Πες μου ότι δεν είμαι μόνος μου. Πες μου ότι το νιώθεις κι εσύ: Τις τελευταίες εβδομάδες σα να μας έχουν απάγει και τους δυο και να μας έχουν προσγειώσει σε ένα παράλληλο σύμπαν.
Οι μέρες έχουν πάρει μια χροιά παράξενη τελευταία, σαν ένα «κλικ» να ‘χει γίνει και η πραγματικότητα να ‘χει αλλάξει, όχι πάρα πολύ (ο ήλιος ακόμα ανατέλλει στην ανατολή, ένα φεγγάρι βγαίνει τη νύχτα, στο βόρειο ημισφαίριο κάνει κρύο) αλλά εμφατικά, αν και ακατανόητα, σχεδόν ασυνείδητα.
Οι τελευταίοι μήνες ήταν δύσκολοι και περίεργοι, μα κάποια στιγμή τις τελευταίες εβδομάδες η αφήγηση της κοινής μας μοίρας έπαψε να θυμίζει αρχαία τραγωδία, σα να φτάσαμε σε ένα διχαλωτό μονοπάτι και, παίρνοντας τη στροφή, ξεπεράσαμε ένα αόρατο όριο και πια αυτό που ζούμε ξαφνικά άρχισε θυμίζει περισσότερο μαγικό ρεαλισμό γραμμένο από λατινοαμερικάνο συγγραφέα με φαντασία πυροδοτημένη από γενναίες δόσεις αγουαρδιέντε.
Ένα πράγμα είναι σαφές: Η στροφή ήταν η ανακοίνωση του Γιώργου Παπανδρέου για το δημοψήφισμα.
Σκέψου πού ήμασταν τότε, σκέψου λίγο, την επαύριο της συμφωνίας της 27ης Οκτωβρίου (την οποία κυβέρνηση και Τύπος μας παρουσίαζαν ως νίκη και ελπίδα) και δες λίγο που είμαστε τώρα, δυο εβδομάδες αργότερα: Με άλλο πρωθυπουργό, με ακροδεξιούς στην κυβέρνηση, με την αντιπολίτευση να είναι υπέρ της συμφωνίας της 27ης Οκτωβρίου, με δύο ευρωπαϊκά κράτη να έχουν καινούριους και πράους και μειλίχιους τεχνοκράτες κυβερνήτες και με τα πράγματα που βλέπουμε και ακούμε να βγάζουν λίγο λιγότερο νόημα από αυτό (το ούτως ή άλλως περιορισμένο) που έβγαζαν προηγουμένως.
Ας τα πάρουμε όσο μεμονωμένα και σκόρπια είναι:
Ο Λουκάς Παπαδήμος δεν είναι δημοκρατικά εκλεγμένος πρωθυπουργός. Είναι υπηρεσιακός, κι ας μην τον αποκαλεί έτσι κανένας (πράγμα που με τρομάζει λίγο).
Τα υψηλά ποσοστά αποδοχής του σημαίνουν διάφορα ενδιαφέροντα πράγματα, τα οποία δεν είναι διόλου κολακευτικά για το υπάρχον πολιτικό προσωπικό. Είναι προφανές ότι οι Έλληνες έχουν ανάγκη καινούρια πρόσωπα. Οποιαδήποτε πρόσωπα. Επίσης, έχουν ανάγκη κάτι για να νιώσουν ελπίδα. Οτιδήποτε.
Είμαστε λαός ενθουσιώδης κι επιφανειακός, διαμορφώνουμε γνώμη με το παραμικρό, και αγγιστρωνόμαστε σ’ αυτή με λύσσα, και μόνο όταν η πραγματικότητα γίνεται πολύ ενοχλητικά αντίθετη μ’ αυτό που έχουμε αποφασίσει την αλλάζουμε, και αμέσως αγγιστρωνόμαστε στη νέα, την ανάποδη με ακόμα μεγαλύτερη λύσσα. Θυμήσου τον Κώστα τον Καραμανλή: Δύο φορές εκλεγμένος, για πολλά χρόνια εμφατικά «καταλληλότερος», μόνο στους τελευταίους μήνες της πρωθυπουργίας του είδε την φήμη του να κατακρημνίζεται, την υστεροφημία του να καταδικάζεται και την πρωθυπουργία του να μετατρέπεται (δίκαια) σε ανέκδοτο. Κάτι παρόμοιο συνέβη και τις τελευταίες αλλοπρόσαλλες εβδομάδες του Γιώργου Παπανδρέου, που από μόνος του κατόρθωσε να κάνει τον εαυτό του και την αποχώρησή του κεντρικό θέμα συζήτησης.
Με ακριβώς τον ίδιο τρόπο αντιμετωπίζουμε τον διορισμό στην πρωθυπουργία του Λουκά Παπαδήμου. Από τη μια έχεις τις θορυβώδεις μειοψηφίες να φωνάζουν την αγαπημένη τους δισύλλαβη λέξη (χούντα!), από την άλλη τις σιωπηρές πλειοψηφίες να χαίρονται και να ελπίζουν ακριβώς επειδή δεν ξέρουν ποιος είναι αυτός ο άνθρωπος αλλά μοιάζει σοβαρός καθώς φοράει γυαλιά.
(είναι τρομερό κριτήριο για τον Έλληνα τα γυαλιά, οποιοσδήποτε μπορεί να γίνει γνωστός δημοσιογράφος και εκπρόσωπος τύπου και υπουργός μόνο και μόνο με το να φοράει γυαλιά, ούτε αγγλικά δε χρειάζεται να ξέρει)
Είναι λοιπόν εύκολο να μαντέψει κανείς τί θα γίνει παρακάτω με την πρωθυπουργία Παπαδήμου, η οποία κουβαλάει από πίσω ένα συρφετό πενήντα δημοσίων υπαλλήλων που δεν έχουν ιδέα τί πρέπει να κάνουν τώρα. Τους συμφέρει να πετύχει αυτή η κυβέρνηση; Ή να αποτύχει; Με ποιο από τα δύο σενάρια θα εξασφαλίσουν την επανεκλογή τους στις εκλογές; Και πότε θα γίνουν, αλήθεια, οι εκλογές; Αυτά τα θέματα τους απασχολούν καθώς το σύμπαν καταρρέει.
Ο Λουκάς Παπαδήμος θα διεκπεραιώσει όσα τον αφήσουν να διεκπεραιώσει και θα αποχωρήσει για το Κέμπριτζ ελπίζοντας πως οι μαχαιριές στην πλάτη δεν θα αφήσουνε ουλές για πάντα, μα θα κάνει λάθος.
Μέσα στην κυβέρνηση χώθηκαν και μερικοί απίθανοι του ΛΑΟΣ κι έχει φρίξει ο κόσμος. Βεβαίως ο κόσμος δεν έφριξε το ίδιο όταν οι ίδιοι απίθανοι μπήκαν στη Βουλή, δημοκρατικά εκλεγμένοι από το λαό. Πράγμα που αν το καλοσκεφτείς είναι πιο ανησυχητικό.
Αλλά τέλος πάντων και στις δύο περιπτώσεις οι όποιες αντιδράσεις είναι υπερβολικές. Πάντα θα υπάρχουν ακροδεξιοί και ακροαριστεροί και πάντα θα υπάρχουν άνθρωποι που θα τους ψηφίζουν. Το πρόβλημα είναι στα αντανακλαστικά του κέντρου, στο πού βρίσκεται η κοινή συνισταμένη, στο πού είναι ο κοινός παρονομαστής. Το ότι ακροδεξιοί μπήκαν σε ετούτη την κυβέρνηση-τρανσφόρμερ που έχει μέγεθος το 1/6 της Βουλής, ή το ότι υπάρχουν γενικότερα είναι λιγότερο ανησυχητικό από το ότι ο Γιώργος Ανατολάκης είναι βουλευτής και ρωτάει αν μας ψεκάζουν.
τέλος,
Υπάρχει παντού διάχυτη η άποψη ότι η επιλογή του Λουκά Παπαδήμου σπρώχτηκε από τα (δήθεν, κάποτε) παντοδύναμα media. Αυτή η ιδέα κρύβει μια τεράστια αντίφαση. Υποστηρίζει πως με κάποιο τρόπο ο «τραπεζίτης» «αγιοποιείται» από τα Mega και τις Καθημερινές επειδή εξυπηρετεί τα συμφέροντα των εκδοτών και των τραπεζών που τους στηρίζουν, ταυτόχρονα όμως αποδέχεται το ότι οι κρατικοδίαιτοι μεγαλοπαράγοντες των τελευταίων δεκαετιών –άρα και οι εκδότες- επιθυμούν την πτώχευση και την επιστροφή στη δραχμή, ώστε να γλιτώσουν τα χρέη και να αγοράσουν την Ελλάδα κοψοχρονιά με τις τεράστιες καταθέσεις που έχουν συσσωρεύσει στο εξωτερικό σε νομίσματα ασφαλή.
Δεν μπορεί να ισχύουν και τα δύο.
Αν οι εκδότες θέλουν να γυρίσουμε στη δραχμή, δεν θα αγιοποιούσαν τον Παπαδήμο αλλά θα πριμοδοτούσαν τις ήδη υπάρχουσες επιλογές που με την αδυναμία/απροθυμία τους να επιβάλλουν μεταρρυθμίσεις οδήγησαν τη χώρα κατευθείαν στην πτώχευση. Θα προωθούσαν για πρωθυπουργό το Πετσάλνικο. Θα απαιτούσαν άμεσα εκλογές.
Επίσης η αντίφαση αυτή υπογραμμίζει μια πραγματικότητα σουρεαλιστική: η παλαβή αριστερά που ζητά να μην πληρώσουμε το χρέος και να γυρίσουμε στη δραχμούλα έχει ακριβώς το ίδιο όραμα με τα λαμόγια που έχουν καταθέσεις και χρέη (επαχθή γι’ αυτούς κι αυτά). Το ίδιο πράγμα θέλουν, είναι σύμμαχοι. Είναι όπως η περιφρούρηση της Βουλής από το ΠΑΜΕ, αυτά τα πράγματα στις παρυφές της λογικής, εκεί που η πραγματικότητα γίνεται κάτι θολό.
Πράγματα που γίνονται τελευταία όλο και πιο συχνά.
Αυτά είναι που με τρομάζουν πιο πολύ.
Εμένα δε μου αρέσει ο μαγικός ρεαλισμός, πιστεύω πως ο κανονικός ρεαλισμός έχει αρκετή μαγεία μέσα του (με ή χωρίς αγουαρδιέντε), δε χρειάζεται παραπάνω. Ο κόσμος είναι από μόνος του αρκετά περίπλοκος, και για να τον αποκρυπτογραφήσουμε χρειάζονται σταθερές. Χρειάζονται κάποια δεδομένα.
Στην Ελλάδα πλέον όλο και λιγότερα πράγματα είναι δεδομένα. Εμείς, ας πούμε.
Εμείς ίδιοι μένουμε.
Η πραγματικότητα είναι που γίνεται όλο και πιο δυσνόητη.
Διάβασε: