Παιχνίδια. Α, παιχνίδια. Θα πίστευε κανείς ότι ενήλικες με άσπρα μαλλιά δεν θα ‘πρεπε να παίζουνε παιχνίδια και, πράγματι, όταν ήμασταν σε ηλικίες που ταίριαζε να παίζουμε παιχνίδια δεν φανταζόμασταν πως, όταν φτάναμε να γίνουμε ενήλικες με άσπρα μαλλιά, θα παίζαμε ακόμα.
Αλλά παίζουμε.
Επειδή είμαστε αλλιώτικοι ενήλικες από τους ενήλικες που ξέραμε όταν ήμασταν παιδιά, και επειδή τα παιχνίδια, σήμερα, είναι αλλιώτικα. Πιο μεγάλα, πιο ώριμα, πιο συναρπαστικά: Για ενήλικες.
Καθώς η νέα γενιά παιχνιδομηχανών φτάνει σιγά σιγά σε σπίτια ενηλίκων και μη, -αλλά όχι στα δικά μας, επειδή στην Ελλάδα δεν πωλούνται ακόμα, θα φταίνε τα μνημόνια μάλλον-, έκανα ένα ξεσκαρτάρισμα στα παιχνίδια της προηγούμενης γενιάς, για να δω ποια μου ‘χουν μείνει πιο πολύ χαραγμένα στην ταλαιπωρημένη, ενήλικη μνήμη. Είχαν μείνει κάμποσα.
Η παιχνιδομηχανή που είχα -και που, εδώ που τα λέμε, έχω ακόμα-, ήταν ένα Xbox 360. Στην προ-προηγούμενη γενιά είχα ένα Playstation 2. Και πιο παλιά δεν συμμετείχα στην τάση “παιχνίδια στην τηλεόραση”: Είχα Amiga 500. Πιο πριν ήμουνα νήπιο. Πιο πριν δεν υπήρχα.
Το Xbox μου κράτησε συντροφιά καλή τις εποχές που είχα χρόνο να κάθομαι ακίνητος σε έναν καναπέ με τις ώρες συμμετέχοντας σε ένα φανταστικό γίγνεσθαι και καθοδηγώντας ψηφιακά τεκταινόμενα σε μιαν οθόνη λαμπερή. Πλέον η πολυτέλεια αυτή έχει εν πολλοίς χαθεί, μα όταν υπήρχε χρησιμοποιήθηκε πολύ και, καθώς οι άνθρωποι που φτιάχνουνε τα videogames είναι πλέον καλλιτέχνες και οι παραγωγές πανάκριβες και πολλά από τα παιχνίδια αληθινά αριστουργήματα, χρησιμοποιήθηκε καλά.
Εκείνη η περίοδος μου λείπει, το ομολογώ.
Την πέρασα πιο πολύ και πιο ευχάριστα με τα εξής:
5. Bioshock 2 (2010)
Ετούτο εδώ το FPS είχε τον απρόσωπο πρωταγωνιστή που λιανίζει γλιτσερά τέρατα με τα ντουφέκια του, αλλά είχε και κάτι άλλο που το έκανε αξέχαστο: την ατμόσφαιρα. Ωραίο παιχνίδι, δε λέω, αν και κομματάκι δύσκολο, αλλά το παιχνίδι καθ’ αυτό ήταν μόνο αφορμή για να περιδιαβαίνεις σε έναν κόσμο καταπληκτικά σχεδιασμένο και πολύ τρομαχτικό. Το παιχνίδι διαδραματίζεται σε μια εγκαταλειμένη υποβρύχια πόλη η οποία έχει μια δραματική και φρικιαστική ιστορία, ψήγματα της οποίας μαθαίνεις προχωρώντας στην υπόθεση. Το μέρος αυτό είναι καταπληκτικά σχεδιασμένο, με μια steampunk αισθητική και ταυτόχρονα design της εποχής του ’50 (όταν υποτίθεται ότι κατασκευάστηκε), ένα αποπνικτικό αριστούργημα, τριγυρνάς και σε πιάνει κλειστοφοβία και ανατριχίλα, κι αυτό πριν καν εμφανιστούν τα απέθαντα τέρατα και τα αλλόκοτα κοριτσάκια με φώτα να βγαίνουν απ’ τα μάτια.
