρίτες” για τους δημόσιους υπαλλήλους”.
Το έργο ολοκληρώθηκε σε έξι μήνες και οι άνθρωποι του ΟΟΣΑ έμειναν πολύ ευχαριστημένοι, σχεδόν το ίδιο ευχαριστημένοι με τους Έλληνες δημόσιους υπαλλήλους που δούλεψαν γι’ αυτό.
6.
Αν υπάρχει ένα συμπέρασμα από όλα αυτά, είναι πως το Ελληνικό κράτος έχει μια ενεργή μειοψηφία που διψάει να δουλέψει αντίστοιχη με τις ενεργές μειοψηφίες που διψάνε για δουλειά στον ιδιωτικό τομέα.
(οι διψασμένοι εργαζόμενοι δυστυχώς δεν είναι σχεδόν ποτέ πλειοψηφίες)
Μα είναι μικρή μειοψηφία, και ασφυκτιά. Από τη σχολή δημόσιας διοίκησης βγαίνουν μόνο 80 στελέχη κάθε χρόνο (από 150 παλαιότερα). Οι προσπάθειές τους, οι οποίες είναι αξιοθαύμαστες, είναι δύσκολες, σπάνιες, ad hoc. Πιθανότατα τώρα με τα Μνημόνια να έχουν την ευκαιρία να κάνουν πιο συχνά ουσιαστικά πράγματα.
Αλλά δεν αρκεί. Γιατί οι καλές μελέτες μπορούν να οδηγήσουν σε χρήσιμους νόμους, αλλά αυτό μπορεί να μην έχει κανένα αποτέλεσμα, γιατί εδώ συχνά οι νόμοι δεν εφαρμόζονται.
Αν διαβάσεις την έκθεση του ΟΟΣΑ, ας πούμε (που καλό θα είναι να το κάνεις, ως ευσυνείδητος πολίτης), στο κεφάλαιο τέσσερα, όπου περιγράφεται ο τρόπος με τον οποίο συντάσσεται ο προϋπολογισμός του κράτους, θα φρίξεις. Ο μέσος περιπτεράς διαχειρίζεται τον προγραμματισμό του περιπτέρου του με μεγαλύτερη σοβαρότητα και επαγγελματισμό. Ο νόμος 3871/2010, που επιβάλλει σημαντικές αλλαγές σ’ αυτό το αίσχος, έχει ψηφιστεί από πρόπερσι. Αλλά δεν εφαρμόζεται.
Οι νόμοι 3853/2010 και 3845/2010 που, όπως είπαμε, ψηφίστηκαν για τη μείωση των διοικητικών βαρών, επίσης δεν εφαρμόζονται.
Πρόσφατα ψηφίστηκε ένας άλλος σημαντικός νόμος, ο 4048/2012 περί καλής νομοθέτησης, που ορίζει μια αλλαγή στον τρόπο με τον οποίο συντάσσονται οι νόμοι, για να σταματήσει η άναρχη και αλλοπρόσαλλη κατάθεση αυτοσχέδιων νομοσχεδίων προς ψήφιση στη Βουλή (αυτή τη στιγμή υπάρχουν πάνω από 70.000 νομοθετήματα σε ισχύ σε τούτη τη χώρα). Δεν είμαι καθόλου αισιόδοξος για το κατά πόσο θα εφαρμοστεί.
Το θέμα της δημόσιας διοίκησης, λοιπόν, πάντα σκαλώνει σε μερικά σημαντικά μέρη: Στο μηχανισμό που φτιάχνει τους νόμους, στην εφαρμογή των νόμων, στην έλλειψη επικοινωνίας σε όλες τις βαθμίδες, και βεβαίως και στη διαιώνιση της κουλτούρας της μιζέριας και της απραξίας μέσα στη δομή του δημοσίου, που πνίγει τη δημιουργικότητα των διψασμένων και περιορίζει τη συνεισφορά τους σε πυροτεχνήματα. Η παρουσία της τρόικας θα βοηθήσει κάποιους από αυτούς να βρούνε πράγματα ενδιαφέροντα να κάνουν, και μπορεί και να οδηγήσει και στην εφαρμογή μερικών από τα σημαντικά πράγματα που έχουν υλοποιηθεί -και ψηφιστεί- τα τελευταία χρόνια. Απομένει όμως πολλή δουλειά για να αλλάξει το πολιτικό προσωπικό, κι αυτή είναι δουλειά που θα πρέπει να αναλάβουμε εμείς, οι ψηφοφόροι, ενώ απομένει και πολλή δουλειά για να αλλάξει η κουλτούρα στην κοινωνία (αυτή η αξιακή πλατφόρμα, που λέγαμε) και κατ’ επέκταση και στο δημόσιο, και να δοθεί χώρος σ’ αυτούς τους ανθρώπους να κάνουν ό,τι μπορούν.
“Υπάρχουν άνθρωποι στο δημόσιο με όνειρα και φιλοδοξίες”, μου είπε ο Λεωνίδας Χριστόπουλος. “Θέλουμε να κάνουμε πράγματα και να αλλάξουμε πράγματα. Δε θέλω να αισθάνομαι ενοχές επειδή κάνω τη δουλειά μου σωστά. Θέλω μόνο ένα επίπεδο ελευθερίας για να δοκιμάσω, να εισηγηθώ κάτι νέο. Και θέλω να αισθάνομαι επαγγελματίας. Όχι σχολιαρόπαιδο”.
μια μικρότερη εκδοχή αυτού του κειμένου δημοσιεύτηκε στο τεύχος Μαΐου 2012 του περιοδικού Υποβρύχιο