Ελληνικές Εκλογικές Ιστορίες

Την προηγούμενη Παρασκευή ζήτησα από τους παραλήπτες του newsletter μου να μου στείλουν ιστορίες που τους έχουν συμβεί και έχουν σχέση με εκλογές. Στον αποστολέα της ιστορίας που θα μου άρεσε πιο πολύ θα χάριζα ένα βιβλίο, το “Triumph of the City” του Έντουαρντ Γκλέιζερ, που το διάβασα πρόσφατα και πολύ μου άρεσε. Μιλάει για τις πόλεις, πώς πετυχαίνουν, και γιατί είναι το καλύτερο πράγμα που έχουνε φτιάξει οι άνθρωποι.

Γράψου εδώ για να παίρνεις το newsletter μου κάθε Παρασκευή:

[gravityform id=1 title=false description=false]

Φανταστικοί άνθρωποι μου στείλανε πάρα πολλές μικρές και μεγάλες ιστορίες, κάποιες από τις οποίες μικρή σχέση είχαν με τις εκλογές, αλλά όλες ήταν πολύ ενδιαφέρουσες. Εδώ θα σας δείξω οκτώ από αυτές, νάτες παρακάτω. Πρώτη πρώτη, η ιστορία που μου άρεσε πιο πολύ, και κέρδισε και το βιβλίο:

election

1. Δαγκωτό

Τελευταίες εθνικές εκλογές, είμαι Δικαστική Αντιπρόσωπος κάπου στο νομό Καβάλας. Αμέσως μετά την εκκλησία, οπότε πλακώνει κόσμος, ειδικά αν είναι απέναντι από το νηπιαγωγείο-εκλογικό κέντρο. Ο κύριος Α, περί τα 40, φέρνει την υπερήλικη μητέρα του Β να ψηφίσει. Απο πίσω, έτερος κύριος Γ.

Α: Ήρθαμε να ψηφίσουμε.
Εγώ: Πολύ ωραία. Κυρία μου, ορίστε το πακετάκι σας με τα ψηφοδέλτια και ο φάκελος. Βάζετε μέχρι τόσους σταυρούς, αν δε θέλετε, δε βάζετε κανένα, κλείνετε το φάκελο ΜΕ ΤΟ ΑΥΤΟΚΟΛΛΗΤΟ (όσες φορές και να το έχω πει, το πόσους σαλιωμένους φακέλους έχω αναγκαστεί να κλείσω δε λέγεται) και αν χρειαστείτε βοήθεια, με φωνάζετε.
Α: Εσάς γιατί;
Εγώ: Γιατί εγώ είμαι η Δικαστική Αντιπρόσωπος.
Α: Ναι, αλλά εγώ είμαι ο γιός της
Εγώ: Ε, και; (από μέσα μου). Δεν αντιλέγω, αλλά ο μοναδικός που μπαίνει μέσα στο παραβάν με τον ψηφοφόρο είναι ο Δικαστικός Αντιπρόσωπος (από έξω μου).
Α: Αποκλείεται.
Εγώ: Κλείεται κύριέ μου. Ο νόμος είναι σαφής. Εσείς δεν έχετε κανένα δικαίωμα να μπείτε στο παραβάν.
Α: Και πώς θα ψηφίσει η μάνα μου;
Εγώ: Θα τη βοηθήσω εγώ.
Α: Και εγώ πού ξέρω ότι θα ψηφίσει σωστά; Θα της το δώσω σταυρωμένο.
Εγω: Αυτό αποκλείεται. Θα μπω μαζί της στο παραβάν, θα μου πει ποιό κόμμα και ποιόν υποψήφιο θέλει και αυτό θα ψηφίσει.

Στο σημείο αυτό πετάγεται ο κύριος Γ:

Γ: Κυρία αντιπρόσωπε, έχει δίκιο ο κ. Α. Αυτό που κάνετε είναι παράνομο.
Εγώ: Είπατε κάτι κύριέ μου;
Γ: Ναι, ότι αυτό που κάνετε είναι παράνομο.
Εγώ: Ποιό ακριβώς;
Γ: Το ότι δεν το αφήνετε να μπει στο παραβάν με τη μάνα του. Αν δεν θα κάνετε, θα πάω στον Εισαγγελέα.
Εγώ: Σοβαρά;
Γ: Ναι, γιατί παρανομείτε. Η δουλειά σας είναι να κάνετε τις εκλογές σωστά και όχι να μπαίνετε στα παραβάν με τους ψηφοφόρους.

