Ποιος θέλει να πληρώνει φόρους; Βρες μου έναν. Και μιας και ψάχνεις, βρες μου και κάποιον που δεν εκνευρίζεται όταν βλέπει τα γράμματα «Ε», «Ρ» και «Τ» όταν κοιτάζει ένα λογαριασμό της ΔΕΗ. Ή κάποιον που χαίρεται να πληρώνει λογαριασμούς γενικότερα.
Κανένα δεν θα βρεις.
Γιατί είμαστε άνθρωποι, και τα λεφτά είναι το μέσο που χρησιμοποιούμε για να αγοράζουμε φαγητό, μπειμπιλίνο, iPad και άλλα απαραίτητα για την επιβίωση, και έτσι νιώθουμε κάπως κτητικά απέναντί τους.
Οπότε αν το δεις από αυτή τη σκοπιά, και μόνο από αυτή, και προς στιγμήν ξεχάσεις ότι υπάρχει οποιαδήποτε άλλη σκοπιά, οποιαδήποτε λογική και οτιδήποτε άλλο στο σύμπαν γενικότερα, μπορεί να σου φανεί φυσιολογική και υγιής η ύπαρξη του κινήματος «Δεν Πληρώνω».
Σε κάθε άλλη περίπτωση, η υπόθεση αυτή, που ξεκίνησε από την ιστορία με τα διόδια στις Αφίδνες και πλέον έχει επεκταθεί, κομματικοποιηθεί και μεταλλαχθεί σε κάτι το ασαφές και πολύ περισσότερο βλακώδες, δείχνει γλαφυρά την ηθική κατάρρευση της Ελληνικής κοινωνίας, την πολύ χαλαρή επαφή μας με τη λογική και, όπως γίνεται συνήθως με τις μαζικές Ελληνικές εκδηλώσεις, την αισθητική μας. Εκτός από αυτά τα βαρύγδουπα, όμως, δείχνει και κάτι άλλο: Ότι το σοκ του Μαρτίου του ʼ10, το ότι μπήκαμε στο μηχανισμό στήριξης και έκτοτε ζούμε με τη μηχανική υποστήριξη του ΔΝΤ και της ΕΕ, δεν μας άλλαξε μυαλά. Δεν αλλάξαμε νοοτροπίες. Τις ίδιες που μας οδήγησαν στον πάτο έχουμε, κι αυτές εκδηλώνουμε, καθώς σκάβουμε προς τα κάτω.
Θυμάμαι πέρυσι τέτοιον καιρό που λέγαμε ότι η κρίση αποτελεί ευκαιρία, και ότι μέσα από την κρίση θα βγούμε δυνατότεροι, και άλλες τέτοιες μπούρδες. Η Ελληνική πτώχευση είναι το προϊόν της δουλειάς, της νοοτροπίας και της δραστηριότητας των Ελλήνων τις τελευταίες τρεις δεκαετίες, κατά τις οποίες μαζί καταπατήσαμε, μαζί φοροδιαφύγαμε, μαζί σπαταλήσαμε και, φυσικά, μαζί τα φάγαμε. Το κίνημα «Δεν Πληρώνω» είναι η αφασική εκδήλωση της άγνοιας αυτού του πράγματος, η αποτύπωση της πλήρους απουσίας αυτογνωσίας .
Το πρόβλημα και στις δύο περιπτώσεις δεν είναι οικονομικό –είναι ηθικό. Φαίνεται κάθε μέρα πιο έντονα: Εμείς οι Έλληνες δεν είμαστε κοινωνία. Είμαστε δέκα εκατομμύρια μεμονωμένα αφεντικά, ο καθένας μόνος του, με μόνο κοινό πάθος να προασπίσουμε ο καθένας το απόλυτα ατομικό του συμφέρον. Τι σημαίνει «δεν πληρώνω»; Κι αν δεν πληρώσεις εσύ, ποιος θα πληρώσει; Γιατί κάποιος πρέπει να πληρώσει για να φτιαχτούν δρόμοι και να τσουλήσει το τρένο. Δε σε νοιάζει. Δε σε αφορά. Από τη στιγμή που τα λεφτά δεν βγαίνουν απευθείας από τη δική σου τσέπη, δεν σε απασχολεί. Αυτή η νηπιακή λογική, βεβαίως, μόνο αλυσιδωτά μπορεί να λειτουργήσει, και αναπόφευκτα να οδηγήσει στη στάση πληρωμών των πάντων (ήδη έχουν αρχίσει να μην πληρώνονται κοινόχρηστα, να καθυστερούν νοίκια, τα βλέπεις γύρω σου συνέχεια), και αναπόφευκτα στην ισοπέδωση της οικονομίας, με το να μη πληρώνει κανένας για τίποτα.
Εμείς, όμως, χρειαζόμαστε ακριβώς το αντίθετο.
Για να σωθούμε και να μην πτωχεύσουμε, πρέπει να παράξουμε. Πρέπει (ως κράτος, ως κοινωνία) να αρχίσουμε να γεννάμε λεφτά. Κάποια στιγμή πρέπει να αρχίσει να πληρώνει φόρο αυτό το 60% της κοινωνίας που δεν πλήρωνε τίποτα, αυτοί οι επιχειρηματίες με τα ετήσια έσοδα των 3.000 ευρώ, οι μαγαζάτορες και οι γιατροί και οι μαφιόζοι της νύχτας. Και για να πληρώσουν αυτοί πρέπει να πληρώσεις εσύ τον καφέ στο μαγαζί τους. Και για να πληρώσεις εσύ τον καφέ πρέπει να σε πληρώσει ο εργοδότης σου. Και για να σε πληρώσει ο εργοδότης σου πρέπει να τον πληρώσει ο προμηθευτής του, και ούτω καθʼ εξής. Αυτό που χρειαζόμαστε, με άλλα λόγια, τώρα πιο πολύ από ποτέ, δεν είναι το «Δεν Πληρώνω». Είναι ακριβώς το αντίθετο. Γιατί τόσα χρόνια δανειζόμασταν, κλέβαμε, τρώγαμε.
Κάποια στιγμή πρέπει να αρχίσουμε κι εμείς να πληρώνουμε.