Εχτές, όπως πιθανότατα άκουσες, κυκλοφόρησε σε πολλά περίπτερα (όχι σε όλα γιατί, όπως έμαθα, πολλά περίπτερα δεν πουλάνε πια εφημερίδες, γιατί δεν έχει νόημα) μία εφημερίδα που λέγεται Ελευθεροτυπία. Αποφάσισα να πάρω ένα αντίτυπο της εφημερίδας και να το δοκιμάσω, όπως δοκιμάζω τα gadgets. Να προσεγγίσω αυτό το αντικείμενο μ’ αυτό τον τρόπο, για να δούμε τι θα βγει. Βγήκε το εξής:
Αυτή είναι η Ελευθεροτυπία. Μία εφημερίδα.
Η “Ελευθεροτυπία” είναι ένα αντικείμενο που μπορεί να περιγραφεί ως “πακέτο από χαρτιά”. Είναι 32 μεγάλα φύλλα χαρτιού (μεγέθους όσο περίπου 4 iPad), διπλωμένα στη μέση. Τα χαρτιά είναι τυπωμένα και από τις δύο πλευρές. Κάποιες από αυτές είναι έγχρωμες, οι περισσότερες ασπρόμαυρες. Το χαρτί είναι σχετικά λεπτό και χαμηλής ποιότητας. Τσαλακώνει εύκολα και είναι σε ενοχλητικό βαθμό ημιδιάφανο: Στα λευκά σημεία του χαρτιού, μπορείς να δεις το αχνό περίγραμμα των λέξεων και των εικόνων της τυπωμένης σελίδας αποπίσω.
Το μέγεθος του αντικειμένου είναι προβληματικό. Είναι πολύ μεγάλο για άνετο διάβασμα ενιαίου κειμένου, με αποτέλεσμα τα τυπωμένα κείμενα να πρέπει να είναι κατακερματισμένα σε στήλες και κουτάκια. Η διαδικασία της ανάγνωσης δεν είναι βολική και πολύ συχνά ο αναγνώστης αναγκάζεται να διπλώσει τις σελίδες με ευφάνταστους τρόπους για να κρατήσει τη σελίδα άνετα και να διαβάσει αυτό που θέλει. Τα γράμματα κατά κανόνα είναι μεγαλύτερα από ό,τι θυμόμουν. Ίσως επειδή έχουν αλλάξει οι ηλικίες που καταναλώνουν το συγκεκριμένο προϊόν.
Το μέγεθος επηρεάζει και τη φορητότητα του αντικειμένου. Μια εφημερίδα δεν χωράει σε φυσιολογικές τσέπες ενώ πρέπει να διπλωθεί μία ή δύο φορές για να χωρέσει σε μια τσάντα. Κάθε δίπλωμα καταπονεί τη φυσική ακεραιότητα του φύλλου, το οποίο όπως είπαμε τσαλακώνει με το παραμικρό, ενώ δε λείπουν τα συχνά μικρο-σκισίματα. Το φύλλο από τη φύση του πάντως είναι γενικά ανθεκτικό σε πτώσεις αλλά δεν αντέχει πολλή κακομεταχείριση. Και βέβαια πλήττεται καίρια από οποιαδήποτε επαφή με υγρά. Είναι, πάντως, αρκετά ελαφρύ.
Το αντικείμενο δεν υποστηρίζει προβολή βίντεο. Δεν έχει ενσωματωμένο φωτισμό. Είναι πολύ δύσκολο να κάνεις το περιεχόμενό του share στα social media.
“Ανοίγοντας” την εφημερίδα διαπιστώνουμε πως πρόκειται για ένα μέσο κατανάλωσης περιεχομένου. Το “φύλλο” της Ελευθεροτυπίας περιέχει μια συλλογή από άρθρα ποικίλης ύλης πλαισιωμένα από φωτογραφίες. Συγκεκριμένα, μέτρησα περίπου 118 άρθρα διαφόρων μεγεθών -τα περισσότερα μικρά.
Η πρώτη σελίδα λειτουργεί ως ενδεικτικό navigation του περιεχομένου, ενώ στο εσωτερικό το περιεχόμενο είναι χωρισμένο σε θεματικές κατηγορίες. Η κύρια κατηγορία της εφημερίδας είναι τα πολιτικά και κοινωνικά νέα, ενώ υπάρχουν μικρότερες υποενότητες με θέματα πολιτισμού, αθλητικά και οικονομικά νέα. Υπάρχουν και σελίδες με χρηστικές πληροφορίες, όπως τις χτεσινές τιμές του χρηματιστηρίου, το πρόγραμμα των κινηματογράφων και τα φαρμακεία. Τα μόνα interactive στοιχεία της είναι μισή σελίδα με δύο σουντόκου, ένα σταυρόλεξο και μια άσκηση σκάκι, και κάποια εικονίδια που μπορείς να στοχεύσεις με ένα smartphone app για να δεις περισσότερες φωτογραφίες σε οθόνη. Βεβαίως τίθεται το ερώτημα: Τι να την κάνεις την εφημερίδα αν έχεις smartphone. Αλλά αυτά θα τα πούμε παρακάτω.
Το τι γράφουν μέσα τα κείμενα της εφημερίδας είναι ένα άλλο σημαντικό θέμα. Καθώς πρόκειται ένα offline προϊόν πολυτελείας (θα τα πούμε και παρακάτω), θα περίμενε κανείς τα κείμενα να είναι εξαιρετικής αξίας ή ασυνήθιστα υψηλότερης από τις συνήθεις πηγές ανάγνωσης που έχει διαθέσιμες ο σύγχρονος αναγνώστης. Κατά κανόνα, δεν είναι.
Τα κείμενα της εφημερίδας είναι γραμμένα με στεγνή γλώσσα, με την άποψη των συντακτών πάντως πολύ συχνά εμφανή και προβεβλημένη, ακόμα και σε άρθρα καθαρής ειδησεογραφίας. Μου προκάλεσε εντύπωση ότι σχεδόν όλα τα άρθρα τελειώνουν απότομα, σα να υπήρχε άλλη μια παράγραφος που έκλεινε το θέμα, μα κάποιος την έκοψε. Στην πλειοψηφία τους δεν είναι συμπαγή, μα μια συρραφή από παραγράφους που με το ζόρι είναι λειτουργικές. Υπάρχουν, ωστόσο, εξαιρέσεις.
Το πιο εντυπωσιακό χαρακτηριστικό του περιεχομένου ήταν, κατά τη γνώμη μου, οι τελίτσες. Η αρχισυντακτική ομάδα της Ελευθεροτυπίας μοιάζει ερωτευμένη με ένα από τα χειρότερα πράγματα της ελληνικής γλώσσας και του σύμπαντος γενικότερα: Τα αποσιωπητικά. Μέτρησα 18 τίτλους θεμάτων που είχαν μέσα τις τρεις τελίτσες, αυτές που κάνουν κάθε πρόταση να ακούγεται σαν ατάκα του “Ρετιρέ”. Να μερικοί ενδεικτικοί, προσπάθησε να τους διαβάσεις τραβώντας τα φωνήεντα πριν απ’ τις τελίτσες:
Πύργος… εφάπαξ κυκλοφορίας (σε άρθρο για τα εφάπαξ που παίρνουν ελεγκτές εναέριας κυκλοφορίας)
Ακριβός ο… παράδεισος (σε άρθρο για το πόσο κοστίζει στους λαθρομετανάστες η είσοδος στην Ελλάδα)
ΙΕΚ με… ντοκτορά σε κάθε είδους παρανομίες (σε άρθρο για τη διαφθορά στα ΙΕΚ. Το άρθρο ξεκινά με την εξής πρόταση: “Άναρχο, άθλιο, παραβατικό.” Αυτές οι τρεις λέξεις, έτσι)
Η κολεκτίβα του… Τσίλερ (σε μικρή ανασκόπηση της ιστορίας της βίλας Αμαλίας)
Τριάντα ακόμη και… κλείσαμε για Siemens (για την πρόοδο της ανακριτικής έρευνας στο σκάνδαλο Siemens)
Φοβούνται “ατύχημα” με όσα δεν… ψήφισαν (για τους νόμους που δεν έχουν ακόμα ψηφιστεί και αποτελούν προαπαιτούμενο της χορήγησης της επόμενης δόσης από την τρόικα).
και, βέβαια, το πρώτο όλων, ο τίτλος του κύριου πολιτικού άρθρου της εφημερίδας, για το κεντρικό θέμα των εξελίξεων με τη λίστα Λαγκάρντ:
Ναι.
Δεν ξέρω πότε η Ελευθεροτυπία αποφάσισε να προσεγγίσει τα νέα με μια χιουμοριστική, ελαφρολαϊκή διάθεση -κάτι σαν ειδησεογραφικό Δελφινάριο. Κάπου την έχασα αυτή τη στροφή. Πάνε και χρόνια βέβαια.
Ακόμα δύο πράγματα μπορεί κανείς να πει για το περιεχόμενο: Πρώτον, μόνο τρία από τα κείμενα των διεθνών ειδήσεων δεν έχουν μια ξένη πηγή από κάτω -δηλαδή είναι πρωτότυπα κείμενα απεσταλμένων της εφημερίδας στο εξωτερικό. Δεύτερον, το θέμα του ιδεολογικού ύφους. Που είναι σημαντικό.
Η Ελευθεροτυπία ήταν πάντα η εφημερίδα της κεντροαριστεράς, δηλαδή του πολιτικού χώρου που λίγο-πολύ κυβερνά την Ελλάδα από το 1981 κι ύστερα. Για πάρα πολλά χρόνια, τις εποχές που ο κόσμος δεν μπορούσε να διαβάσει νέα σε οθόνες, η Ελευθεροτυπία ήταν ΠΑΣΟΚ. Ύστερα, μαζί με τις οθόνες μάλλον συνέπεσε και η στροφή της εφημερίδας προς το αριστερότερο (και, πιθανότατα, και προς το Δελφινάριο). Από πολλούς τώρα θεωρείται ώς “εφημερίδα του ΣΥΡΙΖΑ”, δηλαδή κατά μία έννοια ακόμα ΠΑΣΟΚ είναι. Τέλος πάντων, κατά τη διάρκεια της δοκιμής μου αυτός ο χαρακτήρας ήταν σαφής και έντονος μεν, σχετικά ήπιος δε. Καταλαβαίνεις την ταυτότητα της εφημερίδας απο το κεντρικό navigation στο εξώφυλλο κιόλας: “Η ΕΛΑΣ “χτύπησε” δυο βίλες”, γράφει, δηλώνοντας ευθαρσώς ποιον θεωρεί τον επιτιθέμενο. “Μετά από αλλεπάληλες αναβολές συζητείται στην Ολομέλεια το θέμα του μεγαλύτερου αυθαίρετου της Ευρώπης”, γράφει, για το θέμα του Mall που επιστρέφει στα δικαστήρια. Εντός της εφημερίδας, όμως, υπάρχει ένα άρθρο πολύ λιγότερο προβοκατόρικο, ενημερωτικό και αρκετά ουσιαστικό, αν και με σαφή θέση. Αντίθετα με το εξώφυλλο, το άρθρο της εφημερίδας βάζει τη φράση “μεγαλύτερο αυθαίρετο της Ευρώπης” σε εισαγωγικά.
Το περιεχόμενο σε γενικές γραμμές δεν είναι καλύτερο ή πιο ποιοτικό από το περιεχόμενο που μπορεί να βρει κανείς στις οθόνες. Αν, δε, διαβάζει και τα εγγλέζικα και ενδιαφέρεται για νέα από όλο τον κόσμο και όχι μόνο για το στικακιλαγκάρντ, το περιεχόμενο της Ελευθεροτυπίας μπορεί και να τον αφήσει παγερά αδιάφορο. Από τα 118 άρθρα βρήκα ενδιαφέροντα περίπου τέσσερα, εκ των οποίων μου άρεσε στ’ αλήθεια το ένα: Το αφιέρωμα στη δίκη της Θεσσαλονίκης, με τους αξιωματούχους του Δήμου που τα έπαιρναν. Αυτό ήταν κάτι που με ενδιέφερε και δεν ήξερα καλά, και διαβάζοντάς το ένιωσα πως κάτι κέρδισα. Είναι το ίδιο πράγμα που παθαίνω όλη μέρα μπροστά στις οθόνες: ξεφυλλίζοντας μπελαλίδικα τις 64 σελίδες της Ελευθεροτυπίας, το έπαθα μόλις μία φορά.
Αυτά λοιπόν για τη μορφή, το UI και το περιεχόμενο του αντικειμένου αυτού, που κυκλοφορεί από εχτές στα περίπτερα με κόστος 1,30 ευρώ. Όπως καταλαβαίνεις, το 2013 τριάντα δύο τεράστια χάρτινα φύλλα διπλωμένα στη μέση δεν είναι ο καλύτερος τρόπος για να μεταδώσει κάποιος 118 άρθρα στο ευρύ κοινό. Ούτε ο πιο βολικός. Ούτε ο πιο μαζικός. Ούτε ο πιο φτηνός. Η Ελευθεροτυπία είναι ένα αντικείμενο που στα χέρια μου ήταν μεν γνώριμο, αλλά ταυτόχρονα ήταν σαν το δημοτικό σχολείο σου όταν το επισκέπτεσαι ως ενήλικας: Ξένο, περίεργο, εντελώς διαφορετικό από ό,τι θυμόσουν, και εντελώς απομυθοποιημένο.
Τα παλιά τα χρόνια, όταν οι οθόνες που υπήρχαν δεν ήταν συνδεδεμένες μεταξύ τους σε ένα δίκτυο που περιέχει ολόκληρη την ανθρώπινη γνώση, διάβαζα κι εγώ εφημερίδες. Συγκεκριμένα, προτιμούσα την Ελευθεροτυπία (αν και δεν ήμουν ΠΑΣΟΚ -με κανέναν δεν ήμουν). Μιλάμε για πολύ παλιά δηλαδή. Συνέχιζα να διαβάζω όλο και πιο αραιά όσο οι οθόνες άρχισαν να δείχνουν όλο και περισσότερα ενδιαφέροντα πράγματα, και σταμάτησα μόνο όταν πια υπήρχαν οθόνες κάθε είδους και μεγέθους -κάποιες μπορώ να τις κουβαλάω μαζί μου ανά πάσα στιγμή- οι οποίες έδειχναν λίγο-πολύ τα πάντα.
Είναι πλέον αρκετά σαφές σε εμένα -και πιθανότατα και σε εσένα, αφού βρίσκεσαι εδώ- ότι οι εφημερίδες είναι σαν το γραμμόφωνο: Η εποχή τους έχει περάσει. Η ανθρώπινη εφευρετικότητα έχει κατασκευάσει έναν πολύ καλύτερο και ευκολότερο τρόπο για να διαβάζει κανείς 118 άρθρα -ή όλα τα άρθρα– κάθε μέρα.
Και η εμφάνιση αυτού του νέου τρόπου άμεσα κάνει τον παλιό να μοιάζει κάτι παραπάνω από παρωχημένος: Αρχαίος.
Στα δικά μου τα μάτια η εφήμερη φύση του μέσου (εφημερίδα) είναι η ίδια προβληματική και, πλέον, μοιάζει εξωφρενικά σπάταλη. Γιατί κάτι εφήμερο εξ’ ορισμού έχει περιορισμένη χρηστική αξία. Έχει ημερομηνία λήξης. Και η ημερομηνία λήξης της εφημερίδας είναι η μέρα παραγωγής της. Ή μάλλον, δεδομένου ότι ουσιαστικά περιέχει χτεσινά νέα, η ημερομηνία λήξης της εφημερίδας είναι η χτεσινή της παραγωγής της. Αυτό σημαίνει ότι μόλις τελειώσεις το ξεφύλλισμα και ακουμπήσεις την εφημερίδα στο τραπέζι, συνειδητοποιείς ότι αυτό που κοιτάζεις δεν είναι πια ένα έργο ανθρώπινης εργατικότητας και διάνοιας με κάποια εγγενή αξία. Η αξία του, από τη στιγμή που το διάβασες/ξεφύλλισες, χάθηκε. Αυτό που κοιτάζεις είναι ένα πάκο από βρώμικα χαρτιά. Ένα σκουπίδι.
Γι’ αυτό η κυκλοφορία μιας εφημερίδας στην πτωχευμένη Ελλάδα του 2013 είναι κάτι που φαντάζει λάθος, παράταιρο, μια ανωμαλία στο Matrix. Ποιος επενδύει σε ένα θνησιγενές μέσο (όχι και πολύ) μαζικής ενημέρωσης στην εποχή αυτή; Και σε ποιον περισσεύουν €1,30 κάθε μέρα για να αγοράσει ένα πάκο από χαρτιά που λίγες ώρες αργότερα μπορεί να χρησιμεύει μόνο ως προσάναμμα;
Όπως γράφει κι αυτός ο κύριος εδώ, οι εφημερίδες σήμερα είναι είδος πολυτελείας.
Μοιραία, λοιπόν, έχοντας αυτά ως δεδομένα, κάθεται κανείς και σκέφτεται: Γιατί κυκλοφορεί αυτή η εφημερίδα σήμερα; Είναι ένα ερώτημα. Υπάρχουν κι άλλα ερωτήματα (πώς κυκλοφορεί ενώ ο τίτλος είναι περιουσιακό στοιχείο εταιρείας που πτώχευσε και έχει ανοιχτές εκκρεμότητες, ας πούμε), και φοβάμαι πως σε κανένα δεν έχω απάντηση. Ας σκεφτούμε όμως μερικά δεδομένα.
1) Στην Ελευθεροτυπία εργάζονται (σύμφωνα με λίστα που περιέχει το πρώτο φύλλο) λίγο περισσότεροι από 180 συντάκτες και αρθρογράφοι. Μαζί με τους υπόλοιπους υπαλλήλους που δουλεύουν εκεί, και προφανώς και τους εργαζόμενους στην Κυριακάτικη και τα περιοδικά της, είναι σαφώς μικρότερο σύνολο από τα 800 άτομα που απασχολούσε η παλιά Ελευθεροτυπία (που πτώχευσε) αλλά είναι μια εταιρεία μεγάλη. Για τα ελληνικά δεδομένα του 2013, πολύ μεγάλη. Για να είναι βιώσιμη χρειάζεται είτε μεγάλη επένδυση με μακροπρόθεσμους στόχους, είτε άμεση κερδοφορία.
2) Οι μεγάλες ημερήσιες εφημερίδες πουλάνε 20-30 χιλιάδες φύλλα την ημέρα.
3) Σε ολόκληρο το φύλλο υπάρχει μία διαφήμιση. Μία. Αριθ: 1. Για κάτι που λέγεται “υγρό πόσιμο κολλαγόνο”.
Υπάρχουν και διάφορα ακόμα χρήσιμα στοιχεία, όπως το ότι το 46% του πληθυσμού δεν έχει πρόσβαση στο Ίντερνετ, ή ότι ο ΣΥΡΙΖΑ, το κόμμα που υποστηρίζει η Ελευθεροτυπία, φέρεται ως υποψήφιο κόμμα εξουσίας.
Διάφορες υποθεσεις μπορούν να γίνουν μ’ αυτά ως δεδομένα. Μεγάλο παιδί είσαι, μπορείς να κάνεις κάποιες μόνο σου. Ως υποθέσεις, δεν αφορούν αυτό εδώ το review. Το οποίο εδώ θα φτάσει στο τελικό του συμπέρασμα:
Η Ελευθεροτυπία, όπως όλες οι εφημερίδες, είναι ένα αντικείμενο βγαλμένο από μιαν άλλη εποχή. Υπάρχουν ακόμα άνθρωποι που χρειάζονται οπωσδήποτε τέτοιο τρόπο ενημέρωσης, καθώς είναι τεχνολογικά αναλφάβητοι και η τηλεόραση δεν αρκεί, οπότε δεν πρόκειται για κάτι άχρηστο ή περιττό εν γένει. Οι άνθρωποι αυτοί, βεβαίως, είναι κυρίως μεγάλης ηλικίας. Όχι αποκλειστικά, αλλά στην πλειοψηφία τους είναι μεγάλοι. Όσο περνούν τα χρόνια, μοιραία θα λιγοστεύουν. Όσο περνούν τα χρόνια, δε, η ιδέα της “επιρροής” που ασκούν αυτά τα Μέσα μέσω στηλών παραπολιτικής/κουτσομπολιού στο θίασο της πολιτικής εξουσίας θα μειώνεται επίσης. Και οι νεότερες γενιές εδώ και πολύ καιρό βλέπουν τους πάκους τυπωμένων χαρτιών ως κάτι ακατανόητο, αλλόκοτο και ξένο. Γι’ αυτούς οι εφημερίδες είναι εντελώς άχρηστο πράγμα.
Αυτοί θα αυξάνονται.
Από την άλλη, ποιος ξέρει. Μπορεί -κι αυτό αξίζει να το ελπίζει κανείς- από αυτό το (τελευταίο;) πείραμα της Ελευθεροτυπίας τουλάχιστον να μείνει κάτι.
UPDATE: Μερικά στοιχεία για την κυκλοφορία της εφημερίδας της δύο πρώτες ημέρες.