Εδώ λοιπόν παράτησα τις ευγένειες (γιατί άμα δουν γυναίκα και μάλιστα μικρή απέναντί τους μόνο έτσι καταλαβαίνουν) και τους έψαλα καταλλήλως, τονίζοντας ότι ο μοναδικός που μπαίνει στο παραβάν με τον υποψήφιο είναι ο Δικαστικός Αντιπρόσωπος και ότι αν ήθελα, εκείνη τη στιγμή έφερνα αστυνομία να τους συλλάβει γιατί παρεμποδίζουν την εκλογική διαδικασία και ότι ανάμεσα στα δικαιώματά μου είναι και αυτά του Ανακριτή, και ότι αρκετά με κουράσανε, και εμένα και τον κόσμο που έχει μαζευτεί στην ουρά και περιμένει και “εκπρόσωπος του Νόμου εδώ μέσα κύριε είμαι εγώ και όχι εσείς, la loi c’est moi και φροντίστε να το καταλάβετε για να μην έχουμε άλλα”. Μπήκε και ο Αστυνομικός που άκουσε τις φωνές, τους είπε να μη δημιουργούν πρόβλημα, και με τα πολλά μπαίνω στο παραβάν με τη γιαγιά, αφού ο Α της είπε: “μάνα, το Τάδε κόμμα θα ψηφίσεις”.

Μέσα στο παραβάν λοιπόν, η γιαγιά, σκαλίζει τη ντάνα με τα ψηφοδέλτια, με κοιτάει, μου φέρνει το δάχτυλο στα χείλη και μου κάνει “σους!”, ΔΙΑΛΕΓΕΙ ΤΟ ΨΗΦΟΔΕΛΤΙΟ ΤΟΥ ΑΝΤΙΠΑΛΟΥ ΚΟΜΜΑΤΟΣ, βάζει σταυρούς, κλείνει το φάκελο, βγαίνουμε και ψηφίζει.

Α: Το έριξες μάνα;
Γιαγιά: Δαγκωτό αγόρι μου!

Το πονηρό χαμόγελο και το κλείσιμο του ματιού που μου έκανε η γιαγιά φεύγοντας μου έφτιαξε τη μέρα. Τόσο, που ούτε που έδωσα σημασία στον Γ.

 

2. Η Γιαγιά

Περίμενα υπομονετικά έξω από ένα εκλογικό τμήμα να έλθει η σειρά μου να ψηφίσω. Δεν θυμάμαι ποια χρονιά ήταν, πάντως είχαμε βουλευτικές εκλογές, τότε που το ΠΑΣΟΚ το διαφέντευε ο ΓΑΠ ή Γιωργάκης και που ο Βενιζέλος ήταν ακόμη τσιράκι του. Ήλθε, λοιπόν, υποβασταζόμενη απ’ την κόρη της μια ηλικιωμένη κυρία για να ψηφίσει. Η ηλικία της δικαιολογούσε την αποχή, αλλά προφανώς η γιαγιούλα (όπως αποδείχτηκε) ήθελε να ψηφίσει κι η κόρη της δεν την απέτρεψε.
Όπως ήταν φυσικό, η δικαστική αντιπρόσωπος, βλέποντας την ηλικιωμένη κυρία, την πέρασε εκτός σειράς και κανείς, βέβαια, δεν διαμαρτυρήθηκε. Η γιαγιούλα, ένιωσε ανασφάλεια όταν έπρεπε να πάρει τα ψηφοδέλτια και να πάει στο παραβάν. Η κόρη της ζήτησε απ’ την δικαστική αντιπρόσωπο να βοηθήσει την μητέρα της, όπως είναι ο κανονισμός και βέβαια η ΔΑ ανταποκρίθηκε πρόθυμα. Πήρε στο ένα χέρι της τα ψηφοδέλτια και τον φάκελο, και με το άλλο υποβάσταζε την γιαγιούλα προχωρώντας μαζί της στο παραβάν. Η γιαγιούλα όλο κι έχανε το έδαφος κάτω απ’ τα πόδια της, να ζητάει την κόρη της να μπει μαζί τους, η οποία να της λέει:

-Μα σου εξήγησα ότι δεν θα μπω μαζί σου την κρίσιμη στιγμή της επιλογής του ψηφοδελτίου.
Η ΔΑ με ευγένεια την καθησύχαζε ότι έτσι πρέπει να γίνει, να πάνε μαζί στο παραβάν.
Όλοι εμείς παρακολουθούσαμε με ενδιαφέρον την εξέλιξη, αν και κάποιοι δυσανασχετούσαν για την καθυστέρηση της ροής της ψηφοφορίας εξ αιτίας μιας γιαγιάς.
Με τα πολλά μπήκαν στο παραβάν η γιαγιά με την δικαστική αντιπρόσωπο.
Ακουγόταν χαμηλόφωνα η ΔΑ να ρωτάει:
-Ποιο κόμμα θέλετε;
Η γιαγιά (όπως καταλάβαμε) έβγαλε απ’ την τσέπη της ένα ψηφοδέλτιο, διπλωμένο και της το έδωσε λέγοντας:
-Αυτό!
Όπως είναι το σωστό, η ΔΑ άνοιξε το διπλωμένο χαρτί και ρώτησε την γιαγιά, για να βεβαιωθεί ότι η επιλογή είναι της εκλογέως, χαμηλόφωνα μεν αλλά εμείς παρ’ όλα αυτά ακούγαμε, διότι το “χαμηλόφωνα” ήταν μόνο για τ’ αυτιά της γιαγιάς
-Θέλετε το ΠΑΣΟΚ;
Κι η γιαγιά απάντησε:
-Δεν ξέρω ΠΑΣΟΚ. Ξέρω αυτόν που μου χαμογελάει κάθε μέρα στην τηλεόραση. Αυτόν θέλω.

 

3. Κεράσια

Καλοκαίρι 2009 Ευρωεκλογές.
Καλούμαι στη Εφορευτική Επιτροπή του χωριού μου κ ως ενσυνείδητη και ευσυνείδητη πολίτης παρουσιάζομαι να αναλάβω καθήκοντα στις 6.30 το πρωί. Ταυτόχρονα εμφανίζεται παλιός φίλος (επίσης μέλος της Εφορευτικής) με τον οποίο είχαμε χαθεί για κάποια χρόνια.
Γύρω στις 9 εμφανίζεται μαμά παλιού φίλου κουβαλώντας τεράστια λεκάνη με κεράσια.
Κουβέντα στην κουβέντα με το φίλο (κ επειδή στο χωριό ψηφίζουν περίπου 100 άτομα, τα οποία έρχονται σε δύο «φουρνιές», μία μετά την εκκλησιά το πρωί κ μία μετά το μεσημεριανό ύπνο γύρω στις 4, οπότε δεν είχαμε κ πολλή δουλειά), καφεδάκι, τσιγαράκι, κερασάκι, μέχρι τις 12 είχαμε πιει 3 καφέδες, είχαμε καπνίσει 1,5 πακέτο ο καθένας κ είχαμε τελειώσει κ τη λεκάνη με τα κεράσια.
Δυστυχώς, κ ενώ εμείς περνούσαμε καταπληκτικά, γύρω στις 5-6 το απόγευμα, το στομάχι κ γενικότερα το εντερικό μας σύστημα άρχισε να διαφωνεί με την τόση καλοπέραση κ αποφάσισε να μας τη χαλάσει με αποτέλεσμα να αρχίσουμε να χρησιμοποιούμε με βάρδιες τη μία κ μοναδική τουαλέτα του (πρώην) σχολείου – εκλογικού κέντρου.
Καθώς ήμαστε οι μόνοι που είχαν πάρει την απόφαση να παρουσιαστούν στην Εφορευτική, απέμεινε μόνος ο δόλιος ο δικαστικός αντιπρόσωπος να μετράει ψηφοδέλτια. Λίγες μέρες μετά τον συνάντησα τυχαία στη Σταδίου. Άλλαξε πεζοδρόμιο.

 

4. Το τηλεφώνημα

Στις εθνικές εκλογές του 2012 (Μάιος ή Ιούνιος, δε θυμάμαι), καθώς έμπαινα στην αίθουσα του εκλογικού κέντρου για να ψηφίσω, βλέπω τον δικαστικό αντιπρόσωπο να μιλάει στο τηλέφωνο με πολύ σοβαρό ύφος. Υποθέτω λοιπόν ότι είναι ένα τηλεφώνημα σημαντικό, ένα τηλεφώνημα που αφορά την εκλογική διαδικασία και θα καθορίσει ενδεχομένως το μέλλον της χώρας (εντάξει ίσως τα παραλέω, όλα μας φαινόντουσαν δραματικά όμως εκείνο τον καιρό). Πλησιάζω λοιπόν για να πάρω τα ψηφοδέλτια και ακούω τι λέει ο δικαστικός αντιπρόσωπος σ’αυτό το σημαντικό τηλεφώνημα: «ναι, δύο μπριζολάκια με απ’όλα και πολλή ουγγαρέζα». Σφίχτηκα να μη γελάσω και μπήκα στο παραβάν.

 

5. Η Γιαγιά ΙΙ

Στις τελευταίες εκλογές με είχε πιάσει πανικός. Πανικός με τις απόψεις των πολιτικών, των ανθρώπων γύρω μου, τις απόψεις περί Αργεντινής, αλλά κυρίως τον κίνδυνο της Χρυσής Αυγής. Ζούσα χρόνια στην Αμερική και είχα δει από κοντά τι κάνει ο φόβος του ξένου και του ρατσισμού στην καθημερινή ζωή σου. Στα Αμερικάνικα αεροδρόμια χαιρόμουν ενδόμυχα όταν ταξίδευα μόνη μου γιατί είμαι ξανθιά και πέρναγα εύκολα από τους ελέγχους, ενώ όταν ταξίδευα με τον εντελώς μελαχρινό μουσάτο φίλο μου, ήξερα ότι θα περάσει μέχρι και σωματικό έλεγχο προκειμένου να επιβιβαστούμε. Γελοίο, αλλά συνέβαινε. Και γελοίο που μου είχε εντυπωθεί αυτή ακριβώς η σκέψη στο μυαλό μου όταν σκεφτόμουν τον ρατσισμό. Αυτή η εικόνα όμως ήταν για χρόνια η καθημερινότητα μου και σκεφτόμουν ότι αν αυτό συνέβαινε σε τέτοιο βάθμο σε εμάς που ήμασταν πιο δυνατοί με περισσότερο πλούτο αλλά και δικαιώματα, ποιός ξέρει τι γινόταν καθημερινά στους αδύναμους και πιο φτωχούς.

Με αυτές τις χαρούμενες σκέψεις να με ζαλίζουν, ετοιμαζόμουν να πάω να ρίξω μια ψήφο πανικού, όταν με πήρε η μαμά μου τηλέφωνο και με ρώτησε αν θα με πείραζε να πάω να βοηθήσω την γιαγιά μου να ψηφίσει. Βαθιά δημοκρατική και ευσυγκίνητη, δήλωσα ότι προφανώς θα βοηθήσω την υπέργηρη γιαγιά μου να πάει να ψηφίσει. Μπήκα λοιπόν στο αυτοκίνητο, πήρα την γιαγιά μου από το σπίτι της, πήγαμε στο εκλογικό κέντρο και αφού της είπα πόσο περήφανη είμαι που ακόμα σε αυτήν την ηλικία εξασκεί τα δικαιώματα της, την αγκάλιασα και περίμενα να επιστρέψουμε στο αυτοκίνητο.

Ακριβώς όπως βγαίναμε και είχα ήδη πατήσει τον συναγερμό του αυτοκινήτου, ένας μαυροφορεμένος μπρατσαράς έτρεξε προς το μέρος μας, φωνάζοντας: “Κυρία Σοφία, κυρία Σοφία, μισό λεπτό να σας βοηθήσω!” Και έντρομη είδα την γιαγιά μου να γυρνάει προς τον μπρατσαρά και να λέει, “Στάυρο αγόρι μου, σε ευχαριστώ πολύ. Ψήφισα ήδη και είμαι σίγουρη ότι θα κερδίσουμε. Χριστίνα μου, αυτό το καλό παιδί είναι ο Σταύρος που με βοηθάει με τα ψώνια μου τα πρωινά και πρέπει κι εσύ να ψηφίσεις Χρυσή Αυγή για να τον ευχαριστήσουμε!”.

Το απόλυτο σοκ. Και η απόλυτη ισοπέδωση. Τα χρόνια κατήχησης που έκανα στην γιαγιά μου περί δημοκρατικότητας και ίσων δικαιωμάτων είχαν εξαφανιστεί σε μια στιγμή λόγω κάποιου λιμοκοντόρου που την βοηθούσε στα ψώνια της. Τι κι αν εγώ με το μισθό μου ήμουν αυτή που πλήρωνα γι αυτά τα ψώνια. Άλλη ανάγκη είχε η γιαγιά μου και καλά να πάθω η γελοία που ήμουν τόσα χρόνια απούσα. Περιττό βέβαια να σας πω, ότι δεν την ξανάφησα να πάει μόνη της για ψώνια. Και φυσικά, αυτήν την Κυριακή, εγώ την γιαγιά μου, δεν θα την βοηθήσω να πάει πουθενά. Άντε μην την κλειδώσω και μέσα κιόλας, την δημοκρατία μου μέσα. Κανέναν καλό κλειδαρά ξέρετε;

 

6. Ο χαρλεάς

Μεγαλώνοντας, είχα την τύχη να συμμετέχω ενεργά στις εκλογές σαν γραμματέας και μάλιστα όχι σε μεγάλο εκλογικό τμήμα, μα σε χωριό. Οι περισσότεροι κάτοικοι ερχόταν με ήδη σταυρωμένα ψηφοδέλτια, αναμενόμενο δυστυχώς… και πάνω κάτω ξέραμε τι ψήφιζαν, αφού έκαναν χαριτωμενιές στον αντιπρόσωπο του οποίου το κόμμα στήριζαν. Ήταν αρκετά βαρετά και συνηθισμένα όλα θα έλεγα, μέχρι που μπήκε εκείνος ο παππούς. Ήταν γύρω στα 70, φορούσε αγροτικά ρούχα, μα δερμάτινα γάντια σαν χαρλεάς. Ήρθε ανέμελος, τα έψαλε σε όλους τους αντιπροσώπους των κομμάτων, ψήφισε και έφυγε… Ανέβηκε στη μηχανή του και μαρσάροντας έφυγε φορτσάτος. Μάθαμε ότι ο κύριος αυτός ζούσε μακριά από το χωριό και κατέβαινε όποτε χρειαζόταν μονάχος του. Δούλευε στα χωράφια του και ήταν μονίμως χαμογελαστός.

 

7. Τα ψηφοδέλτια

Τις στιγμές χωρίς ίντερνετ σκέφτεσαι περισσότερο. Ή μάλλον βάζεις τον εαυτό σου σε διαδικασία παραγωγής περιεχομένου για να τον ψυχαγωγήσεις. Χθες πήρα ένα αεροπλάνο για να έρθω στην πόλη που ψηφίζω. Μετά από 1 ώρα θα συνειδητοποιούσα ότι αυτό το αεροπλάνο είχε σκασμένο λάστιχο, πράγμα που θα με έκανε να ζήσω την πρώτη δύσκολη προσγείωση της ζωής μου. Στο μεταξύ, όμως, είχα στη διάθεσή μου 45 περίπου λεπτά χωρίς τις 4 οθόνες μου που κείτονταν στα πόδια μου μοιρασμένες στις 2 τσάντες μου.

