Είναι περίεργο να σου ‘ρχεται στο inbox ένα κείμενο που έχεις γράψει ο ίδιος. Και δεν είναι κάτι που συνηθίζεται -πάντα μένω έκπληκτος όταν συμβαίνει, είτε με τους χλιδάνεργους, είτε με τα χαϊκού, είτε με διάφορα απ’ το Yupi. Τις προάλλες μου έστειλε η αδερφή μου ένα κείμενο για το περιοδικό Lonely Planet, που είχε γράψει το Καστελόριζο Τούρκικο νησί. Ήταν, φυσικά, αυτό εδώ το κείμενο. Και στο e-mail η προέλευσή του ήταν αδιευκρίνιστη. Η αδερφή μου προώθησε ένα κείμενο ανυπόγραφο που της ηρθε με e-mail, χωρίς να ξέρει ότι το έχω γράψει εγώ.
Πάντα εκπλήσσομαι.
Φυσικά, το ανυπόγραφο του θέματος με ενοχλεί, δεν το αρνούμαι αυτό. Όχι πάρα πολύ. Τα κείμενα για να μεταφέρονται είναι, για να κάνουν τη γύρα, και είναι και αρκετά ικανοποιητικό να συνειδητοποιείς ότι κάποιος βρήκε αρκετά ενδιαφέρον κάτι που έγραψες ώστε να το κάνει copy/paste και να το στείλει στους φίλους του, ή να το postάρει στο blog του. Αυτό που με ενοχλεί είναι το ότι, αντί για το κουτό copy/paste δεν έβαλαν ένα link. Ότι αντί να κόψουν ένα κομμάτι και να προσθέσουν το δικό τους σχόλιο, αντιγράφουν όλο το κείμενο και το πετάνε χύμα. Δεν είναι παράνομο -είναι απλή αγένεια. Είναι μέρος της online έκφρασης του Ελληνικού χαρακτήρα, αυτή τη μπάτε-σκύλοι-αλέστε-κάνω-ό,τι-γουστάρω μενταλιτέ του Έλληνα που περνά ακόμα και στις πιο μορφωμένες βαθμίδες της κοινωνίας. Η αγένεια είναι σημαντικό κομμάτι της Ελληνικής παθογένειας, δείγμα της πολιτισμικής μας καθυστέρησης, και δεν περιορίζεται στους ταξιτζήδες, τους αστυνομικούς και τις πωλήτριες. Από τον (πτυχιούχο πανεπιστημίου) που ανάβει τσιγάρο στα μούτρα σου, μέχρι τον (δημοσιογράφο) blogger που κλέβει υλικό χωρίς να αναφέρει την πηγή του, η αγένεια υπάρχει παντού.
Αλλά δεν είμαι απαισιόδοξος. Όπως εξελισσόμαστε και προοδεύουμε αργά-αργά και σε άλλους τομείς, έτσι και σ’ αυτόν σιγά σιγά θα μάθουμε να συμπεριφερόμαστε πιο ευγενικά και ανθρώπινα. Μπορεί να μας πάρει μερικούς αιώνες, βέβαια, αλλά θα γίνει. Μέχρι τότε, να ένας απλός κανόνας που μπορείς να ακολουθήσεις την επόμενη φορά που θελήσεις να μοιραστείς κάτι:
– Όταν βρίσκεις κάτι ενδιαφέρον σε ένα website και θέλεις να το στείλεις στους φίλους σου, κάνεις copy/paste το URL και το στέλνεις. Αν θέλεις να τους εξηγήσεις και περί τίνος πρόκειται, γράφεις μια πρόταση, ή κάνεις copy/paste μια παράγραφο από το κείμενο που εξηγεί το θέμα. Έτσι και επιβραβεύεις αυτόν που το έγραψε με τα κλικ των φίλων σου, και του δίνεις credit, καθώς στο δικό του site τον στέλνεις. Και ταυτόχρονα στέλνεις τους φίλους σου σ’ ένα μέρος που μπορεί να έχει κι άλλο περιεχόμενο που να τους ενδιαφέρει.
– Όταν postάρεις κάτι που βρήκες στο Ίντερνετ στο blog σου, ακολουθείς πάλι τον ίδιο κανόνα, αλλά δικαιούσαι να γράψεις και μερικά παραπάνω πράγματα, καθώς οι αναγνώστες σου δεν σε ξέρουν όπως οι φίλοι σου, και θέλουν λίγο παραπάνω ψηστήρι για να πατήσουν και να δουν τι βρήκες. Το καλύτερο είναι να γράψεις το δικό σου σχόλιο πάνω στο θέμα. Αν βαριέσαι, κάνε copy/paste ένα μέρος και στείλτους να διαβάσουν το υπόλοιπο εκεί που το βρήκες. Πάντα οφείλεις να δίνεις link, είτε μέσα στο κείμενό σου ("το βρήκα εκεί"), είτε στον πάτο του post με ένα "via τάδε". Μ’ αυτό τον τρόπο επιτυγχάνεις τα ίδια με τα παραπάνω, και επιπλέον ενημερώνεις το site που τροφοδότησες για την ύπαρξή σου. Αυτοί βλέπουν από που τους έρχεται η κίνηση. Το Google, δε, επιβραβεύει τα blogs που linkάρουν αβέρτα. Όλοι κερδίζουν, δηλαδή. Και περισσότερο από όλους εσύ, που έγινες λίγο πιο ευγενής.
UPDATE: Για να καταλάβεις πόσο περίπλοκο είναι το καθεστώς του linking, η Gatehouse Media, μια εταιρία με τοπικές εφημερίδες στις ΗΠΑ έκανε μήνυση στους New York Times επειδή στο site της Boston Globe (που ανήκει στους Times) αναδημοσιεύουν κομμάτια της Gatehouse δίνοντας link στα επιμέρους άρθρα των sites της Gatehouse (αυτό που σου λέω να κάνεις από πάνω, δηλαδή). Η Gatehouse θέλει τα links να οδηγούν στην κεντρική σελίδα των sites τους, για να βλέπουν οι επισκέπτες τις διαφημίσεις που βρίσκονται εκεί. Αν όλο αυτό σου ακούγεται ως βλακωδία, έχεις δίκιο. Διάβασε περισσότερα εδώ.