[field id=”1″]
To 2010 o μακαρίτης ο Ρότζερ Έμπερτ, ο διάσημος κριτικός κινηματογράφου, είχε γράψει ότι “τα videogames δεν μπορούν ποτέ να γίνουν τέχνη“. Την ίδια χρονιά ετούτο το παιχνίδι τον διέψευσε κατά τη γνώμη μου απόλυτα. Και έχει κι άλλα η λίστα παρακάτω. Το #1 ας πούμε. Αλλά πρώτα:
4. Fable II (2008)
Ετούτο εδώ το θαυμάσιο πράγμα κυκλοφόρησε το 2008 και ήταν κάτι το σπάνιο, ένα παιχνίδι που μοιάζει φαινομενικά γνώριμο, αλλά στην πραγματικότητα είναι πολύ διαφορετικό από τα άλλα που μπορεί να μοιάζουν παρόμοια. Ήτανε τάση την προηγούμενη δεκατία στα videogames η απόπειρα να μπει στο παιχνίδι το συναισθηματικό δίλημμα. Οι δημιουργοί ήθελαν να βάλουν τους παίκτες να παίρνουν αποφάσεις πιο σημαντικές από το αν θα πάει ο χαρακτήρας δεξιά ή αριστέρα -ήθελαν να βάλουν στην υπόθεση ζητήματα ηθικής και λογικής, να παίζει ο άλλος και οι αποφάσεις του κατά τη διάρκεια του παιχνιδιού να έχουν σημασία, να έχουν συνέπειες, να αλλάζουν την ίδια την εμπειρία του, το ίδιο το παιχνίδι. Το Fable II ήταν ένα φαινομενικά απλοϊκό RPG που σε έβαζε σε μια φανταστική χώρα ονόματι Αλβιόνα γεμάτη με φανταστικούς χαρακτήρες και μια σειρά από αποστολές (άλλες απαραίτητες για να ολοκληρωθεί η ιστορία, άλλες προαιρετικές) και πολλές δυνατότητες για δραστηριότητες παράλληλες με την υπόθεση. Μπορούσες να πιάσεις δουλειά, να παντρευτείς, να κάνεις παιδιά, να εκπαιδεύσεις το σκύλο που σε ακολουθούσε παντού, να προσπαθείς να γίνεις αγαπητός στους πολίτες της χώρας -ή όχι-, παίζοντας παράλληλα τις αποστολές που ξεκλείδωναν τα κεφάλαια της ιστορίας.
[field id=”2″]
Δεν ξέρω γιατί μου άρεσε τόσο πολύ ετούτο το Fable. Δεν είχα παίξει το πρώτο μέρος, και δεν μου άρεσε εξίσου το τρίτο, αλλά αυτό εδώ, το δεύτερο, ήταν ένα από τα παιχνίδια που απόλαυσα περισσότερο στην ενήλικη ζωή μου. Μπορεί να έφταιγε η υπόθεση με το σκύλο. Τι ωραία ιδέα.
3. Mass Effect (2007)
Αυτή την τάση που είπαμε από πάνω το Mass Effect, ένα άλλο ιδιόρρυθμό RPG, την ξεχείλωσε, της άλλαξε τα φώτα. Ο πρωταγωνιστής κομάντερ Σέπαρντ (εσύ διάλεγες το μικρό του -Θοδωρής Σέπαρντ ας πούμε- και μπορούσε να είναι και γυναίκα) προσπαθεί να σώσει το σύμπαν από κάτι έλλογα σατανικά ρομπότ ταξιδεύοντας από πλανήτη σε πλανήτη, μιλώντας με διάφορα εξωγήινα είδη και ολοκληρώνοντας αποστολές που περιλαμβάνουν αναπόφευκτα κλωτσοπατινάδες και mayhem. Αλλά περιλαμβάνουν και πολλές κουβέντες, και πολλές αποφάσεις -ποιους θα επιλέξεις για συντρόφους στην αποστολή, ποιους θα αφήσεις να ζήσουν ή να πεθάνουν- οι οποίες έχουν σημαντικές συνέπειες στην εξέλιξη του παιχνιδιού.
[field id=”4″]
Το κυριότερο από όλα, όμως, είναι η υπόθεση. Το Mass Effect είναι η καλύτερη ιστορία επιστημονικής φαντασίας που παρακολούθησα ποτέ σε videogame, και αυτό σας το γράφει κάποιος που έχει θέμα με τα σενάρια των videogames, δυσκολεύεται να τα παρακολουθήσει, (για παράδειγμα έχω παίξει όλα τα Halo και μα το στιβτζομπς μέχρι σήμερα δεν έχω καταλάβει τι γίνεται στην υπόθεση). Ετούτη η ιστορία είναι απλή και κατανοητή, διαδραματίζεται σε έναν κόσμο φτιαγμένο με φαντασία και προσοχή, έχει ωραίες εκπλήξεις, πολλή αγωνία και δραματική κορύφωση. Ελάχιστες ταινίες έχω δει πιο σφιχτογραμμένες από το πρώτο Mass Effect.
Ακολούθησαν δύο ακόμα πολυσυζητημένες συνέχειες τις οποίες δεν έπαιξα, δυστυχώς. Κι αυτό είναι κρίμα.
2. Assassin’s Creed II (2009)
Δεν έχω πάει ούτε στη Βενετία ούτε στη Φλωρεντία αλλά από μία άποψη νιώθω ότι δε χρειάζεται. Γιατί τις έχω δει ήδη. Ετούτο εδώ το παιχνίδι δράσης και περιπέτειας έχει μια μπερδεμένη υπόθεση που πηγαινοέρχεται στο σήμερα και το παρελθόν, αλλά το μεγαλύτερο μέρος του διαδραματίζεται στην Ιταλία του 15ου αιώνα. Η υπόθεση είναι μια μπουρδουκλωμένη μπούρδα, κάτι για μια προαιώνια μάχη ανάμεσα στους Ασασίνους και τους Τέκτονες (ο δικός μας, ο Έτσιο Αουντιτόρε, είναι Ασασίνος) που μπλέκει μέσα Βοργίες, Μεδίκους, το Νικολό Μακιαβέλι και το Λεονάρντο Ντα Βίντσι, αλλά το σημαντικότερο στο συγκεκριμένο παιχνίδι είναι άλλο: Ο τρόπος που κινείται ο πρωταγωνιστής μέσα στον κόσμο του παιχνιδιού. Το παιχνίδι είναι “ανοιχτό”, με την έννοια ότι σε αμολάει σε ένα μέρος αχανές, και σ’ αφήνει να περιδιαβαίνεις κατά το δοκούν, συμμετέχοντας στην υπόθεση ή όχι. Τα τρία από τα πέντε παιχνίδια της λίστας ετούτης τέτοια είναι. Αλλά το συγκεκριμένο έχει ένα χαρακτηριστικό που το κάνει να ξεχωρίζει εντελώς από οποιοδήποτε άλλο: Δεν σ’ αφήνει να περιδιαβαίνεις μόνο τους δρόμους των πόλεων της υπόθεσης, αλλά σου επιτρέπει να σκαρφαλώνεις και τους τοίχους, και να περιδιαβαίνεις τις ταράτσες.
Δεν μπορείς να διανοηθείς πόσο μεγάλη διαφορά κάνει αυτή η σημαντική λεπτομέρεια.
[field id=”5″]
Χάρη στο Assassin’s Creed ξέρω απ’ έξω κι ανακατωτά την Αναγεννησιακή Φλωρεντία και τη Βενετία, τις κυρίως πόλεις όπου διαδραματίζεται η υπόθεση του παιχνιδιού. Ο Έτσιο τρέχει στα σοκάκια, κολυμπάει στα κανάλια, σκαρφαλώνει στα μπαλκόνια, πηδάει από τις ταράτσες κι όλα αυτά σε ένα κόσμο εξαιρετικά σχεδιασμένο, με θαυμάσια μουσική να παίζει από πίσω, το όλον ένα οπτικοακουστικό υπερθέαμα ανεπανάληπτο και απερίγραπτα εθιστικό. Πέρα από την υπόθεση και τις αποστολές και τα κυνηγητά, το σημαντικότερο απ’ όλα στο Assassin’s Creed είναι η ελευθερία της εξερεύνησης και στις δύο διαστάσεις του κόσμου, όχι μόνο πέρα-δώθε αλλά πάνω-κάτω.
Είναι μια σπουδαία εμπειρία.
Αν ποτέ πάω σε μια από αυτές τις πόλεις, είμαι σίγουρος, θα μου ‘ρθει ενστικτωδώς να σκαρφαλώσω στους τοίχους των κτιρίων. Θα ξέρω τι υπάρχει εκεί πάνω.
1. Red Dead Redemption (2010)
Στη λίστα παραπάνω υπάρχουν ένα παιχνίδι τρόμου, ένα fantasy, ένα διαστημικό sci-fi και μια ιστορική περιπέτεια, από όλα έχει ο μπαξές δηλαδή, ένα smörgåsbord ψηφιακής απόλαυσης. Το μόνο πράγμα που λείπει είναι ένα γουέστερν.
Το Red Dead Redemption είναι ένα γουέστερν.
Είχα την εντύπωση ότι είχα παίξει το Grand Theft Auto (το Vice City, το San Andreas) στο Xbox, αλλά όχι, τα είχα παίξει στο PS2 αυτά. Το gameplay αυτών των παιχνιδιών, που θέλει τον πρωταγωνιστή να περιφέρεται σε έναν αχανή κόσμο γεμάτο με κόσμο, εχθρούς και περιπέτειες, το έπαιξα στην καλύτερή του μορφή σε ετούτο εδώ το αριστούργημα. Δεν είναι μόνο το καλύτερο παιχνίδι που έπαιξα στο Xbox. Είναι το καλύτερο παιχνίδι που έχω παίξει ποτέ οπουδήποτε.
[field id=”3″]
Η υπόθεση του παιχνιδιού αυτού διαδραματίζεται στο 1911, προς το τέλος της εποχής της “άγριας” δύσης δηλαδή. Ο ήρωας λέγεται Τζον Μάρστον, είναι ένας βαρύς τύπος με γρέζι στη φωνή και παρελθόν σκοτεινό, κι έρχεται σε μια πόλη για να βρει κάτι παράνομους τύπους, παλιούς του γνώριμους, για λογαριασμό της κυβέρνησης, με την οποία έχει και ο ίδιος εκκρεμότητες και χρεωστούμενα. Όπως και στα παραπάνω, ο πρωταγωνιστής έχει στη διάθεσή του έναν αχανή κόσμο για να τον εξερευνήσει, είτε πεζή είτε καβάλα στ’ άλογό του, κι είναι ένας κόσμος ποικίλος, άγριος, και πολύ επικίνδυνος. Υπάρχουν διάφορες πόλεις και οικισμοί, αλλά κυρίως μια απέραντη άγρια φύση στην οποία κρύβονται κάθε είδους κίνδυνοι, ενέδρες, ακόμα και τσατισμένα άγρια ζώα.
Δεν ξέρω αν έχει γίνει αντιληπτό: Πρόκειται για ένα κανονικό γουέστερν. Είναι σαν να παίζεις σε γουέστερν που κρατάει τριάντα ώρες και εσύ αποφασίζεις τι γίνεται παρακάτω. Είναι ένα πράγμα καταπληκτικά φτιαγμένο από κάθε άποψη. Λίγες ταινίες έχουν ηθοποιούς που τα λένε καλύτερα από αυτούς εδώ, και ελάχιστες ταινίες έχουν καλύτερη μουσική. Άκου, ας πούμε, τραγούδι που παίζει κατά τη διάρκεια του παιχνιδιού:
[field id=”6″]
Το να παίξεις ένα videogame δεν είναι απλό πράγμα, είναι επένδυση μεγάλη, κυρίως σε χρόνο. Θα μπορούσε κανείς να δει δεκαπέντε ταινίες στο χρόνο που χρειάστηκα για να τελειώσω αυτό εδώ το ένα παιχνίδι, και 75 ταινίες στο χρόνο που χρειάστηκα για να τελειώσω και τα πέντε αυτής της λίστας. Είναι πολλές ώρες, μεγάλο κομμάτι χρόνου για να αφιερώσει κανείς.
Αλλά να γιατί αξίζει τον κόπο: Επειδή καμιά ταινία δεν μπορεί να σ’ αφήσει στις τρεις η ώρα τη νύχτα να περιφέρεσαι με το άλογό σου σε μια αφιλόξενη ψηφιακή έρημο με το πάσο σου, αναζητώντας νωχελικά ληστές και δολοφόνους, καθώς μια λυπημένη φυσαρμόνικα σφυρίζει κάπου μακριά.
Κι αυτό είναι χρήσιμο να το κάνει κανείς πότε πότε.