Αυτό για να σε βάλω στο κλίμα:
Η Ήπειρος όλο βουνά, αλλά ανάμεσα βρέθηκαν κάτι ισιώματα (σιάδια στην τοπική διάλεκτο) κι έτσι οι άνθρωποι δημιούργησαν χωράφια και γύρω από αυτά ζωές πολύ διαφορετικές από τις δικές μας σήμερα. Με τον καιρό και για λόγους που κατανοώ πλήρως, έμειναν ελάχιστοι άνθρωποι γύρω σε αυτούς τους οικισμούς. Κυριολεκτώ με το ελάχιστοι. Περίπου 15 στις αρχές της δεκαετίας του ’90 που μαζί με εμένα τα καλοκαίρια γίνονταν 16. Ανέβαζα τον αριθμό του πληθυσμού και έριχνα σημαντικά το μέσο όρο ηλικίας.

Και αυτό για να σου πω τι σκεφτόμουν στο αεροπλάνο με το σκασμένο λάστιχο:
Μόλις χτες αντελήφθην ότι υπήρχαν κάποια χρόνια τα καλοκαίρια των οποίων τα πέρασα ανάμεσα σε ψηφοδέλτια του ΠΑΣΟΚ.
Στο σπίτι των παππούδων μου, λοιπόν, υπήρχαν χιλιάδες ψηφοδέλτια του ΠΑΣΟΚ. Τα ψηφοδέλτια αυτά βρισκόταν σε όλα τα συρτάρια μιας συρταριέρας που τότε ήταν δύο φορές το ύψος μου (δεν κατάφερα να την ξεπεράσω σημαντικά στο ύψος στα επόμενα χρόνια), σε όλα τα τραπέζια και τα περβάζια. Ήταν σε μέγεθος Α5. Θυμάμαι ότι τα ονόματα των υποψηφίων δεν ήταν πάνω από 5 -6 και ότι ο ήλιος του ΠΑΣΟΚ που βρισκόταν στην κορυφή είχε κενά που μπορούσα να ζωγραφίσω. Όσο και να προσπαθώ δε μπορώ να θυμηθώ ούτε ένα όνομα από τους υποψηφίους.

Δεν είχα καταλάβει ποτέ τι είναι αυτά τα χαρτιά ούτε είχα ενδιαφερθεί να μάθω τι δουλειά είχαν στο σπίτι μας. Ήταν έτσι στοιβαγμένα ώστε να μη φαίνεται η μπροστά σελίδα. Χρησίμευσαν, όμως, για τις ζωγραφιές μου και για τα πρώτα μου βήματα στα μαθηματικά και για την ελληνική γλώσσα. Αυτά τα ψηφοδέλτια σε εκείνη την ξεχασμένη επαρχία της Ελλάδας ενεργοποίησαν και βοήθησαν το συνταξιούχο δάσκαλο παππού μου, από όταν ήμουν 3,5 ετών να με μάθει να διαβάζω, να γράφω, να μετράω, να πολλαπλασιάζω. Αργότερα να διαιρώ, να σημειώνω αποσπάσματα βιβλίων, να γράφω τις δικές μου ιστορίες. Αυτός και εγώ πάνω από τις πίσω κενές σελίδες των ψηφοδελτίων του ΠΑΣΟΚ, εγώ να μαθαίνω τον κόσμο και αυτός να μου κάνει το μεγαλύτερο δώρο που μπορεί να κάνει όχι μόνο ένα παππούς στην εγγονή του, αλλά οποιοσδήποτε άνθρωπος σε άλλον άνθρωπο.

Δε γνωρίζω ποιος μπορεί να είχε φέρει όλα αυτά τα ψηφοδέλτια στο σπίτι των παππούδων μου. Περίμενε κάτι από αυτούς άραγε; Σπάνια οι κουβέντες ερχόταν στα κομματικά τότε. Μήπως ο παππούς μου ζήτησε από κάποιο εκλογικό κέντρο να μην πετάξουν τα ψηφοδέλτια που περίσσεψαν και να τα κρατήσει στο σπίτι για να σημειώνει; Τι να έγιναν όλα αυτά τα ψηφοδέλτια; Τι πίστευε ο παππούς μου για το ΠΑΣΟΚ τότε; Γιατί δε ρώτησα ποτέ για αυτά τα ψηφοδέλτια; Μέχρι και τώρα αρνούμαι να κάνω την αφαίρεση των χρόνων και να ψάξω τους υποψηφίους εκείνης της περιόδου στο Νομό Ιωαννίνων.

