Το ανθρώπινο σώμα έχει, όπως ξέρεις, θερμοκρασία γύρω στους 37 βαθμούς Κελσίου. Γιατί τότε υποφέρουμε όταν η ατμόσφαιρα γύρω μας έχει παρόμοια θερμοκρασία; Μια χαρά είναι το απομέσα μας όλο το χρόνο -γιατί όταν το απ’ έξω γίνεται το ίδιο ζεστό νιώθουμε άσχημα;
Η απάντηση είναι ότι το ανθρώπινο σώμα δεν είναι ένα αντικείμενο με σταθερή θερμοκρασία, αλλά λειτουργεί ως αντλία θερμότητας: Τη θερμότητα που παράγει όλη μέρα-κάθε μέρα τη διοχετεύει στο περιβάλλον με διάφορους μηχανισμούς (αναπνοή, ιδρώτας κλπ). Όταν η θερμοκρασία του περιβάλλοντος αυξάνεται, το σώμα δυσκολεύεται να ξεφορτωθεί τη θερμότητα που παράγει. Το εξηγεί το Slate πολύ απλά και κατανοητά εδώ.
We transfer that heat into our surroundings by sweating, exhaling warm air, and circulating blood near the surface of our skin to cool. When the temperature gradient (or difference) between the body and the air is high, heat flows easily from us into the environment, and we cool down. But when the weather hovers around our internal temperature, our inner swelter lingers, and we feel hot and uncomfortable. Humidity makes things worse by interfering with the vaporization of sweat, one of the human body’s main cooling mechanisms.
Από την άλλη, όταν έχει πολύ κρύο το σώμα χάνει τη θερμότητά του πολύ πιο γρήγορα από όσο πρέπει, και κρυώνει.
Αν υπάρχει ένα μέρος στη Γη όπου έχει πάντα 29-30 βαθμούς χωρίς πολλή υγρασία, να μου το πείτε.