 

8. “Ο καλύτερος έχει σκοτώσει τη μάνα του”

Βουλευτικές εκλογές, 6 Μαΐου 2012.
Ασκούμενος δικηγόρος, πρώτη φορά κάνω εκλογές ως δικαστικός αντιπρόσωπος. Στο ορεινό χωριό του νομού Ηλείας όλα είναι ήρεμα, ήσυχα, καταπράσινα. Οι άνθρωποι φιλόξενοι, ο πρόεδρος της κοινότητας εγκάρδιος, όλοι βοηθούν, όλοι πρόθυμοι να κυλήσει η μέρα ήσυχα. Εγώ, εννοείται ψαρωμένος.
Ως συνήθως, το εκλογικό κέντρο στεγάζεται στο παλιό δημοτικό του χωριού. Παιδάκια παίζουν, άνθρωποι πηγαινοέρχονται, το κλίμα ευχάριστο.
Ώσπου γίνεται ως συνήθως η στραβή: θειά έρχεται να ψηφίσει, θειά δεν βρίσκει στο πακέτο των ψηφοδελτίων το κόμμα που θέλει να ψηφίσει (προφανώς ένα απλό λάθος από το μέλος της εφορευτικής που μοίραζε τα ψηφοδέλτια), θειά δημιουργεί πανικό!

Κατηγορίες για ανεπάρκεια, χάος, νοθεία, για παιδιά που κυκλοφορούν μέσα στο σχολείο, μέσα στα παραβάν, μέσα στις κάλπες, μέσα στους τείχους, βιασμούς γριών, δολοφονίες, Καμόρα και ναρκωτικά! Αλ Καπόνε είσαι λίγος!

Και επειδή φυσικά “θα μου έδειχνε” αυτή, πήρε τηλέφωνο και στην Αστυνομία και στην Εισαγγελία της Ηλείας να με καταγγείλει!

Η Αστυνομία, όπως πάντα, με πλήρη ευσυνειδησία και τρομερά αντανακλαστικά, δεν πήρε ούτε τηλέφωνο να με ρωτήσει τι έγινε. Πήραν, όμως, από την Εισαγγελία! Και κάπου εκεί μού κόπηκαν τα πόδια, ειδικά μέχρι να διευκρινίσει η γυναίκα στην άλλη άκρη της γραμμής πως δεν είναι η Εισαγγελέας Υπηρεσίας, αλλά η γραμματέας της (ουφ!). Δεν μπορώ να πω, ευγενέστατη η δικαστική υπάλληλος, ζήτησε μόνο να μάθει τι έγινε, με νουθέτησε να είμαι (πιο) προσεκτικός, με προστάτεψε από την Εισαγγελέα που δεν έμαθε ποτέ τι έγινε και πριν κλείσει το τηλέφωνο μού είπε επί λέξει: “Παιδί μου, πρόσεχε! Δεν ήξερες που πήγαινες; Εκεί πάνω ο καλύτερος έχει σκοτώσει τη μάνα του!”.

Ομολογώ, πως δεν κατάλαβα κάτι τέτοιο, ή τουλάχιστον, οι υπόλοιποι έκρυψαν καλά τα φονικά τους ένστικτα. Περαιτέρω προβλήματα και απρόοπτα δεν είχα, το μεσημέρι ο πρόεδρος φρόντισε να στηθεί (μέσα στο εκλογικό κέντρο) ένα τραπέζι ισάξιο γαλατικού χωριού, για να ευχαριστήσει εμένα και την εφορευτική επιτροπή, η κάλπη έκλεισε και η καταμέτρηση ξεκίνησε.-

 

Γράψου εδώ για να παίρνεις το newsletter μου κάθε Παρασκευή:

[gravityform id=1 title=false description=